Δυναμικές παρεμβάσεις, σε κορυφαία προβλήματα που έχουν ανακύψει, οφείλουν να κάνουν τα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Κάθε χρόνο, οι χώρες της ΕΕ δαπανούν περί τα 2 τρισεκατομμύρια ευρώ (σχεδόν το 14 % του ΑΕΠ της ΕΕ) για την αγορά εργασιών, αγαθών και υπηρεσιών από διάφορους προμηθευτές. Οι δημόσιες συμβάσεις έχουν καθοριστική σημασία για την ενιαία αγορά της Ένωσης, καθώς τονώνουν την οικονομική μεγέθυνση, δημιουργούν θέσεις εργασίας και βοηθούν τους δημόσιους φορείς να εξασφαλίζουν τις καλύτερες δυνατές συμφωνίες με ανοικτό και ανταγωνιστικό τρόπο.
Το 2014, η ΕΕ μεταρρύθμισε τις οδηγίες της για τις δημόσιες συμβάσεις με σκοπό η διαδικασία να γίνει απλούστερη, διαφανέστερη και καινοτόμος, καθώς και ευκολότερη για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.
Στο πλαίσιο ελέγχου, απο τον ΕΕΣ, αξιολογήσανε τον ανταγωνισμό για τις δημόσιες συμβάσεις στην ενιαία αγορά της ΕΕ κατά τη διάρκεια μιας δεκαετίας και τα μέτρα που πρέπει να λάβουν η Επιτροπή και τα κράτη-μέλη για τον εντοπισμό και την αντιμετώπιση των εμποδίων στις ανταγωνιστικές διαδικασίες υποβολής προσφορών, με απώτερο σκοπό την εξασφάλιση της καλύτερης σχέσης ποιότητας/τιμής.
Το ΕΕΣ διενήργησε τον έλεγχο αυτό, προκειμένου να παρουσιάσει μια σαφή εικόνα του επιπέδου του ανταγωνισμού μία πενταετία μετά τη λήξη της προθεσμίας για τη μεταφορά των οδηγιών για τις δημόσιες συμβάσεις στα εθνικά δίκαια.
Το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο έχει την υποχρέωση να καταρτίζει ετησίως έκθεση αναφορικά με τις ενδεχόμενες υποχρεώσεις που σχετίζονται με τον SRM, το σύστημα της ΕΕ για τη διαχείριση της εύτακτης εκκαθάρισης τραπεζών που βρίσκονται στο σημείο πτώχευσης στο πλαίσιο της τραπεζικής ένωσης. Ο SRM απαρτίζεται από το Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης (SRB), που συνιστά την αρχή εξυγίανσης των ενωσιακών τραπεζών, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Συμβούλιο της ΕΕ.
Το SRB διαδραματίζει βασικό ρόλο στο σύστημα εξυγίανσης των τραπεζών της ΕΕ. Εποπτεύει το SRF, ένα ταμείο έκτακτης ανάγκης που μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε περιόδους κρίσης για την εξυγίανση τραπεζών που βρίσκονται σε σημείο πτώχευσης στις 21 χώρες της τραπεζικής ένωσης. Οι εισφορές στο ταμείο καταβάλλονται από τις τράπεζες της τραπεζικής ένωσης για μια αρχική οκταετία που λήγει το 2023, προκειμένου να επιτευχθεί ένα τελικό επίπεδο-στόχος (περί τα 80 δισ. ευρώ σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του SRB το 2022). Η Επιτροπή και το Συμβούλιο της ΕΕ μπορούν επίσης να εμπλέκονται στη λήψη απόφασης για την εκκαθάριση τράπεζας που βρίσκεται σε σημείο πτώχευσης. Όταν γνωστοποιούν ενδεχόμενες υποχρεώσεις στους λογαριασμούς τους, τα όργανα αυτά θεωρούν ότι υπάρχει κίνδυνος να υποχρεωθούν να προβούν σε μελλοντικές εκταμιεύσεις λόγω εκκρεμών νομικών διαδικασιών κατά αποφάσεων εξυγίανσης ή μη εξυγίανσης που έχουν λάβει ή σε σχέση με την προστασία των πιστωτών ή για τις εισφορές των τραπεζών στο SRF (η τελευταία περίπτωση αφορά μόνο το SRB).
Κοντά στις 3 000 τράπεζες στην τραπεζική ένωση έχουν τη νομική υποχρέωση να εισφέρουν στο SRF εκ των προτέρων εισφορές βασιζόμενες στο μέγεθός τους και στο προφίλ κινδύνου. Όταν συστάθηκε το ταμείο το 2016, αναμενόταν να έχει κεφαλαιοποιηθεί πλήρως μέχρι το τέλος του 2023 μέσω ετήσιων πληρωμών. Τον Ιούνιο του 2023, ενώπιον των ενωσιακών δικαστηρίων της ΕΕ εκκρεμούσαν 86 υποθέσεις κατά των εκ των προτέρων εισφορών που ζητά το SRB, έναντι 63 πέρσι. Επιπλέον, στο τέλος του 2022, κατά του SRB εκκρεμούσαν περισσότερες από 100 υποθέσεις σε επίπεδο ΕΕ σχετικά με την Banco Popular Español S.A. (BPE), ενώ εκκρεμείς είναι ακόμη 334 εθνικές διαδικασίες σχετικά με την εξυγίανση της συγκεκριμένης τράπεζας. Στα μέσα του 2023, ενώπιον των ενωσιακών δικαστηρίων εκκρεμούσαν επίσης οκτώ υποθέσεις, καθώς και πέντε εθνικές διαδικασίες όσον αφορά την εξυγίανση οντοτήτων της Sberbank. Στις 22 Νοεμβρίου 2023, τα δικαστήρια της ΕΕ (δηλαδή το Γενικό δικαστήριο) απέρριψαν τις προσφυγές-αγωγές που είχαν ασκηθεί στο πλαίσιο έξι υποθέσεων σε σχέση με την BPE, επιβεβαιώνοντας ότι οι μέτοχοι δεν θα βρίσκονταν σε καλύτερη κατάσταση, εάν η τράπεζα είχε εκκαθαριστεί σύμφωνα με τις εθνικές διαδικασίες αφερεγγυότητας.
Η εν προκειμένω έκθεση ελέγχου πραγματεύεται αποκλειστικά και μόνο τις ενδεχόμενες υποχρεώσεις που ανέκυψαν από τον τρόπο με τον οποίο τα προαναφερόμενα όργανα εκτέλεσαν το 2022 τα καθήκοντα εξυγίανσης με τα οποία είναι επιφορτισμένα.
Απαιτούνται ταχύτατοι ρυθμοί για να επιτευχθούν οι στόχοι που έχουν μπεί. Τα κράτη-μέλη της ΕΕ οφείλουν να σεβαστούν τα χρονοδιαγράμματα.