Οι μαζικές αφίξεις προσφύγων από την Ουκρανία στις ευρωπαϊκές χώρες το 2022 επέβαλαν την ανάληψη άμεσης δράσης.

Τα μέτρα που ενέκρινε πολύ γρήγορα η ΕΕ όντως βοήθησαν στην αντιμετώπιση των σχετικών αναγκών. Αυτό είναι το βασικό συμπέρασμα ειδικής έκθεσης που δημοσίευσε το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο (ΕΕΣ).

Το πρόγραμμα της ΕΕ με την ονομασία «Δράση συνοχής για τους πρόσφυγες στην Ευρώπη» (γνωστό ως «δράση CARE» ή απλώς CARE) δεν παρείχε στα κράτη-μέλη πρόσθετη χρηματοδότηση.

Τους προσέφερε όμως τη δυνατότητα να επαναδιαθέσουν με ευελιξία και ταχύτητα ορισμένα από τα εναπομένοντα κονδύλια της πολιτικής συνοχής.

Παρόλα αυτά, το ΕΕΣ προειδοποιεί ότι η απουσία συγκεκριμένων στοιχείων σχετικά με τους οικονομικούς πόρους που δαπανήθηκαν για την αντιμετώπιση αυτών των μεταναστευτικών προκλήσεων και η ανυπαρξία παρακολούθησης δεν διευκολύνουν οποιαδήποτε αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της CARE.

Μέχρι τα τέλη Οκτωβρίου του 2024, περί τα 4,2 εκατομμύρια άνθρωποι που είχαν εγκαταλείψει την Ουκρανία απόλαυαν του καθεστώτος προσωρινής προστασίας στην ΕΕ και μάλιστα, κατά κύριο λόγο, στη Γερμανία (1,1 εκατομμύρια), στην Πολωνία (984.000), στην Τσεχία (379.000) και στην Ισπανία (222.000).

Η προστασία αυτή περιλάμβανε, συν τοις άλλοις, άμεσο δικαίωμα διαμονής, κοινωνική πρόνοια, ιατρική περίθαλψη, εκπαίδευση, παροχή καταλύματος ή στέγης και δικαίωμα εργασίας.

Προς υποστήριξη αυτών των κρατών-μελών, η ΕΕ αναπροσάρμοσε σταδιακά τους κανόνες της πολιτικής συνοχής μέσω τριών κανονισμών σχετικά με τη δράση CARE.

Έδωσε έτσι στα κράτη-μέλη την ευχέρεια να ανακατευθύνουν γρήγορα στην υποστήριξη των προσφύγων τα αδαπάνητα κονδύλια από τα προγράμματα συνοχής τηςπεριόδου 2014-2020, συμπεριλαμβανομένης της πρωτοβουλίας REACT-EU που αφορούσε την απόκριση στην πανδημία. «Αν και το ύψος της χρηματοδότησης που διατέθηκε τελικά ήταν σχετικά χαμηλό σε σχέση με τη συνολική βοήθεια που παρασχέθηκε στους πρόσφυγες, τα μέτρα της ΕΕ αποδείχθηκαν χρήσιμα για την αντιμετώπιση των πολυάριθμων προκλήσεων που δημιούργησε η μαζική εισροή προσφύγων από την Ουκρανία», δήλωσε ο κ.George-Marius Hyzler, μέλος του ΕΕΣ και αρμόδιος για τον έλεγχο. «Τα μέτρα που προέβλεπε η δράση CARE σκοπό είχαν να φέρουν την ευελιξία, τη ρευστότητα και την απλούστευση που χρειάζονταν τα κράτη-μέλη για να υποστηρίξουν αποτελεσματικότερα αυτούς τους ανθρώπους.»

Το ΕΕΣ αναγνωρίζει ότι ο επαναπρογραμματισμός των ενωσιακών κονδυλίων δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Οι διαστάσεις που πήραν ραγδαία οι μεταναστευτικές ροές, ιδίως στις χώρες της Ανατολικής και Κεντρικής Ευρώπης, ήταν ένας ακόμη επιβαρυντικός παράγοντας στην όλη διαδικασία.

Ωστόσο, η κατάσταση αυτή δεν στάθηκε εμπόδιο στην ανάλυση των αναγκών των μεταναστών, η οποία χρησίμευσε ως βάση για την παροχή της στήριξης.

Οι πόροι που επαναδιατέθηκαν από την πολιτική συνοχής ήρθαν να συμπληρώσουν την εθνική και περιφερειακή απόκριση στην κρίση.

Χάρη στην αποδοτικότητα των διαδικασιών επιλογής, η υλοποίηση των έργων ήταν άμεση, ήδη από την άνοιξη του 2022. Κατ’ αυτό τον τρόπο, κατέστη δυνατή η συγχρηματοδότηση δραστηριοτήτων που κάλυπταν διάφορα είδη και στάδια βοήθειας, από την πρώτη υποδοχή και την άμεση αρωγή μέχρι τη μακροπρόθεσμη ένταξη.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρείχε έγκαιρα στις χώρες της ΕΕ την αναγκαία καθοδήγηση για την υλοποίηση της CARE, βασιζόμενη στην προηγούμενη εμπειρία της με τις επενδυτικές πρωτοβουλίες που είχαν αναπτυχθεί στο πλαίσιο της απόκρισης στην πανδημία.

Παρόλα αυτά, το ΕΕΣ επικρίνει την ελλιπή παρακολούθηση των διατεθέντων κονδυλίων, καθώς η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν είναι σε θέση να ιχνηλατήσει το σύνολο της χρηματοδότησης που διατέθηκε για τη στήριξη των προσφύγων στο πλαίσιο της CARE. Επιπλέον, δεν διαθέτει συγκεκριμένα στοιχεία σχετικά με τον αριθμό των προγραμμάτων που στηρίζουν πρόσφυγες από την Ουκρανία, ούτε κοινούς δείκτες αξιολόγησης.

Συνεπώς, είναι αδύνατη οποιαδήποτε μέτρηση της αποτελεσματικότητα της CARE. Η δράση CARE δεν αποτελεί την πρώτη περίπτωση κατά την οποία κονδύλια της πολιτικής συνοχής χρησιμοποιούνται για την απόκριση σε εξαιρετικές περιστάσεις.

Το ίδιο είχε συμβεί και με τη μεταναστευτική κρίση του 2015 ή, ακόμη πιο πρόσφατα, με την πανδημία COVID-19. Επισημαίνοντας ότι οι νέοι κανόνες προβλέπουν ακόμη μεγαλύτερη ευελιξία, το ΕΕΣ τονίζει για μια ακόμη φορά τον κίνδυνο που συνεπιφέρει η κατ’ επανάληψη χρήση των κονδυλίων της πολιτικής συνοχής για τη βραχυπρόθεσμη απόκριση σε κρίσεις.

Πρόκειται για πρακτική που μπορεί τελικά να επηρεάσει αρνητικά τον πρωταρχικό στόχο της πολιτικής αυτής, που είναι η ενίσχυση της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής μεταξύ των περιφερειών της Ευρώπης.

Υπάρχει η δυνατότητα να κινηθούν με ευέλικτο τρόπο τα κράτη-μέλη της ΕΕ και να επαναπρογραμματίσουν τις ανάγκες τους. Η ΕΕ οφείλει να ασκήσει αυστηρό έλεγχο.

* Ο Κων/νος Σ. Μαργαρίτης είναι δημοσιογράφος