Άμεση και απολύτως στοχευμένη είναι η αντιμετώπιση του μέγιστου προβλήματος της λειψυδρίας στην Ελλάδα από την ελληνική κυβέρνηση, με τους βασικούς άξονες να παρουσιάζονται σε χθεσινή σύσκεψη στο Μέγαρο Μαξίμου υπό την προεδρία του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη.

Μετά την αναλυτική παρουσίαση των επιστημονικών δεδομένων, τα οποία δείχνουν ξεκάθαρα το μέγεθος του προβλήματος σε όλες τις χώρες της Μεσογείου, επισημάνθηκε ότι απαιτείται εθνικός σχεδιασμός που θα απαντήσει στις πιεστικές ανάγκες του σήμερα, αλλά και θα προετοιμάσει τη χώρα για τις μεγάλες προκλήσεις των επόμενων 30 ετών.

Με βάση έρευνα του World Resources Institute και έκθεση της Deloitte που πραγματοποιήθηκε για λογαριασμό της ελληνικής κυβέρνησης, η χώρα μας κατατάσσεται στη 19η θέση παγκοσμίως ως προς τον κίνδυνο λειψυδρίας. Η στάθμη των φραγμάτων είναι σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, ενώ ενδεικτικό είναι πως τα αποθέματα στην Αττική έχουν μειωθεί πάνω από 50% σε σχέση με το 2022.

Ολιστική προσέγγιση

Με βάση τα παραπάνω, αποφασίστηκε ένας ολιστικός τρόπος αντιμετώπισης του ζητήματος αντί για τον κατακερματισμό μεταξύ διαφορετικών φορέων, που υπάρχει σήμερα, με ριζική αλλαγή του μοντέλου διαχείρισης των υδάτων στη χώρα σε ένα πιο λειτουργικό σύστημα, με μεγαλύτερη αποδοτικότητα και περισσότερες επενδύσεις.

Μάλιστα, σύμφωνα με δημοσίευμα του Bloomberg περισσότερες από 700 δημοτικές εταιρείες ύδρευσης αναμένεται να συγχωνευθούν σε τρεις μεγάλους φορείς. Οι δύο από αυτούς θα είναι η ΕΥΔΑΠ και η ΕΥΑΘ, που θα διευρύνουν την κάλυψή τους πέρα από την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, ενώ μια τρίτη κρατική οντότητα θα αναλάβει την υπόλοιπη χώρα. Σύμφωνα με πληροφορίες, η Αττική και η Κρήτη θα χαρακτηριστούν επισήμως περιοχές με υδατικό έλλειμμα, ώστε να επισπευσθούν οι επενδύσεις.

Ταυτόχρονα, θα αξιοποιηθούν οι νέες τεχνολογίες, καθώς και συμπληρωματικοί τρόποι παραγωγής νερού, όπως η αφαλάτωση. Οι πέντε βασικοί άξονες του σχεδιασμού, οι οποίοι αναμένεται να εξειδικευτούν στο αμέσως επόμενο διάστημα, είναι:

-Το νερό είναι και θα παραμείνει δημόσιο αγαθό, όπως προβλέπει το σύνταγμα και η νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας

-Βιώσιμες εταιρείες ύδρευσης, άρδευσης και αποχέτευσης, με στόχο αποδεκτό κόστος για όλες τις χρήσεις.

-Ολιστικός σχεδιασμός και κεντρική διαχείριση όλων των αναγκαίων έργων, μικρών και μεγάλων.

-Κατεπείγουσες πρωτοβουλίες τους επόμενους έξι μήνες, σε συνδυασμό με εκστρατεία ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης των πολιτών.

-Νέες τεχνολογίες και συμπληρωματικοί τρόποι παραγωγής νερού (αφαλάτωση, ανακύκλωση και επαναχρησιμοποίηση).

Ο σχεδιασμός θα θέσει, επίσης, τις βάσεις για την υλοποίηση έργων που έχουν ήδη δρομολογηθεί ή μελετώνται. Σήμερα είναι σε εξέλιξη περισσότερα από 1.200 έργα διαχείρισης και αξιοποίησης υδάτων, εκ των οποίων 1.090 αφορούν την ύδρευση και 237 την άρδευση. Σημειώνεται ότι τα έργα αυτά έρχονται να προστεθούν στα 278 που έχουν ήδη ολοκληρωθεί από το 2019 έως σήμερα.

Σε «πανστρατιά» κάλεσε και ο αρμόδιος υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Σταύρος Παπασταύρου, θυμίζοντας ανάλογες προκλήσεις που είχε αντιμετωπίσει η Ελλάδα στις αρχές του 1990, όταν υπήρξε μεγάλη ευαισθητοποίηση του κοινού και έντονη κινητοποίηση με τη λήψη μέτρων από την τότε κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη.

Αποκαλυπτική εκθεση

Σύμφωνα με την έκθεση της Deloitte, αναλυτικά η Ελλάδα:

1. Καταγράφει υπερδιπλασιασμό (+139%) των απολήψεων νερού για ύδρευση την περίοδο 2001-2022 εξαιτίας, μεταξύ άλλων λόγων, και της αυξημένης τουριστικής κίνησης. Ο υπερδιπλασιασμός των απολήψεων νερού για ύδρευση οφείλεται αφενός στον συνδυασμό της αύξησης της τουριστικής κίνησης και της ανόδου της κατά κεφαλήν κατανάλωσης αλλά και αφετέρου στις μεγάλες –της τάξης του 50%– απώλειες από τα δίκτυα διανομής. Το πρόβλημα είναι ακόμα μεγαλύτερο σε περιοχές με αυξημένες τουριστικές ροές (όπως λόγου χάρη οι Κυκλάδες).

2. Δαπανά τον μεγαλύτερο όγκο νερού ανά εκτάριο αρδευόμενης γης στην Ευρωπαϊκή Ενωση και σημαντικά υψηλότερο σε σχέση με τις συγκρίσιμες από άποψη κλιματολογικών στοιχείων μεσογειακές χώρες της ΕΕ. Παρά τη σημαντική μείωση στις γεωργικές εκμεταλλεύσεις τα προηγούμενα χρόνια, οι απολήψεις υδάτων για άρδευση δεν έχουν μειωθεί σημαντικά για τους εξής λόγους: αύξηση της θερμοκρασίας, μεγαλύτερες ανάγκες σε νερό ανά καλλιέργεια, μεγάλες απώλειες των δικτύων –τα περισσότερα από τα οποία είναι άνω των 20 ετών– και καλλιέργεια ποικιλιών με μεγαλύτερες ανάγκες σε νερό.

3. Αντιμετωπίζει μείωση διαθεσιμότητας των επιφανειακών πόρων και αύξηση της χρήσης γεωτρήσεων με αποτέλεσμα την υφαλμύρινση των υδάτων.

Επίσης, Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ κατά την περίοδο 2000-2022 η άντληση υπόγειων υδάτων αυξήθηκε κατά 80%, από 3.453 εκατ. κυβικά μέτρα ετησίως σε 6.221. Αντίθετα, η χρήση επιφανειακών υδάτων μειώθηκε κατά 40% (3.852 εκατ. κ.μ. το 2022 έναντι 6.471 εκατ. κ.μ. το 2000). Η σημαντική αύξηση στην άντληση υπόγειων υδάτων πιέζει τα αποθέματα στον υδροφόρο ορίζοντα και οδηγεί σε υφαλμύρινση των υδάτων.