Πρόσφατα με κάλεσαν να μιλήσω για τα ελληνοτουρκικά. Δέχτηκα, υπογραμμίζοντας, ωστόσο, ότι η δική μου θέση για τα ελληνοτουρκικά είναι «μειοψηφική». Διαβάζοντας, όμως, τα «σχόλια» των τηλεθεατών, ένιωσα ότι με θεωρούν «πιωμένο». Ποια είναι, λοιπόν, η άποψη μου; Οτι οι χρόνιες/ιστορικές αντιπαραθέσεις δημιουργούν υποκειμενικές δυσμενείς εικόνες – στερεότυπα για τον «Αλλο», που έχουν επηρεάσει καθοριστικά την αντικειμενική σύγκρουση συμφερόντων. Ετσι, όχι μόνο δεν υπάρχει διάλογος/διαπραγμάτευση, αλλά κρίνεται και αδιανόητο το ενδεχόμενο επίλυσης.

Του Χρήστου Φραγκονικολόπουλου*

Για να υπάρξει μια συμφέρουσα πραγματικότητα και για τις δυο χώρες απαιτείται ένας ειλικρινής διάλογος εντός και ανάμεσα στις δύο χώρες. Το ότι οι πολίτες των δύο χωρών ακούν για τα προβλήματα που υπάρχουν ανάμεσα στις δυο χώρες, δεν σημαίνει απαραίτητα ότι γνωρίζουν τι προβλέπει το Διεθνές Δίκαιο.

Θα περίμενε κανείς λοιπόν οι τηλεθεατές να ακούσουν την άποψή μου. Δυστυχώς, όχι. Με χαρακτήρισαν «προδότη», «πράκτορα των Τούρκων», «αριστερό/αναρχικό». Οι προσβλητικοί χαρακτηρισμοί λίγο με ενοχλούν. Με θλίβουν, όμως, ότι ζητούν από τον τηλεπαρουσιαστή να μη με ξανακαλέσει. Δηλώνουν επίσης ότι δεν θα έπρεπε να διδάσκω φοιτητές. Ουσιαστικά ζητούν από τα ΜΜΕ και την τριτοβάθμια εκπαίδευση να λειτουργούν ως «οχυρά αρνησικυρίας», να υιοθετούν μια συνειδητή ιδεολογική αντίληψη «ευθύνης» και «καθήκοντος», που περιορίζει ασφυκτικά τα περιθώρια όσων έχουν αντίθετη άποψη;

Συμβάλλουν στην περιχαράκωση των εθνικών αφηγημάτων και τον αποκλεισμό από τον δημόσιο διάλογο προτάσεων που θα μπορούσαν να ενισχύσουν τους δημοσιογράφους και τους πολίτες της Ελλάδας να έχουν μια σαφή και ολοκληρωμένη εικόνα για τα ελληνοτουρκικά.

Είναι εύκολο όταν παραμένεις ασφαλής στο δωμάτιό σου, μιλώντας με τους φίλους σου μέσα από το φίλτρο του Διαδικτύου να θυμώνεις και να καταδικάζεις όσους δημόσια τοποθετούνται. Δεν είναι, όμως, καθόλου εύκολο να τοποθετείσαι δημοσία και μάλιστα σε πολίτες μιας χώρας όπου όλοι μας έχουν κοινωνικοποιηθεί με αφηγήματα (ιστορικά και πολιτικά) και αναγνώσεις που θέλουν την Τουρκία να είναι ο αιώνιος, βάρβαρος και απολίτιστος εχθρός μας, και τον Ελληνα ως αιώνιο αγωνιστή που χαρακτηρίζεται από την πολεμική του αρετή και το αντιστασιακό του ήθος. ΘΕΛΕΙ ΣΤΟΜΑΧΙ και μάλιστα εν μέσω κρίσης να προσπαθείς να προσεγγίσεις και να αναλύσεις το ζήτημα από άλλη οπτική γωνία και ειδικότερα όταν τα ζητήματα είναι πολύπλοκα.

Το ζητούμενο δεν είναι να έχουμε δημοσιογράφους και καθηγητές που λειτουργούν σαν στρατιωτάκια και παπαγαλάκια. Μην καλείτε τους δημοσιογράφους και τους ακαδημαϊκούς να λειτουργούν ως εκφραστές και εμψυχωτές της κυρίαρχης και δεσπόζουσας άποψης. Στο πανεπιστήμιο ο ρόλος του καθηγητή δεν είναι να «σιωπά». Η αναπαραγωγή του κυρίαρχου λόγου δεν πρέπει να αποτελεί επιλογή ρουτίνας για τους καθηγητές. Ούτε και να δέχονται «συναδελφική» και «κοινωνική»» πίεση ώστε να συμβαδίζουν με την κυρίαρχη άποψη. Τι θέλουμε δηλαδή, οι καθηγητές να αντιλαμβάνονται την άποψή τους ως διαφωνία, να φοβούνται να την εκφράσουν για να μη χαρακτηριστούν και ως προδότες; Οχι, σε διαφορετική περίπτωση κινδυνεύουν να συμβάλλουν στην ενίσχυση της «σπείρας της σιωπής» από πολιτικούς, πολίτες και δημοσιογράφους που χαρακτηρίζουν τις απόψεις τους ως αποκλίνουσες. Η κατάσταση αυτή όχι μόνο αποκλείει διαφορετικές, έστω και μειοψηφικές απόψεις, αλλά τροφοδοτεί και ένα φαύλο κύκλο υποβάθμισης του δημόσιου διαλόγου για τις διεθνείς σχέσεις, την εξωτερική πολιτική και την πολυπλοκότητα του σημερινού κόσμου.


  • Ο Χρήστος Φραγκονικολόπουλος είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων ΑΠΘ
  • Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα Νέα