«Οι άνθρωποι ξεχνούν τι είπες, ξεχνούν τι έκανες, αλλά δεν θα ξεχάσουν ποτέ πώς τους έκανες να νιώσουν» – Μάγια Αγγέλου, Αφροαμερικανίδα ποιήτρια, συγγραφέας και πολιτική ακτιβίστρια.
Βγήκαν από τη ναφθαλίνη κάποιοι «τσιπρο-λογογράφοι», κάποια δημοσιογραφικά παπαγαλάκια που μεγαλούργησαν επί ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ και κάποιοι σοβαροφανείς αρθρογράφοι που στήριξαν ασμένως το καθεστώς της ΠΦΑ (πρώτη φορά αριστερά… και τελευταία), και είπαν να ξαναπιάσουν δουλειά, ένεκα rebranding του «ηγέτη».
Δεν θα πούμε το κλασικό «καμιά δουλειά δεν είναι ντροπή» –που ισχύει στην περίπτωσή τους– αλλά ενίοτε και λίγη τσίπα δεν βλάπτει.
Γιατί είναι εξοργιστικό και να προσπαθεί όλος αυτός ο θίασος να πείσει την κοινή γνώμη ότι ο Τσίπρας δεν έκανε kolotoumpa, δεν προχώρησε σε άγρια υπερφορολόγηση σε όποιον πολίτη κατοικούσε και ανάσαινε σ’ αυτήν τη χώρα (με το κεφάλαιο δεν θυμόμαστε να έκανε το ίδιο, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία), δεν καταπάτησε το κράτος δικαίου (βλ. σκευωρία Novartis), δεν προσπάθησε να χειραγωγήσει με σταλινικές πρακτικές (βλ. ΣΥΡΙΖΑ TV) την ενημέρωση κι ότι δήθεν ακολούθησε «φιλολαϊκή» πολιτική.
Επίσης, είναι (εξοργιστικά, όμως) διασκεδαστικό να ισχυρίζονται όλοι αυτοί οι διάκονοι της ενημέρωσης και της παραπληροφόρησης ότι ο Αλέξης Τσίπρας «πολέμησε τη διαπλοκή». Πότε, πού και σε ποια χώρα;
Διότι όσοι ζούμε σ’ αυτήν τη χώρα την… αγνοούμε αυτήν τη «μάχη» που έδωσε ο «άχαστος» Τσίπρας.
Αντιθέτως, πάλι, θυμόμαστε την αμέριστη στήριξη που είχε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ από σχεδόν όλα τα συστημικά κανάλια (τα «βοθροκάναλα» όπως έλεγε ο Πολάκης).
Επίσης, ποιος μπορεί να ξεχάσει τα πολιτικά νταραβέρια (με την καλή έννοια) κορυφαίων υπουργών του με μεγαλοεκδότες και μεγαλόσχημους εκπροσώπους της επιχειρηματικής ελίτ.
Τέλος, η τραγελαφική ιστορία με τα βοσκοτόπια του Καλογρίτσα έχει (κι ας έχουν πάθει αμνησία οι «τσιπροφύλακες») την υπογραφή του κόμματος στο οποίο πρόεδρος ήταν ο Τσίπρας.
Επιμύθιον: καλύτερα να μασάνε οι «τσιπροφύλακες» και οι «αγιογράφοι» του Τσίπρα, παρά να μιλάνε. Άσε που μ’ αυτά τα απίθανα που λένε μόνο κακό του κάνουν, αλλά περί ορέξεως κολοκυθόπιτα – που είναι και της εποχής.