Ο Σίνζο Άμπε, ο πρωθυπουργός της Ιαπωνίας με τη μεγαλύτερη θητεία στο αξίωμα, ο οποίος επιχείρησε να βγάλει την οικονομία από τον χρόνιο αποπληθωρισμό με την τολμηρή πολιτική του, που έμεινε γνωστή ως “Abenomics”, να ενισχύσει τον στρατό και να αντιπαρατεθεί στην αυξανόμενη ισχύ της Κίνας, πέθανε σήμερα σε ηλικία 67 ετών.

Ο ‘Αμπε, ο οποίος παραιτήθηκε το 2020, δέχτηκε σήμερα επίθεση από ένοπλο στη διάρκεια μιας προεκλογικής του ομιλίας, μια επίθεση την οποία ο προστατευόμενός του και εν ενεργεία πρωθυπουργός Φουμίο Κισίντα χαρακτήρισε “απολύτως ασυγχώρητη”.

Από βουλευτής έγινε για πρώτη φορά πρωθυπουργός το 2006 και παρέμεινε στον θώκο μόλις ένα χρόνο, αλλά μετά διεκδίκησε και πάλι την πρωθυπουργία–κάτι σπάνιο για τη χώρα– το 2012 με την δέσμευση να αναζωογωνήσει την στάσιμη οικονομία, να χαλαρώσει τα όρια του ειρηνιστικού μεταπολεμικού Συντάγματος και να αποκαταστήσει τις παραδοσιακές αξίες.

Είχε καθοριστικό ρόλο στην ανάληψη της διοργάνωσης των Ολυμπιακών Αγώνων του Τόκιο το 2020 διατηρώντας επί μακρόν την επιθυμία να προεδρεύσει των Αγώνων. Εμφανίστηκε ακόμη και ως ο χαρακτήρας του βιντεοπαιχνιδιού Nintendo Σούπερ Μάριο, όταν το Τόκιο πήρε τη σκυτάλη από το Ρίο, που φιλοξένησε τους Αγώνες το 2016.

Ο Άμπε έγινε ο πρωθυπουργός της Ιαπωνίας με τη μεγαλύτερη θητεία στο αξίωμα τον Νοέμβριο του 2019, αλλά μετά το καλοκαίρι του 2020 η στήριξη προς το πρόσωπό του υποχώρησε εξαιτίας των χειρισμών του στην πανδημία της COVID-19, αλλά και μιας σειράς σκανδάλων, ανάμεσα στα οποία και η σύλληψη του πρώην υπουργού Δικαιοσύνης.

Παραιτήθηκε τον Σεπτέμβριο εκείνου του χρόνου χωρίς να επιτύχει τους στόχους που είχε επί μακρόν να αναθεωρήσει το Σύνταγμα ή να προεδρεύσει των Αγώνων, μια διοργάνωση που μεταφέρθηκε για το 2021 εξαιτίας της πανδημίας.

Παρέμεινε όμως μια κυρίαρχη προσωπικότητα στο κυβερνών Φιλελεύθερο Δημοκρατικό Κόμμα, ελέγχοντας μια από τις βασικές παρατάξεις του.

Όταν δολοφονήθηκε πραγματοποιούσε εκστρατεία για τις εκλογές στην άνω βουλή που είναι προγραμματισμένες για την Κυριακή.

ΤΑ “AΒENOMICS”

Ο Άμπε ανέλαβε καθήκοντα πρωθυπουργού για πρώτη φορά το 2006 και ήταν ο νεότερος πρωθυπουργός της χώρας μετά τον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο. Έπειτα από ένα χρόνο που σημαδεύτηκε από πολιτικά σκάνδαλα, οργή των ψηφοφόρων για συνταξιοδοτικά αρχεία που χάθηκαν και από την ήττα που σημείωσε στις εκλογές το κυβερνών του κόμμα, ο Άμπε παραιτήθηκε επικαλούμενος προβλήματα υγείας.

“Αυτό που τώρα με απασχολεί περισσότερο είναι ότι εξαιτίας της παραίτησής μου, τα συντηρητικά ιδεώδη που η κυβέρνηση Άμπε καλλιέργησε θα σβήσουν”, έγραψε ο ίδιος στο περιοδικό Bungei Shunju.

“Από εδώ και στο εξής, θέλω να θυσιαστώ ως ένας βουλευτής που θα κάνει τον αληθινό συντηρητισμό να ριζώσει στην Ιαπωνία”, σημείωνε.

Πέντε χρόνια μετά την παραίτησή του, την οποία απέδωσε σε μια εντερική πάθηση, την ελκώδη κολίτιδα, ο Άμπε οδήγησε στην εξουσία το συντηρητικό κόμμα του, το Φιλελεύθερο Δημοκρατικό Κόμμα, το οποίο την είχε χάσει το 2009.

Στη συνέχεια παρουσίασε το τρίπτυχο της στρατηγικής του, τα “Abenomics”, για την καταπολέμηση του αποπληθωρισμού και για την ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης με μια απλή νομισματική πολιτική και με δημοσιονομικές δαπάνες σε συνδυασμό με μια διαρθρωτική μεταρρύθμιση για την αντιμετώπιση του ταχέως γηράσκοντος και συρρικνούμενου πληθυσμού.

Ο αποπληθωρισμός ωστόσο αποδείχτηκε επίμονος και η στρατηγική ανάπτυξης του Άμπε δέχτηκε πλήγμα το 2019 από μια αύξηση του φόρου κατανάλωσης και από έναν σινοαμερικανικό εμπορικό πόλεμο. Τον επόμενο χρόνο η πανδημία του κορονοϊού πυροδότησε την μεγαλύτερη ύφεση που έχει ποτέ υποστεί η οικονομία της Ιαπωνίας.

Στις αρχές της πανδημίας ο Άμπε έκλεισε τα σύνορα της Ιαπωνίας και επέβαλε κατάσταση έκτακτης ανάγκης στη χώρα καλώντας τους πολίτες να μένουν μέσα στα σπίτια τους και κλείνοντας τα εμπορικά καταστήματα.

Οι επικριτές του χαρακτήρισαν αρχικά αδέξια την διαχείριση του Άμπε και αργότερα κατηγόρησαν τον ίδιο για έλλειψη ηγεσίας.

Όταν παραιτήθηκε, επικαλούμενος το ίδιο πρόβλημα υγείας, το ποσοστό θανάτων στη χώρα από την COVID-19, ήταν πολύ χαμηλότερο σε σχέση με πολλές άλλες αναπτυγμένες χώρες.

ΔΥΝΑΣΤΕΙΑ

Ο Άμπε ήταν γόνος μιας πλούσιας οικογένειας πολιτικών, που περιλαμβάνει πατέρα υπουργό Εξωτερικών και έναν αδελφό του παππού του που είχε διαταλέσει πρωθυπουργός.

Αλλά σε ό,τι αφορά πολλές πολιτικές, ο παππούς του, ο αείμνηστος πρωθυπουργός Νομπουσούκε Κίσι, φαίνεται ότι είχε την μεγαλύτερη αξία.

Ο Κίσι ήταν υπουργός της κυβέρνησης την περίοδο του πολέμου και είχε φυλακιστεί, αλλά ουδέποτε δικάστηκε ως εγκληματίας πολέμου μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Υπηρέτησε ως πρωθυπουργός από το 1957 ως το 1960 και παραιτήθηκε εξαιτίας της λαϊκής κατακραυγής με αφορμή την επαναδιαπραγμάτευση μιας αμερικανοϊαπωνικής συμφωνίας ασφαλείας.

Ο Κίσι επιχείρησε ανεπιτυχώς να αναθεωρήσει το σύνταγμα του 1947 που είχαν συντάξει η Ιαπωνία με τις ΗΠΑ ώστε να γίνει η χώρα ένας ισότιμος εταίρος ασφαλείας με τις ΗΠΑ και να υιοθετήσει μια πιο δυναμική διπλωματία–ζητήματα τα οποία ήταν κεντρικά και στην πολιτική ατζέντα του Άμπε.

Ο Άμπε ενίσχυσε τις αμυντικές δαπάνες και προσέγγισε άλλα ασιατικά κράτη για να αντιμετωπίσει την αυξανόμενη ισχύ της Κίνας.

Η βάση της πολιτικής του ατζέντας ήταν να ξεφύγει από το μεταπολεμικό καθεστώς, όπως το αποκαλούσε, μια κληρονομιά της αμερικανικής κατοχής που, σύμφωνα με τους συντηρητικούς, στερεί από την Ιαπωνία την εθνική της υπερηφάνεια.

Η μεταρρύθμιση της παιδείας για την αποκατάσταση παραδοσιακών ηθών ήταν ένας ακόμη στόχος του.

Ο Άμπε υιοθέτησε επίσης μια λιγότερο απολογητική στάση ως προς της ενέργειες της Ιαπωνίας κατά τον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο λέγοντας ότι οι μελλοντικές γενιές θα πρέπει να σταματήσουν να απολογούνται για λάθη του παρελθόντος.

ΣΚΛΗΡΗ ΣΤΑΣΗ

Εξελέγη για πρώτη φορά στη βουλή το 1993 μετά τον θάνατο του πατέρα του και απέκτησε φήμη στη χώρα για την υιοθέτηση σκληρής στάσης προς τον απρόβλεπτο γείτονα, την Βόρεια Κορέα, σε μια διαμάχη σχετικά με ιάπωνες πολίτες που είχαν απαχθεί από την Πιονγκγιάνγκ δεκαετίες πριν.

Παρότι ο ‘Αμπε επιδίωξε επίσης να βελτιώσει τους δεσμούς με την Κίνα και τη Νότια Κορέα, όπου οι πικρές πολεμικές αναμνήσεις παραμένουν, προκάλεσε την ενόχληση και των δύο γειτόνων του το 2013, όταν επισκέφθηκε το μνημείο Γιασουκούνι, το οποίο θεωρείται από αυτές τις δύο χώρες σύμβολο του ιαπωνικού μιλιταριστικού παρελθόντος.

Τα επόμενα χρόνια απέφυγε να επισκεφθεί προσωπικώς το μνημείο και επέλεγε να στέλνει στεφάνι.

Ο Άμπε συνήψε στενούς δεσμούς με τον αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, με τον οποίο έπαιζε γκολφ, είχε συχνά τηλεφωνική επικοινωνία και συναντήσεις.

Επανεξελέγη πρόεδρος του κόμματός του για τρίτη συναπτή τριετή θητεία το 2018 έπειτα από μια αλλαγή στο καταστατικό του κόμματος και μέχρι που εμφανίστηκε ο κορονοϊός κάποιοι μέσα από τους κόλπους του κόμματος εξέταζαν μια ακόμη αλλαγή στο καταστατικό ώστε να μπορέσει ο Άμπε να εκτίσει και τέταρτη θητεία.