Μία ακόμη φορά μέσα στα χρόνια που ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι πρωθυπουργός της χώρας αναδεικνύονται οι λόγοι για τους οποίους οι πολίτες-ψηφοφόροι πρέπει την Κυριακή των ευρωεκλογών να επαναβεβαιώσουν την εμπιστοσύνη τους και να δώσουν τη δυνατότητα να συνεχιστεί να ακούγεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση η φωνή της Ελλάδας.
Η πρόταση του Κυριάκου Μητσοτάκη που μετατράπηκε σε κοινή πρωτοβουλία με τον Πολωνό ομόλογό του Ντόναλντ Τουσκ αποτέλεσε το αντικείμενο όχι του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων που συνεδρίασε σε επίπεδο υπουργών Άμυνας των χωρών μελών της ΕΕ, αλλά και της συνάντησης του Εμανουέλ Μακρόν με τον Γερμανό καγκελάριο Όλαφ Σολτς.
Η πρωτοβουλία για τη δημιουργία μιας κοινής αντιπυραυλικής αμυντικής ασπίδας προστασίας έχει μετατραπεί σε κεντρικό ζήτημα συζήτησης με τον Έλληνα πρωθυπουργό και τον Πολωνό ομόλογό του να ανοίγουν μια ατζέντα ιδιαιτέρως σημαντική για την Ευρωπαϊκή Ένωση μέσα από την οπτική των διαρκών μεταβολών των γεωπολιτικών συνθηκών σε διεθνές επίπεδο.
Παράλληλα όμως για την Ελλάδα μια τέτοια εξέλιξη μπορεί να σημάνει και μια σημαντική οικονομική ελάφρυνση στο μέλλον ως προς τους πόρους που διαθέτει για τα εξοπλιστικά προγράμματα που δύναται να δημιουργήσουν τις συνθήκες αποτροπής που απαιτούνται λόγω της θέσεως στην οποία βρίσκεται αποτελώντας το σύνορο της ΕΕ στην εύφλεκτη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.
Έτσι την ώρα που ο Στέφανος Κασσελάκης -μεταξύ Σπετσών και περιοδειών άνευ ουσίας αλλά… αδιαμεσολάβητων- αναπαράγει όλη την καταστροφολογική τακτική που οδήγησε τον Αλέξη Τσίπρα στη συντριπτική ήττα του 2023 και στην αποχώρηση από την κεντρική πολιτική σκηνή και ο Νίκος Ανδρουλάκης μετατρέπεται σε ουρά του ινφλουένσερ αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ, ο Κυριάκος Μητσοτάκης όχι απλά παράγει πολιτική και διαμορφώνει μια σαφή πολιτική ατζέντα, αλλά αναδεικνύει τον ρόλο που έχει κατακτήσει η Ελλάδα σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Έλληνας πρωθυπουργός ανοίγει τον δρόμο σε επίπεδο ΕΕ για πρωτοβουλίες που αναδεικνύουν και τον ρόλο ύπαρξης της Ένωσης. Είναι όμως ενδεικτική της δυνατότητας που έχει να μεταφέρει στο κέντρο των αποφάσεων μείζονος σημασίας ζητήματα και να διεκδικεί την επίλυσή τους. Δεν είναι τυχαίο πως αυτή η παρεμβατικότητα του Κυριάκου Μητσοτάκη αποτέλεσε και την αιτία που αντίπαλες πολιτικές ομάδες του Ευρωκοινοβουλίου τον στοχοποίησαν στο πλαίσιο της μάχης που δίνεται για τη διαχείριση των θεμάτων της ΕΕ και της επικράτησης συστημάτων.
Δεν είναι όμως τυχαίο και το γεγονός πως στην Ελλάδα η πολιτική αντιπαράθεση για μια εκλογική διαδικασία που αφορά στην Ευρωβουλή έχει μετατραπεί σε πεδίο παραγωγής λάσπης και τοξικότητας. Σε μια διαδικασία στην οποία καταγράφεται η χειρότερη μορφή λαϊκισμού που έχει δει τα τελευταία χρόνια η χώρα, χωρίς καμία αναφορά στα όσα διακυβεύονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Καμία πρόταση, καμία συγκεκριμένη αναφορά.
Ο Στέφανος Κασσελάκης αλλά και ο Νίκος Ανδρουλάκης το μόνο που λένε είναι ότι πρέπει οι ψηφοφόροι να στείλουν μήνυμα στην κυβέρνηση. Για ποιο λόγο δεν εξηγούν. Μόνο ότι πρέπει ο ένας ή ο άλλος να είναι δεύτεροι στην εκλογική μάχη. Να καταγραφούν τα κόμματά τους και να μειωθούν τα ποσοστά της κυβερνώσας παράταξης. Και μετά; Δεν υπάρχει μετά πολιτικό. Υπάρχει μετά προσωπικό για τους δύο αρχηγούς. Ένα… μετά που αφορά αποκλειστικά και μόνο το πολιτικό τους μέλλον.
Ένα μέλλον που στο τέλος της ημέρας δεν αφορά κανέναν πολίτη αυτής της χώρας.