Για πρώτη φορά, μία από τις πρώην ομήρους των τρομοκρατών της Χαμάς στη Γάζα προχωρά σε δημόσια κατάθεση της εμπειρίας της, αναδεικνύοντας τις φρικαλεότητες που υπέστη.
Η Ρόμι Γκόνεν, 25 ετών, Ισραηλινή που απελευθερώθηκε πριν από έναν χρόνο, μετά από 471 ημέρες κράτησης, αποφάσισε να μιλήσει για όσα πέρασε, απελευθερωμένη πλέον από τον φόβο αλλά όχι από τις μνήμες.
Η μαρτυρία της δημοσιοποιήθηκε στην τηλεοπτική εκπομπή «Uvda» του Channel 12 στο Ισραήλ, ενώ σύμφωνα με την Daily Mail, ρίχνει φως σε μια πλευρά της σύγκρουσης που παραμένει συχνά σιωπηλή και αθέατη.
Η Γκόνεν περιέγραψε ότι απήχθη στις 7 Οκτωβρίου 2023, από το μουσικό φεστιβάλ Nova, κατά την αιματηρή επίθεση της Χαμάς στο νότιο Ισραήλ. Βαριά τραυματισμένη από πυροβολισμό στο χέρι, μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο Shifa στη Γάζα, όπου –όπως καταθέτει– ξεκίνησε η πρώτη φάση της κακοποίησης, την ώρα που βρισκόταν σε πλήρη αδυναμία αντίδρασης. «Ήμουν σίγουρη ότι θα ξυπνούσα χωρίς το χέρι μου», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Στην περιγραφή της, μιλά για ομάδα ανδρών που την περικύκλωσε, την ακινητοποίησε και την παρενοχλούσε, ενώ εκείνη παρέμενε σε κατάσταση σοκ. Έκανε λόγο για μια «εξωσωματική» εμπειρία, λέγοντας ότι παρακολουθούσε τα γεγονότα σαν ξένη προς τον εαυτό της, από απόσταση.
Αργότερα, μεταφέρθηκε σε διαμέρισμα όπου, σύμφωνα με την καταγγελία της, κακοποιήθηκε σεξουαλικά από επαγγελματία υγείας που είχε αναλάβει την αποθεραπεία της: «Μου πήρε τα πάντα», δήλωσε, επισημαίνοντας πως εξαναγκάστηκε να παραμείνει στον ίδιο χώρο με τον δράστη.
Η κακοποίηση, όπως αναφέρει, συνεχίστηκε με νέες μετακινήσεις, συμμετοχή σε προπαγανδιστικό υλικό της τρομοκρατικής Χαμάς χωρίς τη θέλησή της και εγκλεισμό σε σπίτι άνδρα που εργαζόταν ως κάμεραμαν. Εκεί, επί 16 ημέρες, βρισκόταν σε καθεστώς συνεχούς παρακολούθησης, με χειροπέδες, απειλές και όπλα δίπλα στο κρεβάτι της, ενώ δεχόταν συστηματική σεξουαλική παρενόχληση από δύο άνδρες.
«Όλα γίνονταν στη σιωπή. Έκλαιγα και μου έλεγαν να προσέχω, γιατί αν δεν ηρεμούσα θα θύμωναν», υπογράμμισε. Σε μία προσπάθεια αυτοπροστασίας, όπως εξομολογήθηκε, εφηύρε την ύπαρξη συζύγου για να λειτουργήσει αποτρεπτικά.
Ένας από τους μεγαλύτερους φόβους της αφορούσε το ενδεχόμενο εγκυμοσύνης μετά τους επαναλαμβανόμενους βιασμούς, ειδικά σε περιόδους που βρισκόταν αναίσθητη από φαρμακευτικές ουσίες. Η καθυστέρηση της εμμήνου ρύσης την οδήγησε σε τεστ εγκυμοσύνης που οι απαγωγείς της έφεραν, το οποίο βγήκε αρνητικό. «Ο μεγαλύτερος φόβος μου ήταν ότι μου είχαν κάνει κάτι χωρίς να το ξέρω», ανέφερε, εκφράζοντας αγωνία πως κακοποιήθηκε ενώ ήταν υπό την επήρεια ναρκωτικών.
Το πιο τραυματικό σημείο του εγκλεισμού της, όπως είπε, ήταν μία σεξουαλική επίθεση διάρκειας περίπου 30 λεπτών στο μπάνιο, λίγο πριν την επόμενη μεταφορά της. Ο δράστης, σύμφωνα με τα λεγόμενά της, ήταν «εκστασιασμένος», ενώ εκείνη είχε παραλύσει από τον φόβο και έκλαιγε ασταμάτητα. Μετά το περιστατικό, δέχθηκε απειλές θανάτου ώστε να μην αποκαλύψει ποτέ τι υπέστη.
Παρά τις απειλές, μετά την απελευθέρωσή της στις 19 Ιανουαρίου 2025, αποφάσισε να μιλήσει δημόσια, δίνοντας φωνή σε όσους δεν μπορούν ή δεν τολμούν.

