Στο Παρίσι έγινε η πρώτη συνάντηση της Ντόρας Μπακογιάννη με τον Παύλο και ήταν άκρως επεισοδιακή καθώς σημαδεύτηκε από ένα μεγάλο καβγά.
«Ήρθε να δει τον Μητσοτάκη. Συνεργάζονταν οι δυο τους. Κάποια στιγμή μου λέει ο Μητσοτάκης “Κάνε του παρέα, σε ένα τέταρτο έρχομαι”. Και ο Παύλος μου κολλάει για την Αποστασία και γινόμαστε από δυο χωριά χωριάτες. Ήταν ο πρώτος μας καβγάς. Είπε τον Μητσοτάκη αποστάτη, κατάλαβε ότι τσίμπησα εγώ και μετά σκοτωθήκαμε. Είπα μετά στον Μητσοτάκη “τι τον έφερες αυτόν τον άθλιο τύπο εδώ μέσα;”.
Και μετά τον ερωτεύτηκα τρελά. Μένουμε μαζί στο Μόναχο για ένα διάστημα και μετά πέφτει η δικτατορία. Εγώ, είχα γυρίσει νωρίτερα γιατί είχαν βάλει τον Μητσοτάκη φυλακή. Ο Μητσοτάκης είχε πει στον Μπακογιάννη να μην με αφήσει να γυρίσω. Δεν με κρατούσε όμως ούτε ο Μπακογιάννης, ούτε ο στρατός ολόκληρος.
Έτσι γύρισα πίσω, έπεσε η δικτατορία, γύρισε και ο Παύλος, γυρίσαμε στην Αθήνα και έπρεπε πλέον να παντρευτούμε, γιατί η εποχή δεν επέτρεπε συμβίωση. Και έτσι παντρευτήκαμε.
Δεν με ενδιέφερε το θέμα του γάμου, ήθελα απλώς να ζω με τον Παύλο. Και έτσι γίνεται ο πρώτος μεταδικτατορικός γάμος και έρχονται άνθρωποι από τις φυλακές, από τα νησιά, από τις εξορίες. Ήταν ένας γάμος όπου ήταν αδύνατο να καταλάβεις τι ήταν ο καθένας πολιτικά.
Εμένα τότε ο Παύλος μού φαινόταν μεγάλος. Ήμουν 18 και εκείνος 38. Και έλεγα ότι πρέπει να κάνω γρήγορα παιδιά. Ήμαστε και “παιδοοικογένεια” και έτσι κάναμε γρήγορα παιδιά», ανέφερε σε συνέντευξή της στο Πρώτο Θέμα.