Oι αναταραχές στο διεθνές περιβάλλον έχουν φέρει μεγάλη αναστάτωση στις αγορές και στις τοπικές κοινωνίες. Οι πολίτες παρακολουθούν με αγωνία τις εξελίξεις και ανησυχούν για το χειμώνα που έχουν να αντιμετωπίσουν. Το κύμα ακρίβειας δυσκολεύει κάθε κίνηση τους και αναβάλει κάθε προγραμματισμό τους.
Η παγκόσμια πανδημία, ο πόλεμος στην Ευρώπη, ήταν κίνδυνοι που έμοιαζαν σχεδόν αδιανόητοι, έως ότου συνέβησαν. Τώρα, οι εντάσεις με την Κίνα που προκλήθηκαν από το ταξίδι της προέδρου της Βουλής των ΗΠΑ κ. Νάνσυ Πελόζι στην Ταϊβάν, λίγους μήνες μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, ανάγκασαν τις επιχειρήσεις να αντιμετωπίσουν την πιθανότητα ένας κίνδυνος που από καιρό θεωρείται μακρινό ενδεχόμενο, τελικά να υλοποιηθεί: μια σύρραξη ΗΠΑ-Κίνας, ή κάτι σαν σύρραξη, τουλάχιστον σε επιχειρηματικό επίπεδο.
Οι εταιρείες αντιμετωπίζουν μια ραγδαία αλλαγή νοοτροπίας. Στη μεταψυχροπολεμική εποχή και μετά την ένταξη του Πεκίνου στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου το 2001, όταν επικρατούσε η πεποίθηση ότι η
εμβάθυνση του εμπορίου με τη Δύση θα μπορούσε να φέρει την Κίνα στη φιλελεύθερη παγκόσμια τάξη πραγμάτων, οι επιχειρήσεις συνήθισαν να λειτουργούν σε ένα ευνοϊκό παγκόσμιο περιβάλλον. Προτεραιότητα θα μπορούσαν να έχουν καθαρά οικονομικά ζητήματα —εκεί όπου ήταν πιο εμπορικά λογική η κατασκευή ενός εργοστασίου ή η αγορά προμηθειών.
Η πίεση για αποχώρηση από τη Ρωσία μετά την επίθεσή της στην Ουκρανία έχει πλέον αναγκάσει σχεδόν κάθε αμερικανική εταιρεία να αντιμετωπίσει το ερώτημα του τι θα έκανε εάν η Κίνα εισέβαλε στην Ταϊβάν. Η αποχώρηση της McDonald’s από τη Μόσχα – όπου η άφιξή της το 1990 ήταν μια κομβική στιγμή για την πρόοδο της παγκοσμιοποίησης – είχε βαρύ συμβολισμό. Οι δυτικές εταιρείες έχουν καταλάβει ότι μια κρίση αναφορικά με την Ταϊβάν θα μπορούσε ομοίως να οδηγήσει σε εγκλωβισμό, διάλυση ή διαγραφή επενδύσεων, να οδηγήσει σε χάος τις αλυσίδες εφοδιασμού, αλλά σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα.
Η πρεσβεία της Ρωσίας στο Λονδίνο καταλόγισε υποκρισία στη Μεγάλη Βρετανία για ανακοίνωση του βρετανικού υπουργείου Εξωτερικών την προηγούμενη εβδομάδα, η οποία αμφισβητούσε το «ηθικό δικαίωμα» της Ρωσίας, αναφορικά με τη συμμετοχή της στην ομάδα των κρατών-μελών της
G20.
Η Βρετανία ανακοίνωσε ότι η Ρωσία δεν έχει ηθικό δικαίωμα συμμετοχής στην G20, ενώ εξακολουθεί να ασκεί πίεση με την εισβολή της στην Ουκρανία.
«Θεωρούμε τέτοιες ανακοινώσεις, ειδικότερα υποκριτικές, μετά την κίνηση του Ηνωμένου Βασιλείου, αλλά και συμμάχων του από το ΝΑΤΟ να πλήξουν την αξιοπιστία (της G20), με τη συμμετοχή τους σε παράνομες και επιθετικές στρατιωτικές εκστρατείες στη Γιουγκοσλαβία, στο Ιράκ, στη Λιβύη και τη Συρία, όπως επίσης και σε άλλες χώρες στη Μέση Ανατολή και στην Αφρική,» ανέφερε η ρωσική πρεσβεία.
Η Ινδονησία θα φιλοξενήσει την επικείμενη διάσκεψη της G20 το Νοέμβριο και έχει ανακοινώσει ότι ο Ρώσος πρόεδρος κ. Βλαντίμιρ Πούτιν και ο Κινέζος ομόλογος του κ. Σι Τζινπίνγκ θα λάβουν μέρος.
Οι εξελίξεις είναι πυκνές και θα αναμένουμε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τις παρασκηνιακές διαβουλεύσεις. Ο κόσμος αλλάζει, οι μεγάλες δυνάμεις αναθεωρούν τις στρατηγικές τους και οι λαοί αγωνιούν για το μέλλον τους.
*Ο Κων/νος Σ. Μαργαρίτης είναι Δημοσιογράφος