Αισθητά παραμένουν τα ίχνη της κρίσης –στα τέλη του περασμένου Μαΐου με αποκλειστική υπαιτιότητα της αιγυπτιακής πλευράς– στις σχέσεις Ελλάδας και Αιγύπτου αναφορικά με το καθεστώς και την ιδιοκτησία της Μονής Αγίας Αικατερίνης στο Ορος Σινά.

Αυτό διεφάνη και στη χθεσινή συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών των δύο χωρών, Γιώργου Γεραπετρίτη και Μπαντρ Αμπντελάτι αντιστοίχως, παρά τις υπερβολικές φιλοφρονήσεις του δεύτερου προς τον πρώτο, αλλά και βάσει όσων επισήμαιναν διπλωματικοί αξιωματούχοι για την «πολυπλοκότητα» και τη «συνθετότητα» του θέματος.

Ενώ ο κ. Γεραπετρίτης ήταν σε γενικές γραμμές λακωνικός και μάλλον συγκρατημένος για την έκβαση του ζητήματος της Μονής, υπογραμμίζοντας ότι έλαβε διαβεβαίωση από τον ομόλογό του ότι δεν θα διαταραχθεί η συνέχεια και ο λατρευτικός ελληνορθόδοξος χαρακτήρας της, ο κ. Αμπντελάτι ήταν χειμαρρώδης αλλά όχι απαραιτήτως ουσιαστικός.

Γενικά και αόριστα

Ο Αιγύπτιος υπουργός υποστήριξε ότι οι Αρχές της χώρας του και η Μονή βρίσκονται κοντά σε συμφωνία, χωρίς ωστόσο να κάνει οποιαδήποτε μνεία στα ουσιώδη: δηλαδή αν θα έχει η Μονή ιδιοκτησία τόσο επί των λατρευτικών χώρων όσο και επί των 71 εκτάσεων πέριξ αυτής, όπως αναγνωριζόταν στον εξωδικαστικό συμβιβασμό του περασμένου Φεβρουαρίου μεταξύ αιγυπτιακού κράτους και Μονής.

Αντιθέτως, προτίμησε να υπερθεματίσει γενικώς περί της «φιλίας και της αγάπης που ξεπερνούν σύνορα», έκανε επίκληση στα διδάγματα της χριστιανικής θρησκείας, ενώ εξήρε τη θρησκευτική ανεκτικότητα εντός της χώρας του.

Ταυτόχρονα, με έντονες χειρονομίες ο κ. Αμπντελάτι απέρριψε τις «κακόβουλες» και «ανυπόστατες» φημολογίες για τις αιγυπτιακές προθέσεις σχετικά με τη Μονή και διαβεβαίωσε –όπως και ο πρόεδρος Σίσι τον περασμένο Μάιο από την Αθήνα– ότι η «θέση της Μονής είναι ιερή και δεν μπορεί κανείς να αγγίξει τη Μονή, δεν υπάρχει περίπτωση κάποιος να την αγγίξει».

Κατά τα λοιπά, προκάλεσε εντύπωση η απουσία οποιασδήποτε αναφοράς από πλευράς του υπουργού Εξωτερικών της Αιγύπτου στη Λιβύη (όπως και στην Τουρκία), ο οποίος περιορίστηκε σε μια γενικόλογη διατύπωση περί ανάγκης για αποκλιμάκωση στην Ανατολική Μεσόγειο ώστε «να συγκεντρωθούμε στην αξιοποίηση του φυσικού πλούτου, προς όφελος των λαών, στο πλαίσιο του διεθνούς δικαίου».

Αντιθέτως, ο κ. Γεραπετρίτης εστίασε στο λιβυκό ζήτημα συνολικά, ενώ επανέλαβε –δίχως να το ονοματίσει– ότι το τουρκολιβυκό μνημόνιο δεν παράγει κανένα αποτέλεσμα. Πιο συγκεκριμένα, αναφέρθηκε στη χθεσινή συμπλήρωση πέντε χρόνων από τη μερική οριοθέτηση ΑΟΖ Ελλάδος-Αιγύπτου, χαρακτηρίζοντάς την «υποδειγματική» συμφωνία.

Υπό αυτό το πρίσμα, τόνισε ότι Ελλάδα, Αίγυπτος και Λιβύη, ως «γνήσια γειτονικές χώρες», όπως τις αποκάλεσε, έχουν κάθε συμφέρον «να προχωρήσουν στις εναπομείνασες οριοθετήσεις με γνώμονα το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας». Στις έτερες πτυχές του Λιβυκού, όπως την αναβίωση της πολιτικής διαδικασίας και τις παράνομες μεταναστευτικές ροές –για τις οποίες συμφωνήθηκε στενότερος συντονισμός– ο Ελληνας υπουργός υπογράμμισε τη συναντίληψη μεταξύ των δύο χωρών.

Επιπλέον, οι δύο υπουργοί αναφέρθηκαν στη συμφωνία των δύο χωρών για προσέλκυση νόμιμων Αιγύπτιων μεταναστών στην Ελλάδα, προκειμένου να εργαστούν στον πρωτογενή τομέα. Ο κ. Γεραπετρίτης τη χαρακτήρισε ως μια «σημαντική και εξαιρετικά ωφέλιμη» προοπτική για την ελληνική οικονομία και υποστήριξε ότι πρέπει να αρθούν τα όποια γραφειοκρατικά εμπόδια.

Ο κ. Αμπντελάτι έκανε λόγο για μια αμοιβαία συμφέρουσα κατάσταση, διότι αφενός «θα καλυφθούν οι ανάγκες της ελληνικής αγοράς» και αφετέρου «θα εξασφαλιστούν αξιοπρεπείς ευκαιρίες εργασίας για χιλιάδες Αιγύπτιους». Ακόμα, ο οικοδεσπότης υπενθύμισε ότι η Ελλάδα παραμένει σταθερός υποστηρικτής της Αιγύπτου εντός της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Για την κρίση στη Γάζα, ο κ. Γεραπετρίτης σημείωσε ότι η Ελλάδα προκρίνει ως απόλυτη προτεραιότητα την επίτευξη εκεχειρίας και υποστηρίζει το αραβικό σχέδιο ανασυγκρότησης της παλαιστινιακής περιοχής, στο οποίο η Αίγυπτος έχει πρωτοστατήσει. Από την πλευρά του, ο Αιγύπτιος ΥΠΕΞ υποστήριξε ότι συντελείται «μεθοδευμένη γενοκτονία» στη Γάζα και πως η διεθνής κοινότητα οφείλει το συντομότερο να παρέμβει. Παράλληλα, απέρριψε κατηγορηματικά τον επιδιωκόμενο εκτοπισμό του παλαιστινιακού λαού από «τα πάτρια εδάφη του». 

Τέλος, διαπιστώθηκε ότι οι δύο πλευρές έχουν κοινή θέση για τη Συρία, τασσόμενες υπέρ της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας ενός ενιαίου κράτους, με τη συμμετοχή όλων των Σύρων και με καθολικό σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου.

Οπωσδήποτε, παρά τις αναταράξεις για τη Μονή, η περιφερειακή συνεργασία Ελλάδας – Αιγύπτου ακόμα διατηρεί ισχυρή σημασία και για τις δύο χώρες οι οποίες φαίνεται ότι συνεχίζουν να έχουν κοινή αντίληψη ως προς το τι συνιστά απειλή για την ασφάλεια και τη σταθερότητα της ευρύτερης περιοχής.