«Κατά τη διάρκεια του κατακλυσμού, ο δήμος δέχτηκε 102,2 χιλιοστά βροχόπτωσης, όταν τα τελευταία πέντε χρόνια η περιοχή δέχεται κατά μέσο όρο 235 χιλιοστά βροχόπτωσης ετησίως. Σύμφωνα μάλιστα με την ΕΜΥ, στη μεγάλη έξαρση του φαινομένου λίγο πριν από τα μεσάνυχτα της Πέμπτης, η πόλη μας βρισκόταν στο επίκεντρο της καταιγίδας για αρκετή ώρα».

Γράφει η Ελευθερία Γεωργίου

Η ανακοίνωση του Δήμου Βούλας-Βάρης-Βουλιαγμένης περιγράφει τεχνικά την κατάσταση που δημιουργήθηκε στην περιοχή με το πέρασμα της κακοκαιρίας «Daniel». Η Αστυνομία προχώρησε λόγω συσσώρευσης υδάτων στη διακοπή της κυκλοφορίας των οχημάτων στη λεωφόρο Κωνσταντίνου Καραμανλή, στο ύψος του νοσοκομείου Ασκληπείου Βούλας, στο ρεύμα προς Αθήνα.

Στον διπλανό Δήμο Σαρωνικού πάλι πρωτοτύπησαν: αναπαρήγαγαν το μήνυμα του 112 και στη συνέχεια «ο δήμαρχος Χρήστος Γκίνης απηύθυνε αίτημα προς τους αρμόδιους φορείς να κηρυχθεί ο δήμος ως πλημμυροπαθής και πληγείς από την κακοκαιρία, επισημαίνοντας τη μεγάλη ανάγκη στήριξης προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι τεράστιες επιπτώσεις», όπως ενημερώνει ανακοίνωση του δήμου.

Είναι η δεύτερη φορά μέσα σε δύο μήνες επί της ουσίας που ο Δήμος Σαρωνικού εμφανίζεται αδύναμος να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του απέναντι στους δημότες. Προηγήθηκε η μεγάλη φωτιά του Ιουλίου, όπου και πάλι ο δήμαρχος ζητούσε να κηρυχθεί ο δήμος του σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Σύμφωνα με πληροφορίες, πάντως, ο μεταβατικός δήμαρχος Χρήστος Γκίνης (διαδέχθηκε τον παραιτηθέντα Πέτρο Φιλίππου) δεν έκανε τα αυτονόητα: να κηρύξει ο ίδιος σε έκτακτη ανάγκη τον δήμο του και να κρατήσει τα συνεργεία για άμεση αποκατάσταση αφήνοντας μάλιστα και ολόκληρες περιοχές δίχως ύδρευση.

Σημαντικές ζημιές καταγράφονται και στον Δήμο Μαρκοπούλου και ειδικά στο Πόρτο Ράφτη, μια περιοχή η οποία μοιάζει εγκαταλελειμμένη. Κοινό σημείο των δύο τελευταίων δήμων είναι η έλλειψη ουσιαστικών υποδομών: δήμοι που γνωρίζουν την έντονη ανάπτυξη ειδικά μετά την πανδημία καθώς έχουν επιλεγεί ως τόπος μόνιμης κατοικίας.

Πισίνα το μετρό

Πλημμύρες όμως δεν παρατηρήθηκαν μόνο εκεί. Αντίστοιχα φαινόμενα είχαμε και σε περιοχές όπως το Μοσχάτο, η Καλλιθέα ακόμα και το κέντρο της Αθήνας με τις εικόνες από τον σταθμό μετρό του Ευαγγελισμού να σοκάρουν και να υποχρεώνουν την εταιρεία να τον κλείσει.

Πώς όμως είναι δυνατόν, έστω και υπό το πρίσμα της κλιματικής αλλαγής και μιας πρωτοφανούς νεροποντής, να σχηματίζονται ρέματα μέσα στον αστικό ιστό; «Οι περισσότεροι δήμοι ξεκινούν τους καθαρισμούς των φρεατίων αργότερα μέσα στον Σεπτέμβριο, μιας και προηγείται η αντιπυρική περίοδος και το βάρος πέφτει εκεί. Η προειδοποίηση για την κακοκαιρία έγινε αρχές της εβδομάδας. Οσοι δήμοι είχαν συνεργεία μπόρεσαν να κινηθούν άμεσα και να καθαρίσουν όπου υπήρχε πρόβλημα. Οι υπόλοιποι είτε αδιαφόρησαν είτε υποεκτίμησαν την κατάσταση», σχολιάζει στο «Μανιφέστο» αυτοδιοικητικός παράγοντας, συμπληρώνοντας πως σε κεντρικούς οδικούς άξονες που καταγράφηκαν προβλήματα υπεύθυνη ήταν η Περιφέρεια Αττικής.

Χαρακτηριστικό είναι πως δήμοι που δέχθηκαν μεγάλους όγκους νερού και υστερούν σε υποδομές, όπως ο Δήμος Παιανίας και Κορωπίου, δεν αντιμετώπισαν προβλήματα. Σύμφωνα με πληροφορίες, από τις αρχές της εβδομάδας συνεργεία είχαν παρέμβει στα επικίνδυνα σημεία με αποτέλεσμα η κατάσταση να είναι καλή. «Είναι επείγον να επιταχυνθούν τα αντιπλημμυρικά έργα τα οποία έχουν μείνει στη μέση. Επίσης να προχωρήσουν πολύ σημαντικά έργα, όπως η διευθέτηση των ρεμάτων, τα οποία έχουν σταματήσει λόγω ενστάσεων των εργολάβων» συμπληρώνει ο συνομιλητής παρουσιάζοντας την κατάσταση που επικρατεί στην Αττική και έχει καταστροφικές συνέπειες. Μόνο την Τετάρτη στην Αττική έγιναν προς την Πυροσβεστική 651 κλήσεις...

Ημιτελή τα έργα

Η Αττική λόγω προβλημάτων έχει μείνει με ημιτελή αντιπλημμυρικά έργα. Σύμφωνα με πληροφορίες:

• Η Αντιπλημμυρική Προστασία στους Δήμους Ηλιούπολης και Βύρωνα (περιοχή Καρέα - Αναστάσεως), προϋπολογισμού 7.500.000 ευρώ, έχει εκτελεσθεί κατά 23% και μετά έγινε «διάλυση της σύμβασης» και το έργο έχει σταματήσει.

• Η Αντιπλημμυρική Μελέτη Δυτικής Αθήνας, προϋπολογισμού 4.469.289 ευρώ παραμένει στα χαρτιά καθώς τρία χρόνια γίνεται διαβούλευση για τη Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων.

• Η κατασκευή δικτύου όμβριων στους Δήμους Κορυδαλλού και Νίκαιας - Αγ. Ιωάννη Ρέντη, προϋπολογισμού 18.600.000 ευρώ, δημοπρατήθηκε το 2020 χωρίς να έχει έως σήμερα συμβασιοποιηθεί.

• Το ρέμα Κόρμπι στη Βάρη, προϋπολογισμού 20.249.000 ευρώ, παραμένει στα χαρτιά. Η σύμβαση διαλύθηκε το 2021 έχοντας εκτελεστεί μόλις το 9% του έργου. Εκτοτε επιχειρείται η επαναδημοπράτηση του έργου με το Ελεγκτικό Συνέδριο να μην εγκρίνει τη διαδικασία.

Η Περιφέρεια Αττικής υλοποιεί αντιπλημμυρικά έργα ύψους 150 εκατ. ευρώ ενώ, σύμφωνα με το επικαιροποιημένο master plan που έχει καταρτιστεί, απαιτούνται έργα συνολικού ύψους 10 δισ. ευρώ για τη θωράκιση των ευάλωτων περιοχών του μητροπολιτικού συγκροτήματος. Το master plan έχει καταρτίσει η Περιφέρεια Αττικής σε συνεργασία με το ΕΚΠΑ και το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών και σε αυτό καταγράφεται η υφιστάμενη κατάσταση, οι κίνδυνοι ανά περιοχή, το σύνολο των απαιτούμενων έργων και παρεμβάσεων με την ανάλογη κοστολόγηση, καθώς και οι τρόποι συμμετοχής και εκπαίδευσης των πολιτών σε θέματα Πολιτικής Προστασίας, μέσα από τα σχετικά προγράμματα που θα υλοποιηθούν με τη συνεργασία της Περιφέρειας και των Δήμων της Αττικής. Το προηγούμενο master plan είχε γίνει για πληθυσμό 1,5 με 2 εκατ. κατοίκους πριν από δεκαετίες χωρίς να λαμβάνει υπόψη την κλιματική κρίση. Αναθεωρήθηκε μόλις το 2021.

Περίπου 50 έτη μετρά η μελέτη του... Κηφισού

Ο Πειραιάς, η Καλλιθέα, το Μοσχάτο, ο Ρέντης, το Περιστέρι, οι Αγιοι Ανάργυροι, τα Νέα Λιόσια, αλλά και το κέντρο της Αθήνας είναι οι περιοχές της Αττικής που παρουσιάζουν τη μεγαλύτερη συχνότητα πλημμυρών. Σε δηλώσεις του ο Ευθύμης Λέκκας έχει εξηγήσει πως, περίπου έως το 2000, ο Κηφισός, ο Ιλισός και ο Ηριδανός ήταν οι κύριοι αποδέκτες του νερού της βροχής, ωστόσο η επέκταση της δόμησης ανάγκασε το νερό να μεταφερθεί σε δευτερογενείς κοίτες, οι οποίες όμως δεν έχουν τη δυνατότητα να αντέξουν μεγάλες ποσότητες, με αποτέλεσμα να έχουμε πλημμύρες σε περιοχές όπως το Περιστέρι, η Κηφισιά, το Χαλάνδρι, η Βούλα. Η δε μελέτη του Κηφισού μετρά ήδη περίπου μισό αιώνα γεννώντας ερωτήματα για το κατά πόσο μπορεί να αντεπεξέλθει. Σύμφωνα με μελέτη του ΕΜΠ, τα ανοιχτά ρέματα το 1945 είχαν μήκος 1.280 χιλιόμετρα και σήμερα, μόλις, 434 χιλιόμετρα, μειώθηκαν, δηλαδή, σε ποσοστό 66,4%. Στα τέλη του 19ου αιώνα διέσχιζαν το Λεκανοπέδιο 700 χείμαρροι, ποτάμια και ρυάκια. Το 1999, ο αριθμός τους ήταν μικρότερος των 70 (κάτω, δηλαδή, και από το 10%) και σήμερα δεν υπερβαίνουν τα 50.