«Είναι εντυπωσιακό το πώς ανακάμψατε. Τώρα έχετε προτεραιότητα την ανταγωνιστικότητα και την ασφάλεια» δήλωσε ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Αντόνιο Κόστα απευθυνόμενος στον Κυριάκο Μητσοτάκη, προσθέτοντας πως «τίποτα, όμως, δεν μπορεί να γίνει χωρίς μακροοικονομικά θεμέλια».

Εδώ ακριβώς είναι η ουσία, η οικονομική σταθερότητα που έχει πετύχει η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη και η οποία αποτελεί τη βάση τόσο για την πολιτική σταθερότητα όσο και για την ασφάλεια της χώρας και των πολιτών της.

Και αυτό είναι που δεν καταλαβαίνουν ή κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν οι ηγεσίες των κομμάτων της αντιπολίτευσης που έχουν επιλέξει την καταστροφολογία, τον λαϊκισμό και τη μιζέρια ως τακτική κατά της κυβέρνησης και κατά του πρωθυπουργού σε προσωπικό επίπεδο.

Τα όσα λένε και τα όσα υποστηρίζουν έρχονται σε σύγκρουση με την πραγματικότητα όπως τη βιώνουν οι πολίτες και όπως τη διαπιστώνουν εντός και εκτός της Ελλάδας. Ίσως γι’ αυτό επιδιώκουν την αποσταθεροποίηση, μόνο που στο τέλος της ημέρας αυτό που μένει είναι η κυριαρχία του Κυριάκου Μητσοτάκη.

Γιατί; Μα διότι πέραν των επιτευγμάτων, των μεταρρυθμίσεων, έχει καταφέρει να δείξει απτό έργο που συνεχίζεται. Ό,τι και να πει κανείς και μόνο οι δεκάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας που έχουν δημιουργηθεί και η τεράστια μείωση της ανεργίας έχει φτάσει στο 8% αρκεί για να διαπιστωθεί τι ακριβώς συμβαίνει.

Η μείωση 83 φόρων δεν είναι κάτι που έγινε τυχαία αυτήν την 6ετία. Μειώθηκαν άμεσοι φόροι αλλά και έμμεσοι με αποτέλεσμα να ενισχύεται το εισόδημα των πολιτών και να αντισταθμίζεται το κόστος που προκαλεί η ακρίβεια. Υγεία και Παιδεία, μαζί με τα έργα στις υποδομές, δείχνουν ότι αυτή η χώρα μόνο δεν καταρρέει.

Έτσι οι αρχηγοί της αντιπολίτευσης μένουν μόνοι με τη μιζέρια τους και ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιδιώκει να τεθεί στην κρίση των πολιτών το έργο που θα έχει γίνει μέχρι τη λήξη της συνταγματικής θητείας αυτής της κυβέρνησης.

Η κυριαρχία του στο πολιτικό σκηνικό εδράζεται σε αυτήν ακριβώς την πορεία που έχει διαγράψει. Δεν είναι τυχαίο ότι κυριαρχεί και στον χώρο του κέντρου ούτε ότι 2 στους 10 ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ τον θεωρούν καταλληλότερο για πρωθυπουργό από τον αρχηγό του κόμματός τους, ο οποίος αδυνατεί να καταγράψει ένα διψήφιο ποσοστό σε αυτό το ερώτημα.

Δεν είναι επίσης τυχαίο ότι, παρά τον πόλεμο λάσπης και την τοξικότητα, τα κόμματα της αντιπολίτευσης δεν μπορούν να εισπράξουν από την όποια φθορά της κυβερνώσας παράταξης. Και δεν είναι τυχαίο ότι αδυνατούν να αρθρώσουν έστω μια πειστική πρόταση που να δημιουργεί συνθήκες αισιοδοξίας και προοπτικής.

Πώς να πιστέψει κανείς κάποιον που υποστηρίζει από τη μία ότι η χώρα έχει καταστραφεί και οι πολίτες πεινούν και από την άλλη τάζει δισεκατομμύρια στη λογική του «Τσοβόλα δώσ’ τα όλα». Πραγματικά είναι απορίας άξιον ποιος τα σκέφτεται αυτά και πού νομίζει ότι απευθύνεται από την πλευρά της αντιπολίτευσης.

Σε κάθε περίπτωση, η κυριαρχία Μητσοτάκη και η πρωτοκαθεδρία της ΝΔ έχουν βάσεις. Εκεί θα στηριχθεί και η προσπάθεια να απευθυνθούν εκ νέου στους πολίτες – ειδικά αυτούς που εμφανίζονται απογοητευμένοι χωρίς όμως να απομακρύνονται από το κόμμα που έχει ως κυβέρνηση καταφέρει να αλλάξει σελίδα. Κάτι που αναγνωρίζεται και διεθνώς