Η αύξηση των μεταναστευτικών ροών που κατευθύνονται από τη Λιβύη στην Ευρώπη μέσω της Ελλάδας και της Ιταλίας, επαναφέρουν στο προσκήνιο ένα σοβαρό πρόβλημα που οι Βρυξέλλες δεν φρόντισαν εγκαίρως να λύσουν και τώρα υφίστανται τις επιπτώσεις του. Κατ’ αρχάς πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι η Λιβύη είναι μια μικρή χώρα με πληθυσμό που δεν υπερβαίνει τα επτά εκατομμύρια κατοίκους, αλλά τα χερσαία σύνορά της καταλαμβάνουν μια μεγάλη έκταση τεσσάρων χιλιάδων χιλιομέτρων, την οποία μοιράζεται με έξι κράτη.
Ειδικού συνεργάτη
Σ’ αυτή τη δυσαναλογία κρύβεται το κλειδί για την κατανόηση πολλών από τις διαρθρωτικές αδυναμίες της βορειοαφρικανικής χώρας, αλλά και ένα σημαντικό μέρος του μεταναστευτικού προβλήματος που επηρεάζει τα κράτη πρώτης υποδοχής και απειλεί να πλήξει την Ευρώπη. Ειδικά σε περίπτωση που δεν «υιοθετήσει» τη Λιβύη και την αφήσει υπό την «κηδεμονία» της Τουρκίας.
Με δεδομένο μάλιστα ότι η βορειοαφρικανική χώρα είναι –με πραγματικούς όρους– χώρα διέλευσης και όχι κυρίαρχο κράτος, ο ρόλος που διαδραματίζει η Τουρκία δεν αφορά μόνο την Ελλάδα αλλά την Ευρώπη συνολικά. Αυτός είναι ο βασικότερος από μια σειρά λόγους που απαιτείται ευρωπαϊκή στήριξη για να βοηθηθεί αυτή η χώρα και να ανακτήσει τη σταθερότητά της.
Το πραγματικό πρόβλημα της Λιβύης δεν είναι μόνο πολιτικό ή οικονομικό. Είναι πρωτίστως γεωγραφικό και ανθρώπινο: πώς μπορεί ένας τόσο μικρός πληθυσμός να διαχειριστεί, να προστατεύσει και να αναπτύξει μια τόσο τεράστια σε έκταση γη, η οποία μαστίζεται από εσωτερικές διαμάχες; Κάνοντας μια αναδρομή στο παρελθόν διαπιστώνει κανείς ότι οι πολιτικές που υιοθέτησε το λιβυκό κράτος από την εποχή του Καντάφι μέχρι σήμερα δεν έχουν δημιουργήσει την αναγκαία εδαφική ισορροπία. Αντίθετα, ευνόησαν την κεντρική ανάπτυξη, αφήνοντας τις νότιες κατά κύριο λόγο περιοχές χωρίς υποδομές, υπηρεσίες υγείας, σχολεία και ευκαιρίες απασχόλησης. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα μια σιωπηλή αλλά σταθερή μετακίνηση μεγάλων πληθυσμιακών ομάδων από τις αγροτικές περιοχές στις πόλεις και από τον νότο προς τον βορρά. Σε πολλές περιπτώσεις, ακόμη και από τις πόλεις του νότου μέχρι τις ακτές, αναζητώντας στοιχειώδεις συνθήκες επιβίωσης.
Σε όλα αυτά προστίθεται κι ένα επίσης ανησυχητικό γεγονός: η αύξηση του πληθυσμού στη Λιβύη είναι από τις χαμηλότερες στην περιοχή, παρά την τεράστια διαθεσιμότητα εδαφών και πόρων. Δεν υπάρχουν σταθερές πολιτικές στέγασης, δεν υπάρχουν πραγματικά κίνητρα για τους νέους να οικοδομήσουν το δικό τους μέλλον στη χώρα. Η δυσπιστία στους θεσμούς και η χρόνια αβεβαιότητα έχουν κάνει τη μετανάστευση μια διέξοδο μάλλον, παρά μια επιλογή. Ακόμη και κατά μήκος της παράκτιας λωρίδας, στα σύνορα με την Αίγυπτο.
Αλλά η πιο κρίσιμη κατάσταση εντοπίζεται στον νότο, καθώς η Λιβύη θεωρείται μια από τις πιο ασταθείς περιοχές της αφρικανικής ηπείρου. Τα νότια σύνορά της, με θέα το Σαχέλ, έχουν γίνει υποχρεωτικά περάσματα για δίκτυα διακίνησης ανθρώπων, όπλων και ναρκωτικών.
Η Λιβύη είναι, όπως προαναφέρθηκε, περιοχή διέλευσης και όχι κυρίαρχο κράτος. Και αυτή η ρευστή κατάσταση δεν είναι μόνο δικό της πρόβλημα. Είναι πρωτίστως μεσογειακό, ευρωπαϊκό αλλά και παγκόσμιο πρόβλημα. Η συρρίκνωση του πληθυσμού και η φυγή από τις γεωργικές περιοχές οδήγησαν επίσης στη μείωση της τοπικής παραγωγής, στην κατάρρευση ολόκληρων παραδοσιακών τομέων και στην αύξηση της εξάρτησης από το πετρέλαιο. Μια χώρα που κάποτε ήταν αυτάρκης, σήμερα εισάγει μεγάλο μέρος των βασικών αγαθών της, ενώ τεράστιες καλλιεργήσιμες εκτάσεις εγκαταλείπονται, ερημώνουν και διαβρώνονται.
Εάν η Λιβύη συνεχίσει να αδειάζει, να εξασθενεί και να κατακερματίζεται, δεν θα μπορέσει ποτέ να γίνει σταθερός εταίρος και αποτελεσματικό εμπόδιο στις μεταναστευτικές ροές, τις περιβαλλοντικές κρίσεις ή τις κρίσεις ασφάλειας. Συνεπώς δεν αρκεί η όποια χρηματική βοήθεια χωρίς την ενεργή παρουσία και τη συνεργασία της Ευρώπης στην ανασυγκρότηση της χώρας. Μόνο έτσι θα βοηθηθεί η Λιβύη να ανοικοδομήσει το θεσμικό της σύστημα, να ενισχύσει την παρουσία του το κράτος σε εγκαταλελειμμένα
εδάφη και να δώσει στους πολίτες της την ευκαιρία να μείνουν, να ζήσουν και να συνεισφέρουν στην ανάπτυξη.
Μια σταθερή, καλά διοικούμενη και ενιαία Λιβύη είναι προς το συμφέρον της Ευρώπης. Δεν αρκεί η διαχείριση των συνόρων για να ανακοπούν οι μεταναστευτικές ροές, πρέπει να αναμορφωθούν οι υφιστάμενες συνθήκες ώστε τα σύνορα να έχουν νόημα. Και αυτό δεν θα καταστεί εφικτό μέχρι να γίνει κατανοητό ότι η Λιβύη είναι μια «μικρή Αφρική» με τεράστιες ευθύνες και περιορισμένες δυνατότητες.
Οι Βρυξέλλες, συνεπώς, αντί να χρηματοδοτούν εμμέσως τη διαιώνιση του μεταναστευτικού με αποσπασματικά μέτρα, θα πρέπει να χαράξουν μια μακροπρόθεσμη στρατηγική σχέση συνεργασίας με τη Λιβύη, που θα την αποσπάσει από τη σφαίρα επιρροής της Τουρκίας και θα την καταστήσει αξιόπιστο εταίρο για την ασφάλεια και τη σταθερότητα στην περιοχή της Μεσογείου.