Η Κεντροαριστερά στην Ελλάδα βρίσκεται σε παρατεταμένη φάση αναδιάρθρωσης και μετάβασης. Ο μέχρι πρότινος βασικός πόλος του χώρου, ο ΣΥΡΙΖΑ, δείχνει να έχει φθαρεί, ενώ νέα πολιτικά κόμματα, όπως η Πλεύση Ελευθερίας και η Νέα Αριστερά, επιχειρούν να αναπληρώσουν το κενό εμπιστοσύνης που έχει δημιουργηθεί στην παραδοσιακή αντιπολίτευση.
Ωστόσο, εκείνο που τους ενώνει είναι ο σεκταρισμός. Δηλαδή η τάση για απομόνωση, ιδεολογική καθαρότητα και εσωστρέφεια – η υπερβολική προσκόλληση σε απόλυτες αλήθειες και η περιφρόνηση προς την ευρύτερη κοινωνική σύνθεση και τις ανάγκες της. Μια μορφή στείρας κριτικής προς τα πάντα, έλλειψη συνεργασίας ακόμα και με συγγενικές δυνάμεις και κυρίως αδυναμία οικοδόμησης ενός πειστικού πολιτικού σχεδίου εξουσίας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν εκείνος που κατάφερε να καρπωθεί τη λαϊκή δυσαρέσκεια των μνημονίων και το 2015 να φτάσει στην εξουσία. Ωστόσο, η μετεξέλιξή του από κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς σε κυβερνητικό σχηματισμό αποκάλυψε εσωτερικές αντιφάσεις, αδυναμία διοίκησης και διαρκείς υποχωρήσεις. Το αποκορύφωμα ήταν το δημοψήφισμα, όταν αγνοήθηκε η λαϊκή βούληση και ακολουθήθηκε μια πορεία πλήρους αποδοχής των όρων των δανειστών. Από τότε, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κατάφερε να ανασυγκροτηθεί πλήρως – και κυρίως δεν κατάφερε να επανασυνδεθεί με τη βάση του.
Όπου φύγει φύγει
Η κρίση ταυτότητας που αντιμετωπίζει μετά την αποχώρηση του Αλέξη Τσίπρα και την εκλογή του Στέφανου Κασσελάκη έως και σήμερα, αποκαλύπτει εσωστρέφεια, πολυδιάσπαση και προσωπικές στρατηγικές αντί ενός συλλογικού πολιτικού σχεδίου. Πολλά στελέχη έχουν αποχωρήσει, ιδρύοντας νέες πολιτικές κινήσεις (όπως η ΝΕΑΡ), ενώ η βάση απομακρύνεται, μη βρίσκοντας στον σημερινό ΣΥΡΙΖΑ πειστικότητα ή ιδεολογική σταθερότητα.
Η Πλεύση Ελευθερίας της Ζωής Κωνσταντοπούλου αποτελεί ένα άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα κόμματος που κινείται με σεκταριστική λογική. Έχοντας αναδειχθεί αρχικά μέσα από τον ΣΥΡΙΖΑ, η κ. Κωνσταντοπούλου διαχώρισε τη θέση της εντυπωσιακά, καταγγέλλοντας το 2015 την κυβερνητική στροφή μετά το δημοψήφισμα. Ωστόσο, η πολιτική της πορεία από τότε χαρακτηρίζεται κυρίως από ένα «πατερναλιστική» καταγγελία και αδιάλλακτη στάση, χωρίς να παρουσιάζεται κάποιο συγκροτημένο εναλλακτικό σχέδιο διακυβέρνησης.
Η Πλεύση λειτουργεί περισσότερο ως προσωπική έκφραση της επικεφαλής της, παρά ως κόμμα που φιλοδοξεί να αλλάξει ουσιαστικά τις δομές εξουσίας. Η έλλειψη οργανωτικής πειθαρχίας, συλλογικότητας και ανοιχτού διαλόγου περιορίζει το εύρος της απήχησής της –παρά την αύξηση των δημοσκοπικών της ποσοστών–, ενώ ενισχύει την αίσθηση ότι πρόκειται για μια μορφή πολιτικής «αίρεσης», περισσότερο στραμμένη στο παρελθόν παρά στο μέλλον.
Η Νέα Αριστερά, που ιδρύθηκε από πρώην στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ όπως ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, φιλοδοξεί να αποτελέσει έναν ανανεωμένο φορέα της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Ωστόσο, οι πρώτες ενδείξεις δείχνουν έναν οργανισμό που περισσότερο προσπαθεί να διασώσει την ιδεολογική καθαρότητα μιας χαμένης εποχής, παρά να εκπονήσει κάποιο ρεαλιστικό πρόγραμμα εξουσίας.
Η πολιτική ρητορική της ΝΕΑΡ κινείται σε γνώριμα μονοπάτια: έμφαση στη δημόσια παιδεία, στο κοινωνικό κράτος, στην αναδιανομή. Όμως η έλλειψη αυτοκριτικής για την κυβερνητική θητεία του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και η μη διαμόρφωση μιας ρεαλιστικής στρατηγικής κοινωνικής πλειοψηφίας αναπαράγουν τον ίδιο φαύλο κύκλο: απομονωτισμός, ιδεολογικές συγκρούσεις χωρίς πολιτική πρόταση διακυβέρνησης και εσωκομματική αυτοαναφορικότητα.
Ωστόσο, η κοινωνία σήμερα δείχνει να μην έχει ανάγκη από κόμματα που αναπαράγουν εσωτερικές διαμάχες, διασπάσεις και πολιτική ακινησία. Αντιθέτως, έχει ανάγκη από πολιτικά υποκείμενα που μπορούν να κατανοήσουν τη συγκυρία, να μιλήσουν τη γλώσσα της καθημερινότητας και κυρίως να διαμορφώσουν προτάσεις εξουσίας, όχι απλώς αντίδρασης. Ο σεκταρισμός, με τη μορφή που εκδηλώνεται στα παραπάνω παραδείγματα, λειτουργεί διαλυτικά για την πολιτική κουλτούρα και ενισχύει τον κυνισμό και την αποχή.
Η αναξιοπιστία των κομμάτων δεν είναι θεωρητικό πρόβλημα· έχει κοινωνικές και θεσμικές συνέπειες. Οι πολίτες γυρίζουν την πλάτη στην πολιτική όπως αυτή προάγεται από τα παραπάνω κόμματα, αφού βλέπουν να αναπαράγονται τα ίδια λάθη, οι ίδιες κλειστές δομές, οι ίδιες «ομάδες εκλεκτών».
Για να ξεπεραστεί η σημερινή στασιμότητα, τα κόμματα αυτά θα πρέπει να απαλλαγούν από τον σεκταριστικό τους χαρακτήρα και να ανοιχτούν σε κοινωνικά κινήματα, νέες μορφές συμμετοχής και ουσιαστικό πολιτικό διάλογο. Και επειδή διαφαίνεται πολύ δύσκολο να το πράξουν, προσπαθεί να το εκφράσει μέσω της επιστροφής του –σε χρόνο που ακόμα δεν αποκαλύπτει– ο Αλέξης Τσίπρας.
«Διάσωση» με… 10ευρα
Στο μεταξύ, πρόσκληση στα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ να ενισχύσουν οικονομικά το κομματικά μέσα ενημέρωσης απηύθυνε ο Σωκράτης Φάμελλος και με ανάρτησή του αναφέρει: «Η “Αυγή” και το Κόκκινο βρίσκονται σε κρίσιμο σταυροδρόμι. Για να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητά τους, απαιτούνται ριζικές αλλαγές. Το οφείλουμε και στην ιστορία τους και στον πλουραλισμό που προσφέρουν στην ενημέρωση. Από τον Νοέμβριο έχει καταβληθεί σημαντική οικονομική ενίσχυση από τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, που όμως δεν ήταν αρκετή για να καλυφθούν οι προϋπάρχουσες υποχρεώσεις. Για τη νέα αυτή προσπάθεια είναι απαραίτητη η στήριξη των μελών του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και των φίλων της “Αυγής” και του Κόκκινου. Σας καλώ να συμμετέχετε στην αύξηση μετοχικού κεφαλαίου για το Κόκκινο και να εγγραφείτε συνδρομητές στην “Αυγή”, ώστε να στηριχθούν οι εργαζόμενοι και η αναδιοργάνωση των κομματικών μέσων».
Και οι γνωρίζοντες σχολίασαν χαιρέκακα: «Θα περίμενε κανείς ένα πιο ουσιαστικό σχέδιο βιωσιμότητας από την έκκληση για δεκάευρα...».