Οι μηχανισμοί του ΠΑΣΟΚ λειτούργησαν και αυτήν τη φορά. Η πρώτη θέση του Νίκου Ανδρουλάκη το επιβεβαιώνει, παρά τη μείωση του ποσοστού του σε σχέση με τον πρώτο γύρο των εκλογών του 2021. Το επιβεβαιώνει και η δεύτερη θέση του Χάρη Δούκα, στο επιτελείο του οποίου βρέθηκαν στελέχη του παλιού καλού ΠΑΣΟΚ. Μόνο που το αποτέλεσμα των εσωκομματικών εκλογών της Κυριακής αποτελούν, ενδεχομένως, μια χαμένη ευκαιρία.
Η ανάδειξη του «όχι σε όλα» νυν προέδρου του κόμματος δείχνει πως το κόμμα εξακολουθεί να λειτουργεί με λογικές προηγούμενων δεκαετιών. Διότι πώς μπορεί διαφορετικά να ερμηνευτεί αυτό το αποτέλεσμα και η πρωτιά του προσώπου που ως επικεφαλής το 2023 δεν κατάφερε να εκμεταλλευτεί τη συντριπτική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ και του Αλέξη Τσίπρα και να εισπράξει από τη δραματική μείωση του αριθμού των ψηφοφόρων που καταγράφηκε.
Ο ίδιος στις ευρωεκλογές όχι μόνο δεν εισέπραξε από τη μείωση των ποσοστών της κυβερνώσας παράταξης, αλλά ούτε και από την περαιτέρω πτώση των ποσοστών του ΣΥΡΙΖΑ. Αντιθέτως, έχασε και αρκετές χιλιάδες ψηφοφόρων σε σχέση με τις εκλογές του 2023.
Ο έτερος μονομάχος κινήθηκε επίσης σε μια λογική… ΠΑΣΟΚ, επιχειρώντας να πείσει ότι είναι ικανός να κάνει ανοίγματα στ' αριστερά. Και έλαβε τη δεύτερη θέση με την ίδια ουσιαστικά τακτική με τον νυν πρόεδρο του κόμματος, δηλαδή με καταστροφολογία και καταγγελτικό λόγο.
Και αυτό είναι το σημείο αιχμής. Η τακτική που ακολουθήθηκε επιβραβεύτηκε, εν αντιθέσει με την τακτική του Παύλου Γερουλάνου αλλά και της Άννας Διαμαντοπούλου που θέλησαν να δώσουν μια δυναμική κυβερνησιμότητας στο ΠΑΣΟΚ.
Ουσιαστικά, οι μηχανισμοί του ΠΑΣΟΚ επεδίωξαν να περιχαρακώσουν τη Χαριλάου Τρικούπη σε μια λογική κεντροαριστερή, που όμως οδηγεί σε περαιτέρω απομάκρυνση από τον χώρο του κέντρου. Το 40% που έλαβαν Γερουλάνος-Διαμαντόπουλου ουδείς γνωρίζει αν είναι εφικτό να θεωρήσει ελκυστικές αυτές τις πολιτικές γραμμές που χαράσσονται με γνώμονα τη δήθεν κακιά δεξιά με προμετωπίδα έναν τρίτο, σοσιαλιστικό, δρόμο, ο οποίος έχει ξεπεραστεί από την ίδια τη… ζωή.