«Κύριε Μητσοτάκη, πότε επιτέλους θα σταματήσετε να ψεύδεστε; Να ψεύδεστε για τα pushbacks, να ψεύδεστε για το τι συμβαίνει με τους πρόσφυγες στην Ελλάδα;». Αυτό ήταν το ερώτημα του τομεάρχη Μετανάστευσης και Ασύλου του ΣΥΡΙΖΑ, Γιώργου Ψυχογιού, τον Νοέμβριο του 2021.
Η απορία του βουλευτή διατυπώθηκε στο πλαίσιο της θερμής υποστήριξης που παρείχε το (τότε) κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης στην Ολλανδή δημοσιογράφο, Ίνγκεμποργκ Μπέουχελ (που, μεταξύ άλλων, είχε συλληφθεί διότι φιλοξενούσε στο σπίτι της έναν λαθρομετανάστη 40 χρόνια νεότερό της), η οποία κατηγόρησε την κυβέρνηση της ΝΔ για πρακτικές απώθησης μεταναστών.
Η «καραμέλα» περί pushbacks αποτελεί συχνή επωδό του ΣΥΡΙΖΑ και των συμπαθούντων. Εσχάτως, το ζήτημα επανήλθε στην επικαιρότητα, αλλά όχι σε κατεύθυνση που να συμφέρει ή να ενδιαφέρει την Κουμουνδούρου. Ειδικότερα, προ ημερών, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καταδίκασε την Ελλάδα για «συστηματικές απωθήσεις αιτούντων άσυλο» επιδικάζοντας ταυτόχρονα στην καταγγέλλουσα αποζημίωση 20.000 ευρώ. Τι ακριβώς συνέβη και πότε;
Σύμφωνα με το δημοσίευμα του βρετανικού «Guardian», τον Μάιο του 2019, επί κυβερνήσεως ΣΥΡΙΖΑ και πρωθυπουργίας Αλέξη Τσίπρα (με τις γνωστές... ουμανιστικές αντιλήψεις), μια γυναίκα καταγγέλλει ότι κρατήθηκε παράνομα και απελάθηκε με βία. Μετά την απέλασή της, συνελήφθη και φυλακίσθηκε στην Τουρκία ως ύποπτη για συμμετοχή στο «Κίνημα Γκιουλέν», οργάνωση που (μόνο) η Άγκυρα αποκαλεί «τρομοκρατική». Το 2021, δύο χρόνια μετά την απέλαση της, η καταγγέλλουσα προσέφυγε στο ΕΔΑΔ.
Τελικά, την πάτησε...
Αναντίρρητα, κανένας Έλληνας δεν χαίρεται όταν η χώρα του καταδικάζεται, πλήττεται το κύρος και η εικόνα της ή δημιουργούνται ψεγάδια που θα χρησιμοποιηθούν εναντίον της από αντίπαλες δυνάμεις. Παραδόξως, στον ΣΥΡΙΖΑ όπου υιοθετούν ακρίτως κάθε αιτίαση εις βάρος της Ελλάδος, ανεδαφική ή μη, μετά τη γνωστοποίηση της είδησης που αφορά την περίοδο της δικής του διακυβέρνησης, έπεσε σιωπητήριο. Ούτε διάρρηξη ανθρωπιστικών-δικαιωματιστικών ιματίων ούτε ακτιβισμός στα πάνελ ούτε διαδικτυακή εκστρατεία από τα τρολ· απόλυτη ησυχία!
Τελικά, η παρέμβαση που έκανε τη διαφορά (ή και όχι) έγινε από τον Κώστα Αρβανίτη. Ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, ο άνθρωπος που επαίρονταν ότι σε καταδικαστικό ψήφισμα εναντίον της χώρας μας συνέβαλε με τη συγγραφή άρθρου στην περικοπή ευρωπαϊκών κονδυλίων, τοποθετήθηκε ως να μην κατάλαβε τι έλεγε η είδηση της καταδίκης και ποια περίοδο αφορούσε.
Μιλώντας στο «Στο Κόκκινο 105,5», δηλαδή στο κομματικό ραδιόφωνο του ΣΥΡΙΖΑ, ο κ. Αρβανίτης εκτίμησε ότι «θα έχει συνέχεια ο διασυρμός της Ελλάδας». Καμία αναφορά για το ποιο κόμμα κυβερνούσε τότε. Συνεπής με τον εαυτό του και την πολιτική του δράση, ο ευρωβουλευτής εξέφρασε απλά την ελπίδα για νέες καταδίκες της χώρας, προκειμένου να μπορεί να κάνει ό,τι και στο παρελθόν: να αντιπολιτεύεται τυπικά την κυβέρνηση Μητσοτάκη αλλά ουσιαστικά την Ελλάδα.
Μαθημένοι στα ψέματα
Πέραν των αιτιάσεων εναντίον της κυβέρνησης για pushbacks, κατά καιρούς, ο ΣΥΡΙΖΑ και τα στελέχη του έχουν υιοθετήσει ό,τι κυκλοφορεί στην πιάτσα: Από τις (καταφανώς εκτός πραγματικότητας) εκθέσεις των λεγόμενων Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα μέχρι το μνημειώδες φιάσκο με τη «μικρή νεκρή Μαρία» στον Έβρο, που εντέλει δεν ήταν ούτε νεκρή ούτε μικρή ούτε Μαρία, καθώς αποτελούσε προϊόν μυθοπλασίας και συνάμα προβοκάτσια τρίτων δρώντων –κρατικών και μη– εναντίον της χώρας.
Ειδικά, στην τελευταία περίπτωση, ο ΣΥΡΙΖΑ και τα πέριξ αυτών μέσα ενημέρωσης (π.χ. το ρεπορτάζ με τίτλο «Έγκλημα διαρκείας στον Έβρο», στην «Εφημερίδα των Συντακτών», στις 10 Αυγούστου 2022) ξεσάλωσαν εναντίον της «ανάλγητης» κυβέρνησης που «σκοτώνει παιδάκια».
Και αφού είπαν, είπαν, είπαν, όταν αποκαλύφθηκε η σκευωρία και ακόμα και το «Der Spiegel» έσβησε το σχετικό άρθρο, συνέχισαν στο ίδιο βιολί. «Γιατί να ζητήσουμε συγγνώμη;» διερωτήθηκε ο Δημήτρης Τζανακόπουλος, ενώ ο Χρήστος Σπίρτζης είπε το αμίμητο: «Και βέβαια υπήρχε (σ.σ.: μικρή Μαρία), και βέβαια υπήρχε και έχουμε βγάλει ανακοίνωση, το καταθέτουν οι γονείς της, το καταθέτουν και άλλοι μάρτυρες».
Η ρήση του Κωνσταντίνου Καραμανλή ότι «είναι προτιμότερο, να σιωπά κανείς, όταν δεν έχει να πει κάτι καλύτερο της σιωπής» παραμένει εξαιρετικά επίκαιρη.