Από τη μία η «Ατζέντα 2030» που έχει ανακοινώσει ο υπουργός Εθνικής Άμυνας, Νίκος Δένδιας, με την έγκριση του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, και από την άλλη το νέο δόγμα αμυντικής και εξωτερικής πολιτικής έχουν αποσυντονίσει δύο κυρίως «παίκτες».
Αυτούς που για χρόνια έκαναν ελεύθερα παιχνίδι σε μια χώρα που με τα μνημόνια δεν είχε πόρους ούτε για να πετάξουν τα πολεμικά της αεροσκάφη ή να κινηθούν τα τεθωρακισμένα στην παρέλαση.
Συγκεκριμένα, από τη μία υπήρχαν οι «ντόπιοι» υπερπατριώτες και από την άλλη η μεγάλη μας... φίλη και γειτονική Τουρκία. Αμφότεροι είχαν μάθει να παίζουν χωρίς αντίπαλο ο ένας στο εξωτερικό και ο άλλος στο εσωτερικό. Η Ελλάδα όμως θωρακίζεται κάνοντας την Αγκυρα να ανησυχεί και τους υπερπατριώτες να εξαφανίζονται ή, για να ακριβολογούμε, να περιμένουν στη γωνία μπας και κάτι πάει στραβά και να αρχίσουν πάλι τα παιχνίδια τους.
Σε ό,τι αφορά την Τουρκία, δεν είναι τυχαίες οι αντιδράσεις τους, μετά την πρόσφατη συνάντηση του Νίκου Δένδια με τον Γάλλο ομόλογό του. Τα όσα συμφωνήθηκαν (και αναμένονται να επισφραγιστούν σήμερα στο ΚΥΣΕΑ) και αφορούν την απόκτηση από τη χώρα μας αντιπλοϊκών πυραύλων Exocet καθώς και μιας ακόμα φρεγάτας τύπου Belharra από τη Γαλλία έχουν προκαλέσει αντιδράσεις στην Τουρκία.
Μια σειρά από δημοσιεύματα στην Άγκυρα και τα όσα αναφέρουν περί στρατηγικής περικύκλωσης της Τουρκίας από Ελλάδα, Ισραήλ και Γαλλία δείχνουν την έντονη ανησυχία που υπάρχει. Η εφημερίδα «Türkiye» γράφει στο πρωτοσέλιδό της: «Συγκέντρωση πυραύλων στο Αιγαίο.
Οι Exocet θα χρησιμοποιηθούν εναντίον της Τουρκίας;», ενώ η «Hürriyet» σε δημοσίευμά της προσθέτει ότι η Ελλάδα σχεδιάζει και επιπλέον φρεγάτα Belharra. Αντίστοιχα, η «Habertürk» αναφέρεται στην αγορά αντιπλοϊκών πυραύλων από τη Γαλλία, παρουσιάζοντας τις εξελίξεις ως μέρος μιας εχθρικής στρατηγικής απέναντι στην Άγκυρα.
Σε εκπομπή στο CNN Türk, αναλυτές εξέφρασαν την άποψη ότι «η Ελλάδα μάς απειλεί με όπλα», τονίζοντας όμως ότι η Τουρκία διαθέτει πλέον δικούς της πυραύλους με βεληνεκές 1.000 χιλιομέτρων που «θα φτάσουν και τα 5.000». Στην ίδια εκπομπή, χαρακτηρίστηκαν ως «σκανδαλώδεις» οι δηλώσεις του Ελληνα αρχηγού ΓΕΕΘΑ, Δημήτρη Χούπη, που αναφέρθηκε στην Τουρκία ως απειλή και δήλωσε ότι η Ελλάδα μπορεί να αντιδράσει οπουδήποτε εντός πέντε λεπτών.
Τούρκοι σχολιαστές επανέφεραν τον ισχυρισμό περί γαλλικής επιρροής στην Ανατολική Μεσόγειο μέσω της Ελλάδας, ενώ ο αναλυτής Τζοσκούν Μπασμπούγ υποστήριξε ότι «το Ισραήλ επιδιώκει να χρησιμοποιήσει Ελλάδα και Ελληνοκύπριους εναντίον της Τουρκίας».
Εκανε λόγο ακόμα και για υποτιθέμενες απόπειρες ένταξης της Αιγύπτου σε αυτόν τον άξονα, προσθέτοντας: «Πάνε και εξοπλίζουν όλο το Αιγαίο από την Αλεξανδρούπολη μέχρι την Κρήτη, ακόμα και το Καστελλόριζο – το οποίο στην πραγματικότητα είναι δικό μας!».
Την ίδια ώρα, στη γωνία έχουν στριμωχτεί οι κατ’ επάγγελμα υπερπατριώτες. Εκεί που κατηγορούσαν την κυβέρνηση ότι «αφοπλίζει» τα νησιά μας για να στείλει εξοπλισμούς στην Ουκρανία, διαπιστώνουν ότι η Ελλάδα γίνεται «αστακός» με ένα πρόγραμμα 25 δισεκατομμυρίων από τη μία και τη στήριξη των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων από την άλλη με τις αυξήσεις που αποφασίστηκαν. Όπως, εξάλλου, έχει τονίσει ο Νίκος Δένδιας, το ανθρώπινο δυναμικό είναι «ο πιο μεγάλος πολλαπλασιαστής ισχύος των Ενόπλων Δυνάμεών μας. Χωρίς αυτούς, δεν υπάρχει τίποτα, ούτε τα πιο εξελιγμένα συστήματα ούτε η καλύτερη τεχνογνωσία δεν μπορεί να λειτουργήσουν».
Και τα δύο παραπάνω αποδυναμώνουν την επιχειρηματολογία και μειώνουν την απήχηση των «υπερπατριωτών» τους σε ένα τμήμα του εκλογικού σώματος που κινείται σε αυτό που αποκαλείται πατριωτικός χώρος και διαπερνά οριζόντια τα περισσότερα κόμματα.
Την ίδια ώρα, ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ αγνοούνται καθώς ο μεν επιχειρεί να κάνει «εξοπλιστικά μαθήματα» λησμονώντας το παρελθόν του κατά τη διάρκεια του οποίου οι μίζες έπεφταν σαν το χαλάζι και ο δε επαναφέρει το ξεπερασμένο δίλημμα «κανόνια ή βούτυρο».
Αμφότεροι δείχνουν εκτός πραγματικότητας και των γεωπολιτικών εξελίξεων στην περιοχή. Την ίδια ώρα που η κυβέρνηση υποστηρίζει και σχεδιάζει το 2030 η Ελλάδα να έχει τις πιο προηγμένες Ενοπλες Δυνάμεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση και βάζει ως κεντρικό της στόχο να χτίζει ένα μέλλον πιο δυνατό, πιο σίγουρο, πιο ασφαλές και πιο ευημερές για την Ελλάδα και τους Έλληνες.