Στο οικοδόμημα της Δημοκρατίας αν κάποιοι καταφέρουν να προσβάλουν τον δοκό της Δικαιοσύνης, επιτυγχάνουν τη μέγιστη αναπηρία της οργανωμένης πολιτείας. Το ίδιο θα συμβεί κι αν η Δικαιοσύνη πορευτεί… αγκαλιά με την πολιτική. Δεν πρόκειται ποτέ να πάψει να… μπουσουλάει και να σταθεί όρθια στα πόδια της για να θεμελιώσει το κράτος δικαίου.

Η εκστρατεία απαξίας και αναξιοπιστίας που επιχειρείται το τελευταίο διάστημα, με αιχμή του δόρατος τη σιδηροδρομική τραγωδία των Τεμπών, δεν περιορίζεται στην αμφισβήτηση της ικανότητας και της ακεραιότητας κάποιων δικαστών, κάτι που έως έναν βαθμό τουλάχιστον θα ήταν απολύτως θεμιτό. Βάλλει ευθέως κατά του θεσμού της Δικαιοσύνης, ο οποίος, όπως υποστηρίζει τμήμα του νομικού κόσμου, από το 1994, που καταργήθηκε το αδίκημα της περιύβρισης αρχής, παραμένει απροστάτευτος.

Η… βαριά βιομηχανία αμφισβήτησης των δικαστικών ενεργειών και αποφάσεων, στην οποία επενδύουν τα κόμματα της αντιπολίτευσης, στήνει στον τοίχο την ίδια την κοινωνία και τη μετατρέπει σε πεδίο αναρχίας, με απρόβλεπτες συνέπειες για το κράτος δικαίου και την κοινωνική ειρήνη. Μία επιστροφή στην πρωτόγονη κοινωνική και πολιτική δομή, όπου κυριαρχεί η καχυποψία και η αμφισβήτηση των πάντων, ενώ αναγνωρίζεται μόνο ένα δίκαιο. Το δίκαιο της ζούγκλας.

Μέσα σε ένα τέτοιο πολιτικό περιβάλλον αναφύονται απόψεις και θέσεις ακραίων δυνάμεων οι οποίες αμφισβητούν την αστική δημοκρατία και θα ήθελαν να εγκαθιδρύσουν μια Δικαιοσύνη που θα δικάζει, θα καταδικάζει και θα εκτελεί στα… μέτρα τους. Ζήτημα δημιουργείται, ωστόσο, για όσους εύκολα παρασύρονται από τη δήθεν αντισυστημικότητα.

Η ιστορία διδάσκει

Ο εθνικός διχασμός του 1915 και ο εμφύλιος πόλεμος της δεκαετίας του 1940 «έθρεψαν» την κρίση των θεσμών. Τα έκτακτα στρατοδικεία, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της δικτατορίας (1967-1974), και οι δίκες πολιτικού χαρακτήρα ήταν πάντα ένα βαρίδι για την ευνομούμενη πολιτεία μας.

Η δίκη των «Έξι», το 1922, αποτέλεσε ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα πολιτικής αντεκδίκησης. Εξοντώθηκε η ηγεσία της μιας παράταξης για να ικανοποιηθεί το λαϊκό αίσθημα μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή. Διασύρθηκαν οι βασικοί κανόνες του ποινικού δικαίου και της ποινικής δικονομίας, οι κατηγορούμενοι στερήθηκαν του νόμιμου δικαστή τους και κατηγορήθηκαν για εσχάτη προδοσία χωρίς αποδείξεις δόλου. Το 1935, μετά το αποτυχημένο κίνημα, οι βενιζελικοί αντέδρασαν με τη συγκρότηση στρατοδικείων καταδικάζοντας αντιπάλους σε θάνατο –μεταξύ αυτών και στρατηγούς που είχαν καταθέσει ως μάρτυρες κατηγορίας στη δίκη των «Έξι».

Μετά τον Εμφύλιο, τα έκτακτα μέτρα διατηρήθηκαν με το ψήφισμα του 1952 και οι εκτελέσεις συνεχίστηκαν μέχρι το 1955.

Η χούντα του 1967-1974 ενίσχυσε τις σκοτεινές μεθόδους με καταστροφικές επιπτώσεις στη Δικαιοσύνη και στους θεσμούς της χώρας. Το 1974-1975, όμως, η πρώτη περίοδος της μεταπολίτευσης, με τη συντακτική πράξη της 3ης Οκτωβρίου 1974 καθόρισε τον τρόπο δίωξης των πρωταιτίων της χούντας και οι δίκες διεξήχθησαν από τακτικά δικαστήρια, χωρίς την απειλή της εκδικητικής αντιμετώπισης.

Στις 23 Αυγούστου 1975, το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών συνεδρίασε στην κατάμεστη αίθουσα των γυναικείων φυλακών Κορυδαλλού για την ολοκλήρωση της ιστορικής δίκης των πρωταιτίων του πραξικοπήματος της 21ης Απριλίου 1967. Υπό την προεδρία του Ιωάννη Ντεγιάννη, η δίκη που χαρακτηρίζεται ως η «ελληνική Νυρεμβέργη» διήρκεσε σχεδόν έναν μήνα και καλύφθηκε εκτενώς από τα μέσα ενημέρωσης.

Η απόφαση για μετατροπή της θανατικής ποινής σε ισόβια κάθειρξη ήταν το σημείο που ήρθε να νομοθετήσει η πολιτεία ώστε να προσφέρει τη δυνατότητα στη Δικαιοσύνη να γίνει πιο ανθρώπινη και πιο… δίκαιη.

Το λαϊκό αίσθημα

Έκθεση της Επιτροπής του Στρασβούργου αποκαλύπτει συγκλονιστικά στοιχεία για τα βασανιστήρια στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της δικτατορίας, με 233 θύματα και πέντε θανάτους λόγω κακοποίησης.

Η δίκη της ΕΑΤ-ΕΣΑ ικανοποίησε το λαϊκό αίσθημα με αυστηρές ποινές, ενώ η δίκη της Χαλκίδας προκάλεσε αγανάκτηση, καθώς οι ελάχιστες ποινές φυλάκισης εξαγοράστηκαν ή ανεστάλησαν. Στην περίπτωση της Χαλκίδας οι δικαστές προσπέρασαν τη βαναυσότητα και τη βαθιά περιφρόνηση που επέδειξαν οι κατηγορούμενοι στην ανθρώπινη υπόσταση των θυμάτων, ενώ κάποιοι εκ των καταδικασθέντων συνέχισαν την καριέρα τους στην Αστυνομία, γεγονός που ενίσχυσε την αίσθηση ατιμωρησίας και έδωσε χώρο στην επιβολή και εκτέλεση ποινών από τα… λαϊκά δικαστήρια...

Οι βασανιστές Μάλλιος και Μπάμπαλης εκτελέστηκαν από τρομοκρατικές οργανώσεις, όπως η «17 Νοέμβρη», η οποία δήλωσε πως «έπραξε ό,τι οι θεσμοί δεν μπορούσαν ή δεν ήθελαν να κάνουν».

Η μητέρα των δικών

Η δίκη της Χρυσής Αυγής ήταν μία ποινική δίκη στην οποία δικάστηκαν 69 κατηγορούμενοι –μεταξύ των οποίων μέλη τοπικών οργανώσεων, στελέχη, πρώην βουλευτές και ο γενικός γραμματέας της Χρυσής Αυγής, Νίκος Μιχαλολιάκος–για διεύθυνση ή ένταξη σε εγκληματική οργάνωση.

Ξεκίνησε στις 20 Απριλίου 2015 στο Α΄ Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων στη δικαστική αίθουσα των γυναικείων φυλακών Κορυδαλλού και ολοκληρώθηκε στις 22 Οκτωβρίου 2020 στην αίθουσα τελετών του Εφετείου Αθηνών.

Όλα τα ιστορικά παραδείγματα έχουν ένα σημείο αναφοράς. Τη συγκυριακή επίδραση της πολιτικής στη Δικαιοσύνη. Στις μέρες μας, η… ευφάνταστη στρατηγική των κομμάτων της αντιπολίτευσης επιχειρεί να εργαλειοποιήσει μια ανθρώπινη τραγωδία για να παραγάγει πολιτική.