Υπάρχουν πρόσωπα που σβήνουν, κι άλλα που γίνονται φλόγες. Η Νταϊάνα Σπένσερ, η πριγκίπισσα της Ουαλίας, ανήκει στη δεύτερη κατηγορία. Τριάντα σχεδόν χρόνια μετά τον θάνατό της, δεν μιλάμε απλώς για μια βασιλική φιγούρα που χάθηκε πρόωρα. Μιλάμε για έναν μύθο που εξακολουθεί να στοιχειώνει παλάτια, πρωτοσέλιδα και μνήμες. Για μια γυναίκα που, χωρίς να το επιδιώξει, ενσάρκωσε την αντίφαση της εποχής της: την απόλυτη λάμψη και την απόλυτη μοναξιά.

Νταϊάνα: η πριγκίπισσα του λαού

Η Νταϊάνα δεν γεννήθηκε πριγκίπισσα. Γεννήθηκε το 1961 στο Σάντρινγχαμ, σε μια αριστοκρατική οικογένεια με δεσμούς με το στέμμα, αλλά μακριά από τη λάμψη του Μπάκιγχαμ. Η παιδική της ηλικία δεν ήταν ανέμελη: το διαζύγιο των γονιών της άφησε βαθιά σημάδια. Όμως η ίδια ξεχώριζε για τη γλυκύτητα και τη ντροπαλή της χάρη.

Όταν γνώρισε τον Κάρολο, διάδοχο του θρόνου, κανείς δεν φανταζόταν πόσο γρήγορα θα μετατρεπόταν σε παγκόσμιο είδωλο. Ο γάμος τους, τον Ιούλιο του 1981, μεταδόθηκε σε 750 εκατομμύρια τηλεθεατές σε όλο τον κόσμο. Οι καμπάνες του Αγίου Παύλου ήχησαν, η Βρετανία έζησε για λίγο το παραμύθι που τόσο λαχταρούσε. Η εικόνα της 20χρονης Νταϊάνα με το τεράστιο νυφικό και την ουρά των 7,5 μέτρων έγινε εμβληματική. Ήταν το παραμύθι που όλοι ήθελαν να πιστέψουν.

Αλλά το κοινό αγάπησε την Νταϊάνα όχι επειδή παντρεύτηκε τον πρίγκιπα, αλλά επειδή έμοιαζε με αυτούς. Στην εποχή του θατσερισμού, με κοινωνικές ανισότητες να βαθαίνουν, η Νταϊάνα ήταν η νεαρή γυναίκα που δεν δίσταζε να γονατίσει στο ύψος ενός παιδιού, να πιάσει το χέρι ενός ασθενούς, να δείξει συγκίνηση μπροστά στις κάμερες. Δεν ήταν μια «γαλαζοαίματη» σε γυάλινο πύργο. Ήταν μια παρουσία που έκανε τον λαό να νιώθει πως μπορεί να την αγγίξει.

Ιδιαίτερα θαρραλέα ήταν η ενασχόλησή της με το AIDS, τότε που το στίγμα ήταν τεράστιο. Οι εικόνες της να αγκαλιάζει και να σφίγγει το χέρι ανθρώπων που νοσούσαν, χωρίς γάντια, σε μια εποχή φόβου και προκατάληψης, έκαναν τον γύρο του κόσμου. Το ίδιο και η καμπάνια της κατά των ναρκών, όταν περπατούσε σε ναρκοπέδιο στην Αγκόλα με ένα λευκό κράνος στο κεφάλι. Αυτές οι στιγμές την ανέδειξαν σε «πριγκίπισσα του λαού», τίτλος που της δόθηκε αυθόρμητα από τον κόσμο, όχι από κάποιο διάταγμα.

Η σκοτεινή όψη του παραμυθιού

Όμως πίσω από την εικόνα κρυβόταν μια σκληρή πραγματικότητα. Ο γάμος με τον Κάρολο ήταν ήδη κλονισμένος σχεδόν από την αρχή. Εκείνος δεν εγκατέλειψε ποτέ την Καμίλα, τον έρωτα της ζωής του. Η Νταϊάνα βρέθηκε σε ένα χρυσό κλουβί, με συνεχείς πιέσεις και αυστηρό πρωτόκολλο. Ανέπτυξε βουλιμία, πάλεψε με την κατάθλιψη, έζησε την αδιαφορία του Παλατιού.
Κι όμως, αντί να σωπάσει, μίλησε. Η περίφημη συνέντευξη στο BBC το 1995 συγκλόνισε: «Ήμασταν τρεις σε αυτόν τον γάμο, οπότε ήταν λίγο στριμωγμένα», είπε με αφοπλιστική ειλικρίνεια. Τα λόγια της προκάλεσαν σεισμό. Η εικόνα της μοναρχίας έσπασε, το κοινό στάθηκε με το μέρος της, και η Νταϊάνα έγινε η φωνή της ειλικρίνειας απέναντι στην ψυχρή επισημότητα.

Η τελευταία πράξη στο Παρίσι

Το καλοκαίρι του 1997, η Νταϊάνα φαινόταν να ξαναβρίσκει κομμάτια χαράς. Η σχέση της με τον Ντόντι Αλ Φαγέντ γέμιζε τα εξώφυλλα. Οι παπαράτσι την κυνηγούσαν πιο μανιασμένα από ποτέ. Στις 31 Αυγούστου, μέσα στη νύχτα, το αυτοκίνητο που τη μετέφερε στο Παρίσι κατέληξε διαλυμένο στο τούνελ του Alma. Εκεί τερματίστηκε μια ζωή που μόλις είχε αρχίσει να ξαναφτιάχνεται.
Η είδηση του θανάτου της έπεσε σαν βόμβα. Ο κόσμος ξύπνησε σε σοκ. Στο Λονδίνο, έξω από τα Ανάκτορα του Κένσινγκτον, τα λουλούδια σχημάτιζαν θάλασσα. Η Βασίλισσα Ελισάβετ, αρχικά αμήχανη και αποστασιοποιημένη, αναγκάστηκε να απευθυνθεί στο έθνος με λόγια που έδειχναν πόσο βαριά ήταν η σκιά της Νταϊάνα: «Ήταν ένα εξαιρετικό και ταλαντούχο ανθρώπινο πλάσμα… Δεν θα την ξεχάσουμε ποτέ».

Η «κληρονομιά» που άφησε 

Η κληρονομιά της Νταϊάνα δεν μετριέται μόνο σε εικόνες ή συναισθήματα. Μεγάλωσε δύο γιους με διαφορετική νοοτροπία από την ψυχρή ανατροφή του Παλατιού. Ο Γουίλιαμ και ο Χάρι, ακόμη κι αν ακολούθησαν διαφορετικούς δρόμους, κουβαλούν το αποτύπωμά της. Ο ένας ως μελλοντικός βασιλιάς που δείχνει προσιτός και οικογενειάρχης· ο άλλος ως πρίγκιπας που επέλεξε να απομακρυνθεί από τη μοναρχία στο όνομα της ελευθερίας.

Οι φιλανθρωπικές της δράσεις συνεχίζονται μέχρι σήμερα μέσα από ιδρύματα. Η ευαισθητοποίησή της για ψυχικές ασθένειες άνοιξε δρόμους που τότε ήταν κλειστοί. Και το κυριότερο: η ανθρώπινη πλευρά που έδειξε άλλαξε για πάντα το πώς αντιλαμβανόμαστε τους «γαλαζοαίματους».

Η σκιά της Νταϊάνα πλανάται ακόμη πάνω από το Μπάκιγχαμ. Η βασιλεία του Καρόλου, έστω και δεκαετίες μετά, κουβαλά το αποτύπωμα της απώλειάς της. Η Καμίλα ως βασίλισσα δεν γίνεται να μην συγκρίνεται με την Νταϊάνα. Οι συνεντεύξεις του Χάρι, οι εντάσεις με τον Γουίλιαμ, ακόμη και οι σειρές όπως το The Crown την επαναφέρουν στο προσκήνιο. Σαν να μην έφυγε ποτέ.
Κυρίως όμως, η Νταϊάνα παραμένει ζωντανή στη λαϊκή φαντασία. Για τους Βρετανούς, ήταν το πρόσωπο που αψήφησε το ψυχρό πρωτόκολλο και μίλησε με καρδιά. Για τον υπόλοιπο κόσμο, ήταν μια υπενθύμιση πως πίσω από τα χρυσά παραμύθια κρύβεται συχνά μια σκληρή αλήθεια.

Ο επίλογος που δεν έπρεπε να γραφτεί 

Η Νταϊάνα δεν είναι απλώς μια φιγούρα της Ιστορίας. Είναι μια σύγχρονη τραγική ηρωίδα. Το παραμύθι της είχε όλα τα στοιχεία: έρωτα, βασιλικό γάμο, παιδιά, δόξα αλλά και προδοσία, πόνο και τραγικό τέλος. Αυτή η μίξη είναι που την καθιστά διαχρονική.
Και ίσως τελικά η μεγαλύτερη παρακαταθήκη της δεν είναι τα φιλανθρωπικά έργα ούτε οι γιοι της. Είναι το ότι έκανε τον κόσμο να δει πως ακόμη και η πιο λαμπερή πριγκίπισσα είναι, πάνω απ’ όλα, άνθρωπος. Με φόβους, με αδυναμίες, με πληγές.
Αυτό είναι που κρατά ζωντανή την εικόνα της. Όχι η βασιλική της ιδιότητα, αλλά η ανθρώπινη. Γι’ αυτό και η Νταϊάνα δεν έφυγε ποτέ.