Δυναμικά στη δημόσια συζήτηση επιστρέφει η αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων, με τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη να προτείνει στην Ολομέλεια της Βουλής τη συνταγματική κατοχύρωσή της.

Ο πρωθυπουργός ουσιαστικά πρότεινε, στο πλαίσιο της επικείμενης συνταγματικής αναθεώρησης που θα ξεκινήσει το 2026, να αποτελέσει μια από τις μέριμνες του νέου συντάγματος, καθώς αδιαμφισβήτητα η αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων αποτελεί βασικό πυλώνα ενός σύγχρονου και αποτελεσματικού κράτους.

Εξάλλου, το ζήτημα της αξιολόγησης έχει απασχολήσει πολλές φορές τη δημόσια σφαίρα, προκαλώντας έντονες αντιπαραθέσεις. Από τη μία, οι υποστηρικτές της υπογραμμίζουν ότι η αξιολόγηση διασφαλίζει την αξιοκρατία, επιβραβεύει την αποδοτικότητα και ενισχύει την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών.

Από την άλλη, οι επικριτές της φοβούνται ότι μπορεί να αποτελέσει εργαλείο κομματικών παρεμβάσεων ή να οδηγήσει σε εργασιακή ανασφάλεια. Κάτι που προφανώς αποτελεί την… κάλυψη ορισμένων ώστε να μην υπάρχει εργασιακή ισότητα.

Το μόνο σίγουρο, σύμφωνα με «γαλάζια» στελέχη, είναι πως η συνταγματική κατοχύρωση θα μπορούσε να δώσει ένα σαφές θεσμικό πλαίσιο διασφαλίζοντας αντικειμενικά και δίκαια κριτήρια.

Σε κάθε περίπτωση, η πολιτική συζήτηση αναμένεται έντονη καθώς η μεταρρύθμιση αυτή θα απαιτήσει ευρείες συναινέσεις και ήδη ορισμένα κόμματα της αντιπολίτευσης διαφωνούν πλήρως με μια τέτοια μεταρρύθμιση. Και το ερώτημα πλέον είναι αν υπάρχει η πρόθεση, έστω από μερίδα της αντιπολίτευσης, να στηρίξουν την πρόταση του πρωθυπουργού.

Το «Μανιφέστο» δίνει βήμα σε πολιτικούς όλων των κοινοβουλευτικών κομμάτων να εκφράσουν την άποψή τους για αυτό το μείζον θέμα που θα απασχολήσει την επερχόμενη αναθεώρηση του συντάγματος.

Ο Γιώργος Βρεττάκος, βουλευτής Β’ Πειραιώς με τη Νέα Δημοκρατία, τάσσεται υπέρ της συνταγματικής αναθεώρησης για την αξιολόγηση του Δημοσίου, διότι θεωρεί πως πρέπει να πάψει να αντιμετωπίζεται με καχυποψία, αλλά να ισχύσει όπως και στην καθημερινότητα όπου όλοι κρίνονται. 

Όχι στη διαιώνιση της λογικής «δύο ταχυτήτων»

Η αξιολόγηση στο Δημόσιο αποτελεί ένα διαχρονικό ζήτημα στην ελληνική δημόσια διοίκηση, με διάφορους νόμους να έχουν θεσπιστεί από διαφορετικές κυβερνήσεις και υπουργούς.

Δυστυχώς όμως, η έννοια της «αξιολόγησης» αντιμετωπίζεται με καχυποψία και αντίδραση, ιδιαίτερα στον δημόσιο τομέα.

Δεν είναι παράδοξο όταν η αξιολόγηση αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της καθημερινότητας όλων; Ακόμα και όσοι αντιδρούν, πριν από κάθε τους επιλογή –από την αγορά προϊόντων έως την επιλογή υπηρεσιών– βασίζονται σε αξιολογήσεις. Εξετάζουν, δηλαδή, τις κριτικές για τις υπηρεσίες ενός ηλεκτρονικού καταστήματος, ενός ξενοδοχείου ή τις απόψεις για ένα εστιατόριο, δηλαδή αναζητούν την αξιολόγηση του ιδιωτικού τομέα, αλλά τη «δαιμονοποιούν» όταν πρόκειται για τις υπηρεσίες του Δημοσίου διαιωνίζοντας τη λογική των «δύο ταχυτήτων».

Η πρόσφατη πρόταση του πρωθυπουργού για συνταγματική κατοχύρωση της αξιολόγησης στο Δημόσιο αποτελεί ένα σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση της θεσμικής ενίσχυσης της λογοδοσίας και της αποδοτικότητας της δημόσιας διοίκησης. Με τη συνταγματική κατοχύρωσή της θα διασφαλιστεί ότι θα αποτελέσει αναπόσπαστο μέρος της λειτουργίας του Δημοσίου με διαφάνεια και αξιοκρατία για την παροχή ποιοτικών υπηρεσιών στους πολίτες.

Ενώ δεν θα μπορεί καμιά κυβέρνηση στο μέλλον, στη λογική του ράβε-ξήλωνε, να αλλάζει στο πλαίσιο της συναλλαγής με συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες τους όρους της αξιολόγησης, έτσι θα συμβάλουμε περισσότερο στην εμπέδωση του θεσμού στην ελληνική κοινωνία.