Πριν από τη διεξαγωγή των τελικών εκλογών (25.6.2023) και την επιβεβαίωση, μέσω των αποτελεσμάτων «της κάλπης», των δημοσκοπικών προβλέψεων, εξελίσσεται μια, εσκεμμένα ατελής, συζήτηση για την «κυβερνητική δομή» της νέας κυβέρνησης που –πιθανότατα– θα κληθεί να συγκροτήσει ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας κ. Κυριάκος Μητσοτάκης. Στο βιβλίο μου «Η νέα κυβερνητική δομή» που κυκλοφόρησε* μερικούς μήνες πριν από τη μεγάλη νίκη του Ανδρέα Γ. Παπανδρέου και του ΠΑΣΟΚ το 1981, επισημάνθηκε –τότε– η ανάγκη η «δομή» της κυβέρνησης να προσαρμόζεται και να αντιστοιχείται με τις κοινωνικοοικονομικές, διεθνοπολιτικές και αναπτυξιακές ανάγκες της χώρας, στο πλαίσιο των προγραμματικών δεσμεύσεων της νικήτριας στις εκλογές πολιτικής-κομματικής παράταξης. Σήμερα οι αποσπασματικές και εκλογικά –προφανώς– ελκυστικές ανακοινώσεις για αλλαγές στη δομολειτουργία ορισμένων κυβερνητικών τομέων, δεν συνιστούν σοβαρή αναδιαμόρφωση της παρακμιακής δομής του κυβερνητικού σχήματος.

Εχω τονίσει σε προηγούμενο άρθρο μου στο «Μανιφέστο» ότι «οι πολυμελείς κυβερνήσεις δεν είναι εξ ορισμού δημιουργικές και αποτελεσματικές». Ιδιαίτερα στην παρούσα συγκυρία, όταν μάλιστα προβάλλεται και διαφημίζεται η υπεροχή του, λεγόμενου, «επιτελικού κράτους», το οποίο πρέπει –κατά τη γνώμη μας– να υποστηρίζεται και να εκφράζεται από ολιγομελές στιβαρό κυβερνητικό σχήμα. Ενα κυβερνητικό σχήμα που τα μέλη του αναγνωρίζουν, αποδέχονται και εκφράζουν τον «ενιαίο πολιτικό λόγο» που προκύπτει από τις προγραμματικές-εκλογικές δεσμεύσεις της νικήτριας πλειοψηφικής πολιτικής παράταξης. Δηλαδή υπηρετούν τελικά τη συλλογική πολιτική βούληση της παράταξης που (θα) στηρίζει την κυβέρνηση, αλλά και υλοποιεί την εντολή του εκλογικού σώματος.

Βελτιωτικές αλλαγές και συγκριτικά πλεονεκτήματα

Η διαδικασία αλλαγών στη δομολειτουργία των κυβερνητικών σχημάτων στην Ελλάδα ποτέ δεν έχει προκύψει –δυστυχώς– από καταστατικές κομματικές διαδικασίες ή ad hoc αποφάσεις κομματικών συνεδρίων. Πάντα αυτές οι αλλαγές προκύπτουν από τη βούληση του ηγέτη ή της διευθυντικής ομάδας που λειτουργεί πλησίον του, ή και της επιρροής «κατ’ απονομή» «σοφών» συμβούλων. Ταυτόχρονα και παράλληλα, οι αλλαγές στη δομολειτουργία των κυβερνητικών σχημάτων επισπεύδονται αν δεν «εκβιάζονται» από την επικοινωνιακή πίεση που επιχειρούν να ασκούν στον, εκάστοτε, πρωθυπουργό κατευθυνόμενα δημοσιεύματα για «υπουργοποιήσεις» εκλεκτών ή για τον αποκλεισμό μη αρεστών προσώπων και –πολλές φορές– «διά της ετερογονίας των σκοπών» επιτυγχάνεται είτε το ένα, είτε το άλλο ή και τα δύο μαζί («με ένα σμπάρο δύο τρυγόνια», όπως λέει ο σοφός λαός μας).

Η νέα κυβερνητική δομή οφείλει να εξυπηρετεί τις πραγματικές ανάγκες της χώρας και της ελληνικής κοινωνίας, που είναι πολυπαραγοντικές, πολυεπίπεδες και πολυσύνθετες. Οι βελτιωτικές αλλαγές στην κυβερνητική δομή πρέπει να υπηρετούν τα συμφέροντα της κοινωνίας και του λαού και όχι τις εσωκομματικές ανάγκες της κυβερνητικής παράταξης.

Ορισμένες διευθετήσεις του παρελθόντος είναι σήμερα ξεπερασμένες και δεν ανταποκρίνονται στις πραγματικές συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Η χώρα οφείλει να αξιοποιήσει τα συγκριτικά πλεονεκτήματα που διαθέτει σε συγκεκριμένους τομείς ταχείας και πλεονεκτικής οικονομικής διαδικασίας. Π.χ. η χώρα διαθέτει τρία σημαντικά πλεονεκτήματα: τουρισμός, ναυτιλία, εξωστρέφεια, προσέλκυση Αμέσων Ξένων Επενδύσεων. Δεν ωφελεί η υπαίτια πολυδιάσπαση αυτών των τομέων οικονομικής ανάπτυξης και δεν μπορεί να συνεχίζεται η διαφορετική υποβάθμισή τους, χάριν της υπουργοποίησης μεγαλυτέρου πλήθους ενδιαφερομένων...

Ενα στρατηγικής σημασίας υπουργείο Τουρισμού, Ναυτιλίας, Α.Ξ. Επενδύσεων, Οικονομικής Διπλωματίας και Νησιωτικής Πολιτικής, θα (πρέπει να) είναι στη νέα κυβερνητική περίοδο η «αιχμή του δόρατος» της νέου τύπου ανάπτυξης που απαιτεί και δικαιούται η χώρα και ο λαός μας (η έκφραση «ατμομηχανή της ανάπτυξης» είναι από καιρό τώρα... ξεπερασμένη).

Επίσης –κατά τη γνώμη μας– το «νέο» υπουργείο Οικογένειας και Δημογραφικών Προβλημάτων πρέπει ειδικότερα να περιλαμβάνει και αρμοδιότητες για τις γυναίκες, ενώ το «νέο» υπουργείο Αθλητισμού πρέπει να περιλαμβάνει αρμοδιότητες στη βάση ενός σύγχρονου [τετραετούς] προγράμματος για τη νέα γενιά και να συντονίζει πολιτικές δράσεις για τη δημιουργική αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου των εργαζομένων και των συνταξιούχων.

Ενας τομέας κυβερνητικής πολιτικής που πρέπει να τύχει ιδιαίτερης προσοχής είναι των Θρησκευμάτων και των Εκκλησιαστικών Υποθέσεων. Στις εκλογές της 21.5.2023 παρακολουθήσαμε μια ανίερη προσπάθεια αισχρής εκμετάλλευσης της χριστιανικής-ορθόδοξης πίστης από φασιστικής αντίληψης σκοταδιστικά μορφώματα. Υπήρξε μια συντονισμένη προσπάθεια να αντικατασταθεί (;) η προ πολλού χρόνου πολιτικά εξουθενωμένη «χριστιανοδημοκρατία» από τον λαϊκιστικό-εθνοφυλετικό ευσεβισμό της χυδαίας «χριστιανοκαπηλείας». Η «χριστιανοδημοκρατία» ούτε στην Ελλάδα ούτε στη χριστιανική Ευρώπη έχει πια υπολογίσιμη παρουσία γιατί –κυρίως– η πολιτική εξουσία δεν επηρεάζεται –στον βαθμό που επηρεαζόταν στους 19ο και 20ό αιώνες– από τις κατά τόπους Εκκλησίες. Η χριστιανική ορθοδοξία αποτελεί τη μόνη αληθή και σωτήρια για τον άνθρωπο θρησκευτική πίστη και η Ελλάδα, και η αυτοκέφαλος ελληνική Εκκλησία, φορείς της ελληνορθόδοξης πίστης, έχουν χρέος να υπερασπιστούν την παγκόσμια ορθοδοξία, ιδιαίτερα τις Εκκλησίες που υπάγονται στα πρεσβυγενή πατριαρχεία, στο πλαίσιο βέβαια των ιερών κανόνων και της συνοδικότητας της λειτουργίας τους, ειδικότερα σήμερα που απειλείται η διαιώνιση αναταραχών και διαιρέσεων στους κόλπους της χριστιανικής ορθοδοξίας.

«Υπουργική αλαζονεία»

Πολλές φορές –στην πράξη– βελτιώσεις στη δομή κυβερνητικών σχημάτων δεν αποδίδουν τα αναμενόμενα ή και ακυρώνονται (οι βελτιωτικές αλλαγές) λόγω της λεγόμενης «υπουργικής αλαζονείας». Για παράδειγμα: ένα σημαντικό πολιτικό στέλεχος μετακινείται σε ένα άλλο υπουργείο (συνήθως σχετιζόμενο εν μέρει με το υπουργείο που κατείχε) και αντί να περιοριστεί στις αρμοδιότητες και τα καθήκοντα που επιβάλλεται να ασκεί, ουσιαστικά συνεχίζει να επεμβαίνει στις αρμοδιότητες του υπουργείου που... κατείχε, παρουσιαζόμενος ως ο μόνος και αποκλειστικός ειδικός κάτοχος της «κυβερνητικής αλήθειας», ακόμη και αν μετακινήθηκε από τον εκάστοτε πρωθυπουργό, ως αποτυχών!

Το τελικό συμπέρασμα είναι: πρέπει πάντα να οριστικοποιείται η «νέα κυβερνητική δομή» και μετά να τοποθετούνται και τα πρόσωπα στους ανάλογους-αντίστοιχους θώκους. Επίσης η προαναγγελία «υπουργοποιήσεων» μάλλον παρεμποδίζει και δεν διευκολύνει τον εναγώνιο αγώνα δρόμου των υποψηφίων για μια θέση σε μια νέα κυβέρνηση.

* «Η νέα κυβερνητική δομή», Εκδόσεις Έπαλξη, Αθήνα 1981

* Δικηγόρος ε.τ., πρώην βουλευτής Β΄ Αθήνας και Ηλείας, πρώην υφυπουργός Εξωτερικών, διευθυντής σύνταξης της εγκυκλοπαίδειας «Υδρία - Cambridge - Ηλιος» και της έκδοσης «Χρονικό του 20ού αιώνα»