Υπό μεγάλη πίεση βρίσκεται η Ιταλία από τις μεταναστευτικές ροές: μέσα σε ένα 24ωρο σημειώθηκαν περισσότερες από 1.000 αφίξεις στη Λαμπεντούζα, ενώ στο νησί βρίσκονται πλέον σχεδόν 7.000 πρόσφυγες και μετανάστες.

«Η κατάσταση της ευρωπαϊκής μεταναστευτικής πολιτικής μπορεί να συνοψιστεί σε μια πρόταση», παρατηρεί η Süddeutsche Zeitung: «Ενώ κηρύσσεται κατάσταση έκτακτης ανάγκης στη Λαμπεντούζα λόγω των εκατοντάδων αφίξεων προσφύγων από τη Βόρεια Αφρική, η γερμανική κυβέρνηση αρνείται να δεχτεί πρόσφυγες από την Ιταλία, επειδή η Ιταλία αρνείται να δεχτεί πρόσφυγες από τη Γερμανία. Αυτό που ακούγεται τρελό είναι η ευρωπαϊκή πραγματικότητα αυτής της εβδομάδας. […] Το ευρωπαϊκό σύστημα ασύλου δεν λειτουργεί εδώ και πολύ καιρό. […] Προκειμένου να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη μεταξύ των χωρών στα εξωτερικά σύνορα και εκείνων στο εσωτερικό της ΕΕ, τον περασμένο χρόνο η Ένωση επινόησε τον "εθελοντικό μηχανισμό αλληλεγγύης". Αλλά τώρα ούτε αυτός λειτουργεί».

Τους τελευταίους μήνες, καταλήγει η εφημερίδα του Μονάχου, «τα θεσμικά όργανα της ΕΕ πασχίζουν να μεταρρυθμίσουν το σύστημα ασύλου, επιδιώκοντας να καταλήξουν σε ένα πλαίσιο πριν τις εκλογές του 2024». Ωστόσο, «η κρίση στη Λαμπεντούζα θα μπορούσε να θέσει τα πάντα υπό αίρεση», σχολιάζει η S.Z.

Κατά την tageszeitung, πάντως, «η δεξιά ιταλική κυβέρνηση δεν θέλει την ευρωπαϊκή συμμετοχή στη θαλάσσια διάσωση. Ακριβώς το αντίθετο: οι ΜΚΟ από τη Γαλλία, την Ισπανία ή τη Γερμανία που ταξιδεύουν στη Μεσόγειο με τα πλοία τους παρενοχλούνται συστηματικά από τις ιταλικές αρχές. Τους ανατίθενται λιμάνια στον βορρά της Ιταλίας, τα πλοία τους παραμένουν συχνά για εβδομάδες σταματημένα και επιπλέον τους επιβάλλονται πρόστιμα.

Αντιθέτως, η Ιταλία επιθυμεί "ευρωπαϊκή αλληλεγγύη" στην ανακατανομή των προσφύγων μεταξύ των κρατών-μελών - όμως δεν έχει πραγματικά πειστικά επιχειρήματα με το μέρος της. Η χώρα ήταν πολύ πίσω στις αιτήσεις ασύλου συγκριτικά με τη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ισπανία ή την Αυστρία πέρυσι». Ακόμη, η Μελόνι θέλει να δει μία μεγαλύτερη στήριξη της ΕΕκαι σε ένα άλλο πεδίο, στην "αποτροπή των πρωτογενών αφίξεων". Η ίδια, από κοινού με την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, είχε υποσχεθεί εκατομμύρια στον πρόεδρο της Τυνησίας προς τον Τυνήσιο πρόεδρο Καΐς Σαΐντ, εάν η Τυνησία τερμάτιζε επιτέλους τον απόπλου των προσφύγων. Τώρα (η Μελόνι) θα επιθυμούσε μεγαλύτερη κινητοποίηση της ΕΕ υπέρ της Τυνησίας. Με άλλα λόγια υπέρ της χώρας εκείνης, στην οποία ο πρόεδρος με την επιθετική ρητορική του εναντίον των μεταναστών από την υποσαχάρια Αφρική, έχει δημιουργήσει συνθήκες πογκρόμ, εξωθώντας χιλιάδες ανθρώπους στις βάρκες με προορισμό τη Λαμπεντούζα», όπως επικρίνει η taz.

Σωστή επιλογή η αύξηση επιτοκίων

Σε δέκατη διαδοχική αύξηση επιτοκίων προχώρησε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), με το βασικό επιτόκιο να φτάνει στο 4,5%, στο υψηλότερο επίπεδο από το 1999. Η Frankfurter Allgemeine Zeitung εκτιμά πως «η απόφαση της ΕΚΤ είναι σωστή. […] Ακόμη και αν ο πληθωρισμός κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση - δηλαδή προς τα κάτω - το αναμενόμενο 3,2% για το 2024 σημαίνει ότι ο στόχος του 2% παραμένει ανέφικτος. […] Η καταπολέμηση του πληθωρισμού δεν είναι αυτοσκοπός: η μείωση του πληθωρισμού είναι το μέσο για την ανακούφιση τόσο της οικονομίας, όσο και των καταναλωτών. Εάν η ΕΚΤ αποφάσιζε να κάνει μία παύση στις αυξήσεις επιτοκίων, η αξιοπιστία της θα ζημιωνόταν.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η απόφαση της ΕΚΤ έχει και βραχυπρόθεσμες συνέπειες που μπορεί να μην ικανοποιούν τους πάντες. Για την οικονομία, για τις επιχειρήσεις, η αύξηση των επιτοκίων είναι επιβαρυντική. Η χρηματοδότηση γίνεται πιο ακριβή και φρενάρονται επενδύσεις που δεν θεωρούνται προαιρετικές, αλλά αναγκαστικές ενόψει της ψηφιοποίησης, της κλιματικής αλλαγής και της αναδιοργάνωσης των αλυσίδων εφοδιασμού που επιβάλλει η νέα γεωπολιτική κατάσταση».

Θα είναι αυτή η τελευταία αύξηση των επιτοκίων; Η οικονομική επιθεώρηση Handelsblatt δημοσιεύει, μεταξύ άλλων, την εκτίμηση του αναλυτή Τόμας Βιελάντεκ, ο οποίος αναμένει «μείωση των επιτοκίων μέχρι τον προσεχή Ιούλιο», αλλά και «περαιτέρω αποδυνάμωση του ευρώ. Μετά την απόφαση της ΕΚΤ το κοινό νόμισμα υποχώρησε στο χαμηλότερο επίπεδο έναντι του δολαρίου από τα τέλη Μαΐου. Στο γερμανικό χρηματιστήριο, από την άλλη πλευρά, η προοπτική του τέλους του κύκλου των αυξήσεων των επιτοκίων προφανώς υπερίσχυσε του γεγονότος ότι η ΕΚΤ αύξησε για άλλη μια φορά τα βασικά της επιτόκια - τουλάχιστον έτσι εξηγείται από πολλούς η θετική αντίδραση του δείκτη Dax».

«Τα καλύτερα φαλάφελ υπάρχουν στην Αθήνα»

Στη διαδικτυακή του ιστοσελίδα το ZEIT MAGAZIN δημοσιεύει αφιέρωμα για τη γειτονιά της Κυψέλης και ιδίως για το εστιατόριο του Χασάμ Χμεϊντάν. «Πηγαίνουμε στην Κυψέλη, μια γειτονιά της Αθήνας που παραδοσιακά δεν θεωρούνταν τουριστική, όμως τα τελευταία χρόνια έχει αναβαθμιστεί πολύ. […] Εκεί συναντούμε στο εστιατόριό του τον Χασάμ Χμεϊντάν, τον αυτοαποκαλούμενο δάσκαλο των φαλάφελ. […] Δοκιμάζουμε τη σπεσιαλιτέ του, φαλάφελ με γεύση ρεβιθιού με καρύδια, τόσο τραγανά όσο πρέπει. [...] Όπως ισχυρίζεται ο Χμεϊντάν, τέτοια νόστιμα φαλάφελ μπορεί κανείς να βρει μόνο στο Ιντλίμπ της βόρειας Συρίας, στην Κωνσταντινούπολη - και εδώ στην Αθήνα. Στα μέρη όπου ο ίδιος και οι συγγενείς του άνοιξαν εστιατόρια. Η συνταγή; Ένα οικογενειακό μυστικό.

Η Κυψέλη είναι μια υπενθύμιση ότι η Ελλάδα δεν είναι μονάχα ένας δημοφιλής προορισμός διακοπών, αλλά βρίσκεται επίσης στον δρόμο πολλών μεταναστών που φτάνουν στην Ε.Ε. Κάποτε ζούσαν εκεί κυρίως οι Έλληνες της μεσαίας και ανώτερης τάξης. Τη δεκαετία του 1990 εγκαταστάθηκαν εκεί άνθρωποι από τη Μέση Ανατολή, την υποσαχάρια Αφρική και την Κεντρική Ανατολική Ευρώπη. Σήμερα, είναι μια μικτή γειτονιά όπου οι πολυκατοικίες εναλλάσσονται με αιθιοπικά και συριακά εστιατόρια και στούντιο τέχνης.

Ο Χμεϊντάν μεγάλωσε στην Ελλάδα - οι γονείς του ήρθαν από το Ιντλίμπ τη δεκαετία του 1980, επειδή ερωτεύτηκαν τη χώρα και τους ανθρώπους της. Η ιδέα για το εστιατόριο προέκυψε σε μία εποχή που χιλιάδες άνθρωποι διέσχιζαν καθημερινά την ανατολική Μεσόγειο. Ο Χμεϊντάν και η σύζυγός του Μαρίνα δημιούργησαν μία οργάνωση ανθρωπιστικής βοήθειας, νοίκιασαν καταλύματα και φρόντισαν ώστε οι νεοαφιχθέντες να κάνουν γλωσσικά μαθήματα και να καταρτιστούν επαγγελματικά. […] Λίγα χρόνια αργότερα, το ζευγάρι άνοιξε το εστιατόριο όπου οι πρόσφυγες μπορούν να αποκτήσουν εμπειρία στη μαγειρική. Αυτό τους βοηθά να βρουν αργότερα μια κανονική δουλειά στην Ελλάδα. "Τους μαθαίνουμε να φορούν γάντια στην κουζίνα και να ξυρίζουν τα γένια τους". […] "Κάποιοι δεν έχουν δουλέψει ποτέ με γυναίκες και πρέπει να συνηθίσουν ότι η γυναίκα και η μητέρα μου είναι τα αφεντικά εδώ. Και μαθαίνουν ελληνικά", λέει ο Χμεϊντάν».

Πηγή: DW