Η Έμιλι Νταμάρι σπάει για πρώτη φορά τη σιωπή της και περιγράφει με ανατριχιαστική λεπτομέρεια τις 471 ημέρες αιχμαλωσίας στα χέρια της Χαμάς στη Γάζα. Μιλάει για τον πόνο, τη στέρηση, τον φόβο, αλλά και τη φλόγα της επιβίωσης. Περιγράφει τη συμφωνία με τη Ρόμι να αυτοκτονήσουν, την απάνθρωπη διαβίωση στα τούνελ και στα αυτοσχέδια κλουβιά, αλλά και τον αγώνα της για να αντέξει.

Μέσα στα τούνελ, μες στη βρωμιά, ανάμεσα σε κατσαρίδες και ανθρώπινα απόβλητα
Για σχεδόν τέσσερις μήνες από τις συνολικά 471 ημέρες αιχμαλωσίας, η 29χρονη Έμιλι βρέθηκε κλεισμένη στα υπόγεια τούνελ της Χαμάς στη Γάζα, σε ένα ασφυκτικό περιβάλλον όπου κυριαρχούσαν η υγρασία και η αποφορά των αποβλήτων. Το πάτωμα ήταν γεμάτο κατσαρίδες.

Στις 7 Οκτωβρίου 2023, την ημέρα της απαγωγής της, οι ένοπλοι της έκοψαν δύο δάχτυλα και μια σφαίρα καρφώθηκε στο δεξί της πόδι. Όμως, όπως λέει η ίδια, «υπήρχε κάτι ακόμα χειρότερο από την πείνα, τη δυσοσμία, τον πόνο και τις ψείρες που είχαν κατακλύσει τα ρούχα και τα μαλλιά μας: τα κλουβιά». Στη συνέχεια, ανέφερε: «Αν μπορούσα να τους σκοτώσω θα το έκανα με χαρά, αλλά ήξερα ότι μετά θα πεθαίναμε».

Κλεισμένοι σαν ζώα – Έξι άτομα σε ένα κλουβί δύο μέτρων

Στη συνέντευξή της στη Daily Mail, η Έμιλι περιγράφει τις απάνθρωπες συνθήκες: «Μερικές φορές ήμασταν μέχρι και έξι άτομα, στριμωγμένα σε ένα μικροσκοπικό κλουβί δύο μέτρων επί δύο».

Αφού απελευθερώθηκε τον Ιανουάριο μαζί με 32 ακόμη ομήρους, έγινε γνωστή διεθνώς από φωτογραφία της με τραυματισμένο χέρι. Από τότε υποβάλλεται σε πολύπλοκες επεμβάσεις και αποκατάσταση. Η σκέψη της όμως παραμένει στους φίλους της που είναι ακόμα όμηροι, όπως οι δίδυμοι Γκάλι και Ζιβ Μπέρμαν, 27 ετών:

«Πιθανότατα βρίσκονται σε κλουβί. Τους κακομεταχειρίζονται. Δεν έχουν πολύ νερό. Πιθανότατα κάνει απίστευτη ζέστη. Ελάτε επιτέλους! Γιατί αργείτε τόσο;».

Η παιδική ηλικία και το χτύπημα στην καρδιά του κιμπούτς

Η Έμιλι μεγάλωσε στο κιμπούτς Κφαάρ Άζα. Η οικογένειά της, αγαπημένη και ενωμένη, υπέστη τις επιπτώσεις των συνεχών επιθέσεων από τη Γάζα, αλλά η ίδια λέει πως μεγάλωσε σε ένα περιβάλλον με «95% τέλεια» παιδική ηλικία και «5% κόλαση».

Λίγες ώρες μετά από ένα μπάρμπεκιου με φίλους στις 6 Οκτωβρίου, ξεκίνησε ο εφιάλτης.

«Έστειλα ένα μήνυμα στον Γκάλι: “Δεν είμαι καλά”. Δεν μπορούσα να κουνηθώ, γιατί το σώμα μου είχε παγώσει. Έτρεμα, ήταν τρελό».

Ο Γκάλι έτρεξε στο σπίτι της, αψηφώντας τον κίνδυνο. Σε λίγη ώρα, ένοπλοι της Χαμάς εισέβαλαν στο δωμάτιο.

«Αγκάλιασα τον Γκάλι και τα πρόσωπά μας ήταν πάνω στο μαξιλάρι. Τότε πυροβόλησαν το αριστερό μου χέρι».

«Πυροβόλησαν τον σκύλο και τα σκάγια με χτύπησαν στο δεξί πόδι».

«Απλά καθόμουν εκεί και έλεγα: “Θεέ μου, τι μας κάνουν;”».

Είδε τον Ζιβ να βγαίνει από το σπίτι με δεμένα μάτια και το κιμπούτς να φλέγεται.

«Υπήρχε φωτιά παντού, οι πόρτες ήταν ανοιχτές, όλοι ήταν νεκροί».

«Πυροβόλησέ με!» – Η απόγνωση πριν την απαγωγή

Όταν της είπαν πως θα τη μεταφέρουν σε νοσοκομείο: «Κατάλαβα ότι δεν θα ήταν ισραηλινό νοσοκομείο, οπότε τους είπα: “Όχι, όχι, όχι, πυροβολήστε με!”. Δεν ήθελα να με απαγάγουν, προτιμούσα να πεθάνω. Πήρα το όπλο του, το έβαλα στο κεφάλι μου και είπα: “Πυροβόλησέ με! Πυροβόλησέ με!”».

«Τότε κάποιος έβαλε το όπλο του στο κεφάλι του Γκάλι, οπότε αμέσως είπα: “Όχι, όχι, μην τον σκοτώσετε”».

Ο «Δρ Χάμας» και το ακρωτηριασμένο χέρι

Η Έμιλι μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο Αλ-Σίφα και υποβλήθηκε σε ακρωτηριασμό δαχτύλων: «Γεια σου, είμαι ο Δρ Χάμας», της είπε χαμογελώντας ο γιατρός.

«Δεν θα μάθω ποτέ αν το έκανε σκόπιμα ή από ανικανότητα».

«Το αποτέλεσμα ήταν να με αφήσει με αφόρητους πόνους».

Η κόλαση των τούνελ και η φρίκη των κλουβιών

«Είναι σαν πόλη. Μπήκα μέσα και είπα: “Θεέ μου, είναι τεράστιο!”».

«Υπήρχε ένα κλουβί, ένα πολύ μικρό κλουβί και μέσα στο κλουβί καθόταν πέντε κορίτσια».

«Ήταν βρώμικα, ζεστά, υγρά. Δεν μπορείς να το συνηθίσεις».

«Σε αφήνουν να πας στην τουαλέτα μία ή δύο φορές την ημέρα, υπάρχει μια τρύπα στο πάτωμα. Βρωμάει».

«Δεν υπάρχει τρεχούμενο νερό, μόνο ένα δοχείο με ένα γαλόνι νερό».

«Οι λάμπες μπαταρίας σου δίνουν φως, αλλά είναι πολύ αμυδρό».

«Σε κάνει κουφό. Σου σκοτώνει τα αυτιά... Τρελαίνεσαι».

«Μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν» – Ο φόβος και η κρυφή ταυτότητα

«Ήμασταν εντελώς περικυκλωμένες από τρομοκράτες. Πέντε κορίτσια. Έχουν όπλα. Είναι πιο δυνατοί από εσένα. Μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν, όποτε θέλουν».

«Το έκρυβα αυτό για τον εαυτό μου, γιατί ήξερα ότι ήταν χειρότερο από το να μάθουν ότι είμαι Εβραία ή Ισραηλινή – θα με σκότωναν».

«Τους είπα ότι έχω τρεις αδελφούς, που δεν μου επιτρέπουν να βγαίνω ραντεβού με αγόρια, πρέπει να περιμένω τον έναν και μοναδικό».

«Είπε: “λοιπόν, θα τον σκότωνα”».

«Εγώ απάντησα: “εντάξει, αλλά είναι ο αδελφός σου” και εκείνος απάντησε: “όχι, είναι άρρωστος”».

Ο δεσμός με τη Ρόμι – Μια δίδυμη αδελφή στην κόλαση

«Κάναμε κοιλιακούς κάθε πρωί. Το μέγιστο που έκανα ήταν 600. Αλλά τις περισσότερες μέρες έκανα 400, 450».

«Οι τρομοκράτες με φώναζαν Sajaya, που σημαίνει ότι είσαι πολύ σίγουρη, πολύ δυνατή».
«Αν κάθονταν τώρα δίπλα μου και μπορούσα να τους σκοτώσω, φυσικά θα το έκανα με μεγάλη χαρά».

«Είπα στις κορίτσια, μήπως να τον σκοτώσω; Άρχισα να ενθουσιάζομαι με την ιδέα. Αλλά τότε τα κορίτσια είπαν, “ναι, αλλά μετά; Μετά θα πεθάνουμε όλες”».

Απελπισία – Η σκέψη της αυτοκτονίας

«Ήταν οι χειρότεροι άνθρωποι. Η χειρότερη οικογένεια. Μας κορόιδευαν και μας γελούσαν. Μας έλεγαν: “Κανείς δεν νοιάζεται για σας”».

«Είτε θα δραπετεύσω, είτε θα αυτοκτονήσω».

«Αν δεν κάνεις κάτι και δεν μας βγάλεις από εδώ, θα έχεις δύο νεκρούς ομήρους».

Η απελευθέρωση – Το προαίσθημα και η αγκαλιά με τη μητέρα της

«Σας το λέω. Θα βγούμε από εδώ».

«Πείτε στον διοικητή σας ότι η Έμιλι Νταμάρι δεν φοράει κόκκινο».

«Μου είπαν ότι αυτό είναι το δωμάτιό σου, και εγώ απάντησα: ”υπέροχα, ό,τι πείτε, αλλά πού είναι η μαμά μου;”».

«Μαμά, συγγνώμη, λυπάμαι τόσο πολύ».

«Η μεγαλύτερη ελπίδα μου είναι ότι ο Γκάλι και ο Ζιβ θα ζήσουν και αυτοί την ίδια εμπειρία».