Η Γαλλία έχει ανάγκη “να πέρασει μια περίοδο επούλωσης” έπειτα από εβδομάδες διαδηλώσεων, συχνά βίαιων, εναντίον του σχεδίου συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης του προέδρου Μακρόν, δήλωσε η πρωθυπουργός Ελιζαμπέτ Μπορν, παρότι δεν πρότεινε κάποια σαφή λύση για έξοδο από την πολιτική αναταραχή.

Οι διαδηλώσεις, οι οποίες ξεκίνησαν ως ένα κίνημα εναντίον του σχεδίου του Μακρόν καθοδηγούμενο από τα συνδικάτα, προκάλεσαν ευρεία αγανάκτηση στους πολίτες εναντίον του ίδιου του Μακρόν μετά την άρνησή του να θέσει το επίμαχο νομοσχέδιο υπό ψήφιση στη βουλή.

Παρότι λιγότεροι πολίτες διαδήλωσαν χθες Πέμπτη στους δρόμους γαλλικών πόλεων, γεγονός που υποδηλώνει ότι μπορεί οι κινητοποιήσεις να ατονούν, το σχέδιο μεταρρύθμισης του Μακρόν είναι βαθιά αντιδημοφιλές και υπογραμμίζει την αποδυναμωμένη θέση του τώρα που δεν διαθέτει πλέον απόλυτη πλειοψηφία στη βουλή.

“Θα πρέπει να είμαστε υπερβολικά προσεκτικοί να μην βιάζουμε τα πράγματα. Θα πρέπει να αφήσουμε την κατάσταση να ημερήσει…Η χώρα χρειάζεται κατευνασμό”, είπε σε συνέντευξή της που δημοσιεύεται σήμερα στην Le Monde η Μπορν.

Ο Μακρόν και η κυβέρνησή του επιθυμούν να αυξήσουν το όριο ηλικίας συνταξιοδότησης κατά δύο χρόνια –από τα 62 στα 64 χρόνια– για να αποφευχθεί ένα έλλειμμα του συνταξιοδοτικού συστήματος. Τα συνδικάτα υποστηρίζουν ότι τα χρήματα αυτά μπορούν να αναζητηθούν αλλού.

Οι ηγέτες των συνδικάτων και οι διαδηλωτές ισχυρίζονται ότι ο μόνος τρόπος εξόδου από την κρίση είναι να καταργηθεί η νομοθεσία –μια επιλογή την οποία η κυβέρνηση έχει επανειλημμένως απορρίψει.

“Αν πράγματι επιθυμείς κατευνασμό πρέπει να βάλεις στο ράφι αυτή τη μεταρρύθμιση”, δήλωσε σήμερα στο BFM ο Λοράν Μπερζέ, ο επικεφαλής του μετριοπαθούς συνδικάτου CFDT.

Οι πολέμιοι του νομοσχεδίου αναμένουν την ετυμηγορία για τον νόμο από το Συνταγματικό Συμβούλιο στις 14 Απριλίου.

Το Συμβούλιο έχει εξουσία να ακυρώσει το νομοσχέδιο ή τμήματα αυτού αν θεωρήσει ότι αυτό παραβιάζει το Σύνταγμα, αλλά σπανίως το απορρίπτει στο σύνολό του.