Φρένο στους ξέφρενους πανηγυρισμούς του ΣΥΡΙΖΑ βάζει η έφεση που άσκησε ο εισαγγελέας στην απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών για την εθνική τραγωδία στο Μάτι. Τόσο οι 15 που αθωώθηκαν όσο και οι πέντε από τους έξι καταδικασθέντες θα καθίσουν ξανά στο εδώλιο του κατηγορουμένου και θα δώσουν εξηγήσεις για τις πράξεις που τους αποδίδονται.

Γράφει η Μαρίνα Πλέσσα

H απόφαση του δικαστηρίου προκάλεσε το θυμό των συγγενών των 104 νεκρών και ολόκληρης της ελληνικής κοινωνίας, αλλά και αμηχανία σχεδόν στο σύνολο του πολιτικού κόσμου. Γιατί πώς μπορεί να εξηγήσει κάποιος στους πολίτες ότι οι εξαγοράσιμες ποινές που επιβλήθηκαν σε έξι από τους 21 κατηγορουμένους –και σε καμία περίπτωση δεν επουλώνουν το συλλογικό τραύμα που προκάλεσαν οι φονικές φλόγες– ήταν αποτέλεσμα του στρεβλού Ποινικού Κώδικα που ψήφισε ο ΣΥΡΙΖΑ λίγες ημέρες πριν τις βουλευτικές εκλογές του 2019;

Αυτοί που δεν αισθάνθηκαν καμία αμηχανία από την ετυμηγορία του δικαστηρίου ήταν τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ. Δείχνοντας πρωτοφανή έλλειψη ενσυναίσθησης για τον πόνο των κατοίκων του Ματιού θριαμβολόγησαν για τις αθωώσεις και τις ποινές-χάδι που επιβλήθηκαν σε όσους καταδικάστηκαν.

Πρώτη και καλύτερη, φυσικά, ήταν η πρώην περιφερειάρχης Αττικής Ρένα Δούρου, η οποία αθωώθηκε. Βγαίνοντας με αγέρωχο στιλ από την αίθουσα του Εφετείου όπου εκδικαζόταν η υπόθεση επί ενάμιση χρόνο, επέλεξε να αφιερώσει ελάχιστες λέξεις στο δράμα των συγγενών των θυμάτων –που τουλάχιστον παραδέχτηκε ότι είναι μεγαλύτερο από το δικό της– και να πει ότι διώχθηκε επειδή είναι γυναίκα και αριστερή. «Υπήρξα ο κύριος στόχος από τους πολιτικούς μου αντιπάλους σε μία τεραστίων διαστάσεων εθνική τραγωδία, οι οποίοι επιχείρησαν την πολιτική, ηθική και φυσική μου εξόντωση. Κατασυκοφαντήθηκα και λοιδορήθηκα όσο κανείς άλλος. Οι πολιτικοί μου αντίπαλοι ουδέποτε μπόρεσαν να αποδεχθούν ότι μία νέα, αριστερή γυναίκα επιτέλεσε, στη διάρκεια της θητείας της, με πρωτοφανή διαφάνεια ένα τεράστιο έργο σε όλους τους τομείς», είπε αυτοθαυμαζόμενη για τα έργα και τις ημέρες της στην Περιφέρεια Αττικής.

Θλιβεροί λεονταρισμοί

Ακολούθησαν κάποιοι από τους συνήθεις προβοκάτορες του ΣΥΡΙΖΑ, με πρώτο και καλύτερο τον Παύλο Πολάκη, ο οποίος μίλησε για τυμβωρυχίες και απαίτησε συγγνώμες. «Θα ζητήσει κάποιος από τους πολιτικούς ή τα ΜΜΕ που έκαναν τυμβωρυχία στο όνομά της μια μεγάλη δημόσια συγγνώμη;», έγραψε στα social media. Με τις κομματικές παρωπίδες να τον εμποδίζουν, για πολλοστή φορά, να δει τη μεγάλη εικόνα, ο Παύλος Πολάκης δεν σκέφτηκε ότι αν πρέπει να ζητηθεί μια συγγνώμη αυτή δεν θα πρέπει να είναι από τη Ρένα Δούρου, αλλά από τους συγγενείς των νεκρών και τους τραυματίες της τραγωδίας.

Μετά τον Παύλο Πολάκη ήρθε η σειρά της Ελενας Ακρίτα, η οποία ζήτησε... σιωπητήριο. «Ομόφωνα αθώα η Ρένα Δούρου για το Μάτι. Είχε προηγηθεί αθωωτική πρόταση του εισαγγελέα αλλά και αθωωτική απόφαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου για τους αιρετούς, που αποτελείται από ανώτατο και ανώτερους δικαστές. Δηλαδή, όλοι ανεξαιρέτως οι δικαστές που την έκριναν σε πειθαρχικό και ποινικό επίπεδο ομόφωνα την αθώωσαν. Αθώα η Ρένα. Και όρθια. Αρκετά την πετροβολήσατε, αρκετά τη σπιλώσατε. Σωπάστε τώρα», έγραψε στο Facebook. Θα μπορούσε κάποιος να πει ότι η βουλευτής Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ ανταπέδωσε τη στήριξη που της έδωσε η Ρένα Δούρου όταν βρέθηκε στο μάτι του κυκλώνα για τις χυδαίες και συκοφαντικές αναρτήσεις της εις βάρος της συζύγου του πρωθυπουργού.

Η Ελενα Ακρίτα ζήτησε από τους πάντες να σωπάσουν, αλλά τελικά οι πρώτοι που το έκαναν όταν μαθεύτηκε η είδηση για την έφεση που άσκησε ο εισαγγελέας ήταν τα κατά τα λοιπά λαλίστατα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ. Καμία ανάρτηση από τον Παύλο Πολάκη και την Eλενα Ακρίτα και καμία δήλωση από τη Ρένα Δούρου δεν διαβάσαμε το τελευταίο 24ωρο. Οι λεονταρισμοί, οι απαιτήσεις για συγγνώμη και τα καλέσματα για σιωπή σταμάτησαν απότομα. Ισως αντιλήφθηκαν ότι ήταν πολύ νωρίς για πανηγυρισμούς, αφού η έφεση έμοιαζε προδιαγεγραμμένη. Ισως επίσης να συνειδητοποίησαν αυτό που γνωρίζουν διαισθητικά όλοι οι πολίτες αυτής της χώρας. Oτι σε κάθε περίπτωση η εθνική τραγωδία της 23ης Ιουλίου 2018 δεν προσφέρεται για χαμηλού επιπέδου μικροπολιτικές κόντρες.