Στη σειρά των προσεγγίσεων των γεγονότων που προηγήθηκαν αλλά και ακολούθησαν την μικρασιατική τραγωδία του 1922, έχουμε ήδη αναφερθεί στην αντεθνική στάση του ΚΚΕ κι έχουμε προσεγγίσει το υπαρξιακό δίλημμα του Ελευθερίου Βενιζέλου αναφορικά με τον αρχικό ελληνικό στόχο κατά τη διάρκεια του συνεδρίου ειρήνης, στο Παρίσι:  Κωνσταντινούπολη ή Σμύρνη;

Όλα τα άρθρα του Νίκου Σακελλαρόπουλου

Σήμερα θα επιχειρήσουμε να  προσεγγίσουμε τους σχεδιασμούς του αναφορικά με τον Πόντο αλλά κι αν μπορούσε ο ελληνικός στρατός να επιχειρήσει εκεί.

Το γεγονός ότι η Ελλάδα δεν επιχείρησε στον Πόντο, θεωρήθηκε (ακόμη και σήμερα από κάποιους) ως προδοτική στάση απέναντι στους Έλληνες της περιοχής. Το ίδιο προδοτική θεωρήθηκε κι η ίδια στάση που τήρησαν κι οι φιλομοναρχικές δυνάμεις που αντικατέστησαν την κυβέρνηση Βενιζέλου το 1920.

Η αλήθεια είναι ότι η απώλεια του Πόντου σημαδεύτηκε με ανείπωτη σκληρότητα αλλά η ιστορική μελέτη και τα στρατηγικά δεδομένη της εποχής καταδεικνύουν ότι δεν ήταν δυνατόν η Ελλάδα να αναλάβει στρατιωτικά δυο τεράστιες αποστολές, στην Ιωνία αλλά και στον Πόντο. Δηλαδή τόσο στην Δυτική Μικρά Ασία όσο και στην Ανατολική. Οι ελληνικές δυνάμεις ήταν επαρκείς για τη Σμύρνη αλλά ανεπαρκείς για την Τραπεζούντα. Αυτό δεν μπορεί να το αμφισβητήσει κανένας. Φαίνεται κι από τη λογική εκτίμηση των δεδομένων. Η απόσταση του ελληνικού στρατού που βρισκόταν στη Μικρά Ασία από την Τραπεζούντα ήταν σχεδόν χίλια (1000) χιλιόμετρα! Συνεπώς είναι κατανοητό πόσος όγκος δυνάμεων απαιτείτο. Δυνάμεων που κατά κύριο λόγο ήταν πεζοπόρα τμήματα. Γεγονός απαγορευτικό.

Είναι και κάτι άλλο, το αναφέραμε και στην προσέγγιση του διλήμματος «Κωνσταντινούπολη ή Σμύρνη;». Ο Βενιζέλος κι η Ελλάδα στη συνδιάσκεψη της ειρήνης στο Παρίσι,  κατέθεσε ως βασικό μοχλό των διεκδικήσεων της Ελλάδας, την κλασσική φιλελεύθερη «αρχή των εθνοτήτων». Αυτή έλεγε μεν για την αυτοδιάθεση των λαών αλλά με βασικές αρχές πλειοψηφίας στους πληθυσμούς. Επομένως, όπως στην Κωνσταντινούπολη που δεν ήταν πλειοψηφία στον πληθυσμό οι Έλληνες για να διεκδικηθεί διπλωματικά και στρατιωτικά, έτσι συνέβη και στον Πόντο. Οι Έλληνες εκεί δεν ήταν πλειοψηφία. Άρα, ακόμη κι αν αριθμητικά υπήρχε στρατός για να φτάσει στον Πόντο, δύσκολα θα μπορούσε διπλωματικά να επιδιωχθεί κι επιτευχθεί η δημιουργία Ποντιακού κράτους με τους Έλληνες μειοψηφία στον πληθυσμό.

Όμως, αντιθέτως με τα θρυλούμενα ο Βενιζέλος δεν εγκατέλειψε τον Πόντο στην τύχη του. Προώθησε την ένταξη του ελληνικού στοιχείου του Πόντου σε μια φιλική συμμαχία με την αρμενική κοινότητα. Προώθησε, δηλαδή, τη δημιουργία Ποντοαρμενικής ομοσπονδίας στην οποία οι Έλληνες του Πόντου θα συνδιοικούσαν το κράτος με τους Αρμενίους, ως ισότιμοι εταίροι. Αυτή την προοπτική την «τορπίλησαν» οι Αρμένιοι που δεν ήθελαν να μοιραστούν την εξουσία του κράτους τους με μια κοινότητα που αριθμητικά ήταν μειοψηφική.

Το επόμενο βήμα του Βενιζέλου αφού το αρχικό του σχέδιο δεν ευοδώθηκε, ήταν στην ένταξη των Ελλήνων Ποντίων στο Αρμενικό κράτος, που θα είχε κοινά συμφέροντα με την Ελλάδα. Άρα, Αρμένιοι κι Έλληνες Πόντιοι θα είχαν κοινό εχθρό και εκ τούτου αγαστές σχέσεις.

Είναι και κάτι ακόμη. Ο Βενιζέλος είχε κερδίσει πολλά με τη συνθήκη των Σεβρών. Επομένως πίστευε ότι μέσω αυτής θα αναβαθμιζόταν η διεθνής θέση της Ελλάδας κι έτσι θα μπορούσε να μεριμνήσει περισσότερο για τον ποντιακό ελληνισμό. Όμως η συνθήκη των Σεβρών δεν εφαρμόστηκε.

Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι εθνικά, διπλωματικά και στρατηγικά ο Βενιζέλος δεν αποφάσισε με βάση τον ρεαλισμό.