Τρεις μήνες μετά τις βουλευτικές εκλογές οι πολιτικοί συσχετισμοί παραμένουν αμετάβλητοι παρά τις δυσκολίες, ενώ φάνηκε και το κενό εναλλακτικής κυβερνητικής πρότασης από την αντιπολίτευση.
Τα αποτελέσματα της πρώτης Κυριακής των εκλογών στην Αυτοδιοίκηση αποτέλεσαν μια ακόμα απόδειξη της καταλυτικής πολιτικής κυριαρχίας της Νέας Δημοκρατίας. Αν πάρουμε τη μάχη στις περιφέρειες ως κατά κοινή ομολογία πεδίο ασφαλούς εξαγωγής πολιτικών συμπερασμάτων η κυριαρχία της Νέας Δημοκρατίας σε επτά περιφέρειες από τον πρώτο γύρο, ανάμεσά τους και η Αττική, αποτελεί αδιαμφισβήτητο δείγμα γραφής αυτής της κυριαρχίας. Ουσιαστικά αποτελεί την έκτη εκλογική μάχη μετά το 2019 στην οποία η Νέα Δημοκρατία νίκησε κατά κράτος.
Για να γίνει πιο κατανοητό, ας αναφέρουμε ορισμένα στοιχεία. Πρώτον, οι επτά αυτές περιφέρειες αντιπροσωπεύουν περίπου το 80% του πληθυσμού της χώρας. Δεύτερον, τα ποσοστά που πέτυχαν οι υποψήφιοι περιφερειάρχες που στήριξε η Νέα Δημοκρατία σ’ αυτές ήταν κατά πολύ υψηλότερα από τα ποσοστά που πέτυχε η Νέα Δημοκρατία. Τρίτον, σημειώθηκαν πολύ μεγάλες διαφορές των νικητών από τον δεύτερο, διαφορές πρωτοφανείς, από 30% έως και 67%, κάτι που καταδεικνύει εμφατικά και την κατάρρευση του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, που δείχνει να μη βγαίνει από τον κύκλο περιδίνησης στον οποίο έχει βρεθεί μετά τη διπλή συντριπτική εκλογική ήττα στις βουλευτικές εκλογές.
Μόνο σε μία περιφέρεια ο αντίπαλος της ΝΔ προέρχεται από την αντιπολίτευση
Συνολικά είναι εντυπωσιακό ότι αν προσμετρήσουμε και τις έξι περιφέρειες στις οποίες θα υπάρχει δεύτερος γύρος, μόνο στη μία (Θεσσαλία) αντίπαλος του έχοντος τη στήριξη της Νέας Δημοκρατίας υποψηφίου προέρχεται από την ευρύτερη αντιπολίτευση. Στις άλλες πέντε περιπτώσεις ο αντίπαλος προέρχεται από τον ευρύτερο κεντροδεξιό χώρο και κάποιοι ήταν μέχρι πρόσφατα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας. Είναι φανερό ότι ο στόχος του Κυριάκου Μητσοτάκη αποδεικνύεται στην πράξη ρεαλιστικός ή το λιγότερο προσεγγίσιμος, ο δε χαρακτηρισμός περί επίδειξης αλαζονείας στερείται πολιτικής αξίας. Φαντάζομαι ότι όλα τα κόμματα κατεβάζοντας υποψηφίους, θέλουν αυτοί να νικήσουν. Άλλο αν δεν μπορούν...
Έτσι, πορευόμενοι προς τον δεύτερο γύρο όπου και θα ολοκληρωθεί η συνολική εικόνα, το ηχηρό πολιτικό μήνυμα έχει ήδη υπάρξει και αυτό παρά το δύσκολο τρίμηνο που πέρασε η κυβέρνηση. Ας μην αγνοούμε δε ότι η δυναμική του πρώτου γύρου θα επηρεάσει αναπόφευκτα τα αποτελέσματα του δεύτερου γύρου. Το μήνυμα είναι σαφές: οι πολιτικοί συσχετισμοί τρεις μήνες μετά τις βουλευτικές εκλογές παραμένουν αμετάβλητοι παρά τις δυσκολίες, όπως φάνηκε και από το σύνολο των δημοσκοπήσεων που είδαν το φως της δημοσιότητας πρόσφατα. Οπως ταυτόχρονα φάνηκε και το κενό εναλλακτικής κυβερνητικής πρότασης, που πρέπει να απασχολήσει την αντιπολίτευση.