Από τη μία η καταδίκη της επίθεσης του Ρουβίκωνα στο σπίτι της δημοσιογράφου Λίνας Κλείτου. Από την άλλη, η σιωπηρή ανοχή –αν όχι η παρότρυνση– του θλιβερού σοσιαλμιντιακού κακουργιοδικείου που μοιράζει «ποινές» σε όποιον δεν ακολουθεί όσα εκ των προτέρων «ιερά και όσια» οι μειοψηφίες διά της βίας, όλων των μορφών, επιβάλλουν. Απλά είναι τα πράγματα, από τη μία η ελευθερία του λόγου εντός του πλαισίου της αστικής δημοκρατίας και από την άλλη ο καθημερινός φασισμός, μεταμφιεσμένος σε θιγμένο ανθρωπισμό, που όμως χρησιμοποιεί τα ίδια μέσα.
Γράφει ο Κώστας Δημητράκος
Η Λίνα Κλείτου, πριν από λίγες ημέρες, είχε κάνει μία ανάρτηση με την οποία σχολίαζε την παρουσία σε συλλαλητήρια κατά της ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων ανθρώπων που φυσιογνωμικά, τουλάχιστον, δεν είχαν καμία σχέση με τους φοιτητές. Ενας από αυτούς ήταν ο Γιάννης Μάγγος, πατέρας του Βασίλη Μάγγου, που το καλοκαίρι του 2020 είχε πεθάνει από άγνωστη αιτία, ενώ έναν μήνα πριν από τον θάνατό του είχε καταγγείλει ότι είχε πέσει θύμα αστυνομικής βίας στον Βόλο και είχε χρειαστεί να νοσηλευτεί.
«Καλύτερη διαφήμιση υπέρ των Ιδιωτικών ΑΕΙ από αυτή που κάνει ο τυπάκος με το κατσιασμένο επαναστατικό μαλλί δεν θα μπορούσε να γίνει. Ολη η αποτυχία του προοδευτικού σκοταδισμού σε μια εικόνα», έγραφε η Λίνα Κλείτου, χωρίς φυσικά να είναι υποχρεωμένη να γνωρίζει ποιος εικονίζεται στη συγκεκριμένη φωτογραφία. Και σχεδόν αυτόματα, όπως μας έχουν συνηθίσει τα λαϊκά διαδικτυακά δικαστήρια, σηκώθηκε κύμα «αγανάκτησης και αποτροπιασμού» από τα γνωστά συστήματα που εκφράζουν δημόσιο λόγο υπέρ της ελευθερίας έκφρασης των απόψεων υπό έναν όρο: να είναι μόνο οι δικές τους.
Από τις απειλές...
Η Λίνα Κλείτου άρχισε να δέχεται πλήθος χυδαίων σχολίων. Ο Γιάννης Μάγγος την κάλεσε να κατεβάσει την ανάρτηση, αλλά κάλεσε και «τους πολίτες, την κοινωνία να καταδικάσει όχι μόνο το δημοσίευμα, αλλά και την προσπάθεια της κυβέρνησης για την κατάργηση της δημόσιας παιδείας». Επίσης, δήλωσε «υπέρ του δίκαιου αγώνα που δίνουν οι φοιτητές κατά της ιδιωτικοποίησης των πανεπιστημίων». Με αφορμή, δηλαδή, το σχόλιο της Λίνας Κλείτου έκανε γνωστή την πολιτική του θέση και κάλεσε την κοινή γνώμη να την καταδικάσει.
…στην τρομοκράτηση
Το βράδυ της Τετάρτης μέλη της αυτόκλητης ομάδας τιμωρών του «Ρουβίκωνα» συγκεντρώθηκαν έξω από το σπίτι της δημοσιογράφου, ανοίγοντας πανό, πετώντας φέιγ βολάν και γράφοντας συνθήματα στους τοίχους. Η επίθεση, που προβάλλεται στα ελληνικά media ως «παρέμβαση», σαν αυτονόητο δημοκρατικό δικαίωμα ενταγμένο σε κάποιον αόρατο διάλογο, ήταν εστιασμένη στην «προσβολή» που δέχθηκε ο Γιάννης Μάγγος, ο οποίος από τα μέλη της ομάδας αυτής προβάλλεται ως «πατέρας θύματος κακοποίησης των ΜΑΤ». Τα πραγματικά περιστατικά, όπως γίνεται σε αυτές τις περιπτώσεις, ουδόλως αφορούν την ομάδα.
Μετά την επίθεση στο σπίτι της, η Λίνα Κλείτου ανήρτησε το εξής: «Η πρώτη φασιστική παρέμβαση Ρουβίκωνα εναντίον γυναίκας δημοσιογράφου για τρίχες, με βάση την ανακοίνωσή του. Στόχος, ο εκφοβισμός και η φίμωσή μου. Ακολούθησε της στοχοποίησής μου από δημοσιογράφους και εκδότες ΣΥΡΙΖΑ και ΚΚΕ μαζί με τους χυδαίους της υπόγας. Στο κενό, σύντροφοι».
Καταδικάζει η ΝΔ
Την επίθεση καταδίκασε επισήμως η Νέα Δημοκρατία: «Καταδικάζουμε, με τον πιο έντονο τρόπο, τη στοχοποίηση δημοσιογράφων και πολιτικών με καταδρομικές ενέργειες εναντίον τους, στα σπίτια και στα γραφεία τους. Απόπειρες εκφοβισμού και τρομοκράτησης δεν χωρούν σε δημοκρατικά πολιτεύματα. Η Αστυνομία και η Δικαιοσύνη θα δώσουν την απάντηση που οφείλουν. Σε κάθε περίπτωση, αναμένουμε την άμεση καταδίκη των πράξεων αυτών από όλες τις πολιτικές δυνάμεις του τόπου. Η σιωπή σημαίνει ανοχή και η ανοχή είναι απαράδεκτη».
Επικίνδυνη σπέκουλα
Τον Ιούνιο του 2020, ο Βασίλης Μάγγος είχε καταγγείλει ότι είχε πέσει θύμα αστυνομικής βίας. Τον Ιούλιο του ίδιου χρόνου βρέθηκε νεκρός στο σπίτι του, στον Βόλο. Τότε σηκώθηκε κύμα συμπαράστασης που συνέδεε ευθέως τον θάνατο του 26χρονου με τον καταγγελλόμενο ξυλοδαρμό του. Το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη είχε ανακοινώσει: «Σε ιστοσελίδες και έντυπα, που εκφράζουν ή πρόσκεινται στον ΣΥΡΙΖΑ και τον αντιεξουσιαστικό χώρο, γίνεται προσπάθεια ή ακόμη χειρότερα συνδέεται ευθέως ο θάνατος με προ μηνός καταγγελία του. Πρόκειται για ακόμη μία αθλιότητα και ακόμη ένα ασύστολο ψέμα. Είναι ανεύθυνοι και αδίστακτοι. Τα αίτια θανάτου θα αποδειχθούν από τη νεκροψία-νεκροτομή που έχει διαταχθεί. Ας αφήσουμε τη μνήμη του παιδιού στην ησυχία του και τους οικείους του στη θλίψη τους».