Την υποχρέωση να σταθεί η Ευρωπαϊκή Ένωση και όλα τα κράτη-μέλη δίπλα στα θύματα έμφυλης βίας υπογράμμισε με παρέμβαση στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο Στρασβούργο η επικεφαλής της ευρωομάδας της Νέας Δημοκρατίας και μέλος της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων, Ελίζα Βόζεμπεργκ.
Η Ελληνίδα ευρωβουλευτής τόνισε την επιτακτική ανάγκη όλα τα κράτη μέλη ανεξαιρέτως να κυρώσουν και να εφαρμόσουν πλήρως τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, υπογραμμίζοντας παράλληλα ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση διαθέτει τη δύναμη, τη βούληση αλλά και τα νομοθετικά μέσα για την καταπολέμηση της έμφυλης βίας.
Στο πλαίσιο αυτό, η κ. Βόζεμπεργκ έκανε ειδική αναφορά στο ρόλο της εκπαίδευσης που οφείλει να εξοπλίσει τις επόμενες γενιές με τις γνώσεις και τα εργαλεία για να εξαλείψουν το επιβλαβές αφήγημα της ανισότητας των φύλων ώστε να επιτευχθεί ουσιαστική πρόοδος.
Η παρέμβαση της Ελίζας Βόζεμπεργκ έχει ως εξής:
«Κάθε φορά που συζητούμε για την έμφυλη βία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο καταλήγουμε σε δυσάρεστα συμπεράσματα. Δυστυχώς, πρόκειται για μια παθογένεια που επιμένει στις κοινωνίες μας και απαιτεί την προσοχή μας ως μία από τις σοβαρότερες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, οι στατιστικές αποκαλύπτουν ότι μία στις τρεις γυναίκες έχει βιώσει κάποια μορφή βίας. Το φαινόμενο μάλιστα στη μετά-COVID εποχή κλιμακώνεται. Η Ευρώπη έχει κρίσιμη ευθύνη να ηγηθεί των προσπαθειών για την εξάλειψη του φαινομένου και είναι επιτακτική ανάγκη όλα τα κράτη μέλη ανεξαιρέτως να κυρώσουν και να εφαρμόσουν πλήρως τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης.
Η έμφυλη βία, που σημαδεύει το παρελθόν και το παρόν μας, δεν πρέπει να καθορίσει και το μέλλον μας. Η ουσιαστική πρόοδος αρχίζει με την εκπαίδευση, που αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο για την καταπολέμηση της έμφυλης βίας και θα εξοπλίσει τις επόμενες γενιές με τις γνώσεις και τα εργαλεία για να καταπολεμήσουν το επιβλαβές αφήγημα της ανισότητας των φύλων.
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση διαθέτουμε τη δύναμη και τη βούληση για να εξαλείψουμε το φαινόμενο αλλά και τις στατιστικές απεικονίσεις, τις θεωρητικές προσεγγίσεις και τα νομοθετήματα. Αυτό που μένει τώρα είναι να εφαρμοστούν από όλα τα κράτη μέλη συντονισμένα και αποτελεσματικά με την παράλληλη ανταλλαγή των βέλτιστων πρακτικών».