Σε νέα επιχείρηση εκκένωσης προχώρησε η Αστυνομία το πρωί της Τρίτης στη Νομική Σχολή του ΕΚΠΑ, παραδίδοντας στη Διοίκηση δύο χώρους που τελούσαν υπό κατάληψη, μεταξύ αυτών και το αποκαλούμενο «αυτοδιαχειριζόμενο κυλικείο». Η εικόνα που αντίκρισαν οι αστυνομικοί, παρουσία δικαστικού λειτουργού, μόνο σε πανεπιστημιακό ίδρυμα ευρωπαϊκής χώρας δεν παρέπεμπε.

Η επιχείρηση έγινε από τη Υποδιεύθυνση Αντιμετώπισης Ρατσιστικής και Εξτρεμιστικής Βίας, στο πλαίσιο παράλληλης έρευνας για τον εντοπισμό των δραστών της επίθεσης στον μεταδιδακτορικό φοιτητή, που νοσηλεύεται σοβαρά εδώ και δύο εβδομάδες.

Κατά την έρευνα, της ΕΛΑΣ εντοπίστηκαν στο κυλικείο και σε παρακείμενο υπόγειο πυροσβεστήρες, γάντια, δεματικά και άλλα αντικείμενα που φέρονται να χρησιμοποιήθηκαν στη βίαιη επίθεση. Οι χώροι εκκενώθηκαν και αποδόθηκαν στις πανεπιστημιακές αρχές.

Μια ιστορία επαναλαμβανόμενης αυθαιρεσίας

Το κυλικείο και ο υπόγειος χώρος τελούσαν υπό κατάληψη από το 2012. Παρά την αστυνομική επιχείρηση του Μαΐου 2024 και τη σύλληψη 28 ατόμων –τα οποία, σύμφωνα με τις Αρχές, δεν είχαν καμία σχέση με το πανεπιστήμιο και δήλωναν αλληλέγγυοι σε τρομοκρατικές οργανώσεις– ο χώρος επανακαταλήφθηκε. Σύμφωνα με πληροφορίες, αυτό έγινε με ευθύνη της ίδιας της Διοίκησης του ΕΚΠΑ, η οποία φέρεται να παραχώρησε το κυλικείο σε ομάδες εκτός ακαδημαϊκής κοινότητας.

Κατά τη διάρκεια της κατάληψης, πραγματοποιούνταν συνελεύσεις και πάρτι, ενώ φοιτητές κατήγγειλαν ότι ο χώρος είχε μετατραπεί σε άβατο, με περιστατικά εκφοβισμού και φθορές.

Η νέα επέμβαση της Αστυνομίας αναδεικνύει, για ακόμη μία φορά, τα όρια της ανοχής σε χρόνιες παθογένειες του ελληνικού πανεπιστημίου, που επιτρέπουν σε εξωθεσμικές ομάδες να νέμονται πανεπιστημιακές εγκαταστάσεις, μετατρέποντας εστίες μάθησης σε καταφύγια παρανομίας.