Ο Νίκος Ανδρουλάκης επιχειρεί να επανατοποθετήσει τον πολιτικό του λόγο στο προσκήνιο, με μια στρατηγική επιστροφής στις γνωστές πασοκικές εξαγγελίες περί 13ου και 14ου μισθού. Ωστόσο, το χρονοδιάγραμμα, το κόστος και η εφαρμοσιμότητα των προτάσεών του παραμένουν στον αέρα. Η επιλογή του να αναδείξει το θέμα μέσα από τη συνάντησή του με την ΑΔΕΔΥ δείχνει πως στοχεύει συνειδητά σε ένα παραδοσιακό κοινό του ΠΑΣΟΚ, αλλά σε μια περίοδο που η κοινωνία ζητά σοβαρότητα και όχι συνθηματολογία.
Η αναφορά του σε «ώριμες συνθήκες» για επιδόματα χωρίς δημοσιονομικό πλάνο, σε συνδυασμό με την αποφυγή οποιασδήποτε νύξης για πηγές χρηματοδότησης, ανοίγει ερωτήματα: Πρόκειται για υπεύθυνη προγραμματική πρόταση ή για ένα ακόμα επεισόδιο πολιτικής φαντασίας; Και κυρίως, τι σημαίνει αυτό για τη μεσαία τάξη που υποφέρει ήδη από υπερφορολόγηση;
Την ίδια στιγμή, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ καταγγέλλει την κυβέρνηση για έλλειψη αξιολόγησης στο Δημόσιο, ενώ την ίδια ώρα υπερασπίζεται τη μονιμότητα ως θεσμό που προστατεύει από «πολιτικές παρεμβάσεις». Η αντίφαση είναι προφανής: δεν μπορεί να υπάρξει αξιολόγηση με πραγματικά αποτελέσματα όταν το σύστημα παραμένει απολύτως κλειστό ως προς την κινητικότητα και την ευελιξία.
Τέλος, η επίκληση των παραδειγμάτων από τη Γερμανία και τη Γαλλία δείχνει μια προσπάθεια να δοθεί θεσμικό βάρος στον λόγο του. Όμως η πραγματικότητα στην Ελλάδα απέχει σημαντικά από τα συγκριτικά ευρωπαϊκά πρότυπα. Το ερώτημα δεν είναι αν ο Ανδρουλάκης έχει δίκιο σε επιμέρους σημεία, αλλά αν ο ίδιος και το κόμμα του έχουν σχέδιο – και όχι απλώς ανάμνηση – διακυβέρνησης.