“Πλέον δεν υπάρχουν ασυνόδευτα ανήλικα στα ΚΥΤ των νησιών, ούτε στο Φυλάκιο του Έβρου” τονίζει σε ανάρτησή της στο facebook, η Ειδική Γραμματέας Προστασίας Ασυνόδευτων Ανηλίκων, Ειρήνη Αγαπηδάκη.
Αναλυτικά η ανάρτηση της Ειρήνης Αγαπηδάκη
“Από τον Σεπτέμβριο του 2015 που ξεκίνησε η λειτουργία του Κέντρου Υποδοχής και Ταυτοποίησης στη Μόρια, έχουν ξεσπάσει πολλές πυρκαγιές. Τόσο σε αυτό όσο και στα άλλα ΚΥΤ, υπήρχαν επεισόδια με βία και κάθε λογής κινδύνους. Σε όλο αυτό το διάστημα, επί πέντε και πλέον έτη, βρίσκονταν εκατοντάδες ασυνόδευτα ανήλικα στα ΚΥΤ των νησιών και το Φυλάκιο και ουδείς, ποτέ, αποπειράθηκε να τα μετακινήσει μαζικά σε ασφαλέστερο μέρος και να βάλει μια τάξη στο σύστημα υποδοχής.
Σήμερα η χώρα μας κάνει ένα σημαντικό βήμα στην προστασία αυτού του πληθυσμού και είναι σε θέση να εκπληρώνει με μεγαλύτερη επιτυχία τις διεθνείς της υποχρεώσεις. Πλέον δεν υπάρχουν ασυνόδευτα ανήλικα στα ΚΥΤ των νησιών, ούτε στο Φυλάκιο του Έβρου.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιεύει το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικής Αλληλεγγύης, στα τέλη Φεβρουαρίου που συστάθηκε η Ειδική Γραμματεία Προστασίας Ασυνόδευτων Ανηλίκων στο Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου, στα ΚΥΤ υπήρχαν 1752 ασυνόδευτα ανήλικα, ενώ ο συνολικός αριθμός των ασυνόδευτων ανηλίκων στη χώρα, ήταν 5379, ο υψηλότερος που είχαμε ποτέ.
Σήμερα δεν υπάρχουν ασυνόδευτα ανήλικα στα ΚΥΤ των νησιών και τον Έβρο και επιδίωξη είναι, να συνεχίσουμε έτσι.
Η κατάσταση δεν ήταν απλά δύσκολη, αλλά χαώδης. Είναι πάρα πολλά αυτά που χρειάζεται να γίνουν και είμαστε ακόμα στην αρχή.
Η μαζική απομάκρυνση των ασυνόδευτων ανηλίκων από τα ΚΥΤ δεν ήταν εύκολη υπόθεση όσο και αν μοιάζει τέτοια. Έπρεπε πρώτα να πειστεί στην πράξη η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ότι δε σκοπεύουμε να κάνουμε «μια από τα ίδια», που σημαίνει προσωρινές δομές φιλοξενίας που θα καταντήσουν μόνιμες, όπως γινόταν όλα αυτά τα χρόνια. Ανησυχία που αντιλαμβανόμαστε πολύ καλά, καθώς επί τουλάχιστον τρία χρόνια η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επέμενε συστηματικά στην αύξηση των θέσεων μακροχρόνιας φιλοξενίας στην ενδοχώρα, επί τρία τουλάχιστον χρόνια η χώρα μας δε μπορούσε να επιτύχει αυτούς τους στόχους. Όχι πια.
Καταφέραμε να αυξήσουμε μέσα σε 6 μήνες την απόδοση των θέσεων σε τέτοιες δομές κατά 30%, ενώ μέχρι τα τέλη του έτους θα μπουν στο σύστημα μακροχρόνιας φιλοξενίας ακόμα περισσότερες τέτοιες θέσεις οι οποίες είναι ήδη έτοιμες να τεθούν σε λειτουργία. Έτσι μπορέσαμε να παρέχουμε τεκμηρίωση και να πείσουμε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ότι η μεταφορά των ασυνόδευτων ανηλίκων από τα ΚΥΤ αποτελεί μέρος του συνολικότερου σχεδιασμού και όχι πυροτέχνημα που θα οδηγήσει σε νέα αδιέξοδα και εξαθλίωση. Τα ασυνόδευτα ανήλικα μεταφέρθηκαν και θα παραμείνουν στις προσωρινές δομές φιλοξενίας για μικρό χρονικό διάστημα, μιας και δρομολογείται ήδη για καθένα, η καλύτερη δυνατή λύση. Κάποια θα μετεγκαταστασθούν, άλλα θα επανενωθούν με μέλη της ευρύτερης οικογένειας τους σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ενώ κάποια θα παραμείνουν στη χώρα μας, σε κατάλληλες δομές.
Το πρόγραμμα μετεγκατάστασης είναι μια σημαντική δράση αλλά δεν είναι η μόνη. Συνεχίζουμε την προσπάθεια αναμόρφωσης του συστήματος υποδοχής και εντείνουμε την προσπάθεια για τον τερματισμό της λεγόμενης «προστατευτικής φύλαξης».
Παράλληλα, αναπτύσσουμε το οικοσύστημα που θα επιτρέψει την κοινωνική ένταξη για όσα από τα ασυνόδευτα ανήλικα παραμείνουν στη χώρα μας. Και αυτό το κάνουμε ΜΑΖΙ με τις τοπικές κοινότητες, μαζί με τους Δήμους και τις Περιφέρειες.
Και κάτι τελευταίο: οι αντιδράσεις που σημειώνονται σε κάποιες περιπτώσεις, απηχούν τη συσσωρευμένη καχυποψία του πολίτη προς το κράτος. Καχυποψία που έχει βαθιές ρίζες, πάει πολύ πίσω στο χρόνο και εκδηλώνεται με διάφορες αφορμές. Οι τοπικές κοινωνίες όμως, δεν είναι ένα αδιαφοροποίητο σύνολο, ούτε εκφράζονται από εκείνους που φωνάζουν δυνατότερα. Υπάρχουν και αυτοί που σκέφτονται, αξιολογούν και κρίνουν αυστηρά.
Είναι αυτοί που καταφέρνουν κόντρα στις φωνές και τη φασαρία, να κρατούν τη χώρα όρθια και να βοηθούν όλους μας, να κάνουμε ένα βήμα προς τα εμπρός. Κάθε φορά, όποιες και αν είναι οι συνθήκες.
Και είναι πολλοί”.