Το «Φθινοπωρινό Πακέτο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου 2026» που υιοθέτησε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο Στρασβούργο δεν αποτελεί απλώς έναν τεχνοκρατικό οδηγό οικονομικής πολιτικής, αλλά μια καθοριστική καμπή για το πώς η Ευρώπη θα ισορροπήσει ανάμεσα στην ανταγωνιστικότητα, τη δημοσιονομική σταθερότητα και τις επενδύσεις στην άμυνα, την πράσινη μετάβαση και την καινοτομία. Σε μια εποχή γεωπολιτικών πιέσεων, μεταβαλλόμενων αγορών και αυξανόμενης ανάγκης για διασφάλιση οικονομικής κυριαρχίας, το πακέτο αυτό θέτει τις βάσεις για τον τρόπο που θα κινηθεί η Ευρωπαϊκή Ένωση το 2026. Και για την Ελλάδα, η οποία αξιολογείται θετικά αλλά όχι χωρίς προειδοποιήσεις, η συζήτηση αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα.

Σύμφωνα με την Κομισιόν, η ευρωπαϊκή οικονομία εμφανίζει ανθεκτικότητα, με σταθερή αγορά εργασίας, αποκλιμάκωση πληθωρισμού και μετριοπαθή ανάπτυξη. Το πακέτο πολιτικών τονίζει την ανάγκη ενίσχυσης της παραγωγικότητας, της καινοτομίας και των επενδύσεων, ενώ εξετάζει τη συμμόρφωση των κρατών-μελών με το νέο δημοσιονομικό πλαίσιο μέσω του μοναδικού δείκτη των καθαρών δαπανών.

Η Ελλάδα κατατάσσεται στα κράτη με «συμμορφούμενο» Σχέδιο Προϋπολογισμού για το 2026, έχοντας ενεργοποιήσει την εθνική ρήτρα διαφυγής λόγω αμυντικών δαπανών. Παράλληλα, διατηρεί ισχυρή ικανότητα εξυπηρέτησης χρέους, με πλεονάσματα, ανάπτυξη και πτωτική τροχιά χρέους/ΑΕΠ. Ωστόσο, εντάσσεται εκ νέου στα κράτη που θα υποστούν εις βάθος εξέταση για μακροοικονομικές ανισορροπίες, ενώ καταγράφονται κίνδυνοι στο πλαίσιο κοινωνικής σύγκλισης, κυρίως σε ζητήματα δεξιοτήτων, απασχόλησης και φτώχειας.

Η πρώτη ανάγνωση του πακέτου αφήνει την εντύπωση ότι η Ευρώπη επιχειρεί να απαντήσει στις μεγάλες προκλήσεις της δεκαετίας με ένα μίγμα ευελιξίας και πειθαρχίας. Όμως πίσω από τα τεχνικά κείμενα, αναδύεται μια αγωνία: αν η ΕΕ θα καταφέρει να γίνει πραγματικά ανταγωνιστική σε έναν κόσμο που τρέχει πολύ πιο γρήγορα, και αν χώρες όπως η Ελλάδα θα μπορέσουν να αποφύγουν τη νέα παγίδα χαμηλής παραγωγικότητας, χαμηλών δεξιοτήτων και δημογραφικής κόπωσης.

Το νέο ευρωπαϊκό μείγμα πολιτικής: ανταγωνιστικότητα με δημοσιονομικούς κανόνες

Το σημαντικότερο μήνυμα της Επιτροπής είναι ότι η ανταγωνιστικότητα γίνεται πλέον κεντρική προτεραιότητα της ΕΕ. Η «Πυξίδα Ανταγωνιστικότητας» μετατοπίζει το επίκεντρο από την απλή δημοσιονομική πειθαρχία στην ανάγκη η Ευρώπη να ξανακερδίσει τεχνολογικό έδαφος, να επιταχύνει την πράσινη μετάβαση και να ενισχύσει τη στρατηγική της αυτονομία.

Οι κανόνες παραμένουν αυστηροί – οι καθαρές δαπάνες παρακολουθούνται στενά –, αλλά ταυτόχρονα υπάρχει στοχευμένη ευελιξία, κυρίως για τις αμυντικές δαπάνες, που πλέον αποτελούν προτεραιότητα ακόμη και για τα πιο «ορθόδοξα» κράτη-μέλη.

Η μετατόπιση προς τα αμυντικά έξοδα

Η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι η ΕΕ δεν μπορεί να επιτύχει οικονομική σταθερότητα χωρίς επενδύσεις στην άμυνα. Η ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία θεωρείται πλέον κρίσιμος πυλώνας οικονομικής ασφάλειας, ενώ στα Σχέδια Προϋπολογισμών δίνεται σαφής ευελιξία.

Για την Ελλάδα, που ήδη διαθέτει σημαντικό ποσοστό του ΑΕΠ της στην άμυνα, η αναγνώριση αυτή λειτουργεί ως ασπίδα απέναντι σε πιθανές πιέσεις για περικοπές, αλλά και ως εργαλείο για την περαιτέρω ενίσχυση των εξοπλιστικών προγραμμάτων.

Η αξιολόγηση της Ελλάδας: επιτυχίες, αλλά χωρίς περιθώριο εφησυχασμού

Η θετική αξιολόγηση της Ελλάδας σε επίπεδο δημοσιονομικής συμμόρφωσης αποτελεί ένα σημαντικό βήμα. Το πλεόνασμα του προϋπολογισμού, η υποχώρηση του λόγου χρέους/ΑΕΠ και η ισχυρή κερδοφορία του τραπεζικού συστήματος ενισχύουν την εικόνα σταθερότητας.

Όμως η Επιτροπή δεν κρύβει τις ανησυχίες της: η Ελλάδα παραμένει σε καθεστώς εις βάθος εξέτασης για μακροοικονομικές ανισορροπίες, κυρίως λόγω χαμηλής παραγωγικότητας, υψηλών χρηματοοικονομικών πιέσεων και δημογραφικών τάσεων που θα ενταθούν τα επόμενα χρόνια.

Επιπλέον, στο Πλαίσιο Κοινωνικής Σύγκλισης, η χώρα συγκαταλέγεται στα κράτη με αυξημένους κινδύνους σε θέματα φτώχειας, δεξιοτήτων και απασχόλησης – ένα τριπλό πρόβλημα που μπορεί να διαβρώσει τα θετικά δημοσιονομικά επιτεύγματα.

Το ανθρώπινο κεφάλαιο στο επίκεντρο – η πιο κρίσιμη σύσταση

Για πρώτη φορά η ΕΕ εκδίδει ειδική Σύσταση για το ανθρώπινο κεφάλαιο. Η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι χωρίς επένδυση στις δεξιότητες, στην εκπαίδευση και στις νέες τεχνολογίες, καμία δημοσιονομική σταθερότητα δεν θα μπορέσει να στηριχθεί μακροπρόθεσμα.

Η Ελλάδα βρίσκεται ακριβώς εδώ στο «μάτι του κυκλώνα»:
– χαμηλές βασικές δεξιότητες,
– ανεπάρκεια STEM πτυχιούχων,
– φυγή εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού,
– αδύναμες συνδέσεις μεταξύ εκπαίδευσης και αγοράς εργασίας.

Οι συστάσεις αυτές δείχνουν ότι το πραγματικό έλλειμμα της Ελλάδας δεν είναι πια δημοσιονομικό· είναι επενδυτικό και παραγωγικό.

Μακροοικονομικές ανισορροπίες: η σιωπηλή απειλή

Η διαδικασία του Μηχανισμού Συναγερμού (AMR) τοποθετεί την Ελλάδα σε καθεστώς εις βάθος εξέτασης. Παρά τις προόδους, τα χρόνια προβλήματα – υψηλό ιδιωτικό χρέος, χαμηλή παραγωγικότητα, υψηλές ανάγκες επενδύσεων – παραμένουν.

Η πτωτική πορεία του δημόσιου χρέους είναι θετική αλλά δεν αρκεί για να αντισταθμίσει τη διαρθρωτική υστέρηση της ελληνικής οικονομίας. Η χώρα δεν μπορεί να στηρίζεται μόνο στη δημοσιονομική πειθαρχία και στην ανάπτυξη μετά από επενδύσεις του Ταμείου Ανάκαμψης.

Το πραγματικό ερώτημα είναι αν θα δημιουργηθεί βιώσιμη εγχώρια παραγωγική βάση.

Η ΕΕ αλλάζει, αλλάζει και το πλαίσιο κρίσης για την Ελλάδα

Σε αντίθεση με το παρελθόν, το ευρωπαϊκό πλαίσιο δεν εστιάζει μόνο στο έλλειμμα και στο χρέος. Εστιάζει:
– στις δεξιότητες,
– στην παραγωγικότητα,
– στις επενδύσεις,
– στην καινοτομία,
– στην αμυντική αυτάρκεια,
– στην στρατηγική αυτονομία της ΕΕ.

Αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα αξιολογείται πλέον με βάση τη δυνατότητα να μετασχηματίσει την οικονομία της και όχι απλώς να «βγει» δημοσιονομικά.

Το νέο ευρωπαϊκό δόγμα είναι ξεκάθαρο:
χωρίς παραγωγική αναβάθμιση, δεν υπάρχει μακροπρόθεσμη σταθερότητα.

Το διακύβευμα για την Ελλάδα

Το «Φθινοπωρινό Πακέτο» λειτουργεί ως καθρέφτης για την Ελλάδα: ναι, η χώρα παρουσιάζει αξιοσημείωτη δημοσιονομική πρόοδο και ανθεκτικότητα· ναι, το τραπεζικό σύστημα ενισχύεται· ναι, η ανάπτυξη διατηρείται.

Όμως, το ευρωπαϊκό μήνυμα είναι σαφές:
χωρίς άλμα στην παραγωγικότητα, τις δεξιότητες και την καινοτομία, ο κίνδυνος μιας νέας μορφής στασιμότητας είναι υπαρκτός.

Το μεγάλο στοίχημα για την Ελλάδα δεν είναι αν θα είναι «συμμορφούμενη» το 2026.
Το πραγματικό στοίχημα είναι αν θα μπορέσει να μεταμορφώσει την οικονομία της ώστε να αντέξει στον διεθνή ανταγωνισμό, να συγκρατήσει ανθρώπινο κεφάλαιο και να δημιουργήσει νέες, ποιοτικές θέσεις εργασίας.

Αυτό θα καθορίσει όχι μόνο την αξιολόγηση των Βρυξελλών τα επόμενα χρόνια, αλλά το ίδιο το οικονομικό της μέλλον.