Στους ευρωπαϊκούς οικονομικούς κύκλους κυκλοφορεί υπό μορφή ανέκδοτου το ερώτημα: «Επρεπε να βρεθούν στη Σκωτία για να συνάψουν μια ιαπωνική συμφωνία;». Αλλά, εκτός του προέδρου των ΗΠΑ, υπάρχουν πολλοί που συμφωνούν με τη δήλωσή του ότι είναι «η μεγαλύτερη συμφωνία που επιτεύχθηκε ποτέ»;

Μάλλον όχι, εκτός από την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, που αισθάνεται ανακουφισμένη με το 15% μια και με σημαντικό κόστος για την Ευρώπη αποφεύχθηκε –επί του παρόντος τουλάχιστον– μια διατλαντική σύγκρουση. Και σωστά, αλλά με ποιο κόστος έχει σημασία. 

Οι εξαιρέσεις

Η πρόεδρος της Κομισιόν εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ενωσης (στην ουσία της πλειοψηφίας των κρατών-μελών της) συμφώνησε σε δασμούς 15%, κάτι που δεν ισχύει για όλα τα προϊόντα. Αλλωστε, το 50% παραμένει για τον χάλυβα και το αλουμίνιο. Επιπλέον, παραμένει ασαφές αν οι εξαγωγές ευρωπαϊκών αυτοκινήτων θα δασμολογηθούν με 15%. Ωστόσο, το κρασί και τα γεωργικά προϊόντα δεν επωφελήθηκαν από τη συμφωνία, κάτι που είναι προβληματικό για τις μεσογειακές χώρες. Τέλος, τα φαρμακευτικά προϊόντα έχουν αποκλειστεί, δεδομένου ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν αποδέχθηκαν δεσμεύσεις σ’ αυτόν τον τομέα.

Με βάση όλα αυτά, οικονομικοί αναλυτές θεωρούν ότι οι όροι της συμφωνίας είναι υπέρ των ΗΠΑ αν υπολογιστεί ότι το δολάριο υποτιμάται έναντι του ευρώ κατά 15%. Η «ζημιά», εν συντομία, είναι 30%. Το δολάριο είναι ισχυρότερο έναντι των νομισμάτων όλων των άλλων χωρών. Είναι 4% έναντι της λίρας, 8% έναντι της κορόνας της Δανίας και 11,5% έναντι της κορόνας της Σουηδίας. Και για την Ευρωζώνη τα πράγματα είναι χειρότερα. 

Υπήρχε όμως καλύτερη λύση για την ΕΕ; Στην πραγματικότητα όχι, αν και ακούγονται φωνές που υποστηρίζουν ότι δεν έπρεπε η Κομισιόν να καταλήξει σε μια πάση θυσία συμφωνία, αλλά να βρει τρόπους να εγγυηθεί την οικονομία της, τις επιχειρήσεις της και τους εργαζομένους. Η κριτική που ασκείται στην Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν είναι ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση θα έπρεπε να αντιδράσει με τις δικές της βιομηχανικές πολιτικές, όχι μόνο με δημοσιονομικές. Προς επιβεβαίωση της κριτικής που ασκούν, παραπέμπουν στις εκθέσεις του Μάριο Ντράγκι και του Ενρίκο Λέτα. Και αναρωτιούνται μήπως ήρθε η ώρα να βγουν από τα συρτάρια.

Η συμφωνία σε πολιτικό επίπεδο απομάκρυνε, όπως όλα δείχνουν, την πιθανότητα ενός καταστροφικού εμπορικού πολέμου, γιατί η διαπραγμάτευση για τους δασμούς, όπως εξελίχθηκε, ήταν μια μάχη για τον καθορισμό της νέας διεθνούς οικονομικής τάξης.

Από την πλευρά της, η ΕΕ αντιμετώπισε το δίλημμα εάν ήταν ικανή να ενεργήσει ενιαία με πραγματική εξουσία. Οι Αμερικανοί διαπραγματευτές γνώριζαν ότι η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν αντιπροσωπεύει μια κατακερματισμένη ΕΕ, αν και, παρά τις διαφορές μεταξύ των κρατών-μελών, οι Βρυξέλλες πέτυχαν εν μέρει μια κοινή γραμμή, κάτι ασυνήθιστο σε περιόδους εμπορικής κρίσης. Για παράδειγμα, ενώ η Γαλλία εμφανιζόταν υπέρ των αντιποίνων, η Γερμανία ήταν πάντα έτοιμη να βρει λύση, ειδικά για την προστασία της αυτοκινητοβιομηχανίας της. Οπως και να έχει, η επικεφαλής της Κομισιόν διαπραγματεύθηκε με τον πρόεδρο Τραμπ με σταθερή εντολή από το Συμβούλιο: να μην αποδεχτεί μονομερείς επιβολές και να μην αποστεί από τα κανονιστικά πρότυπα της ΕΕ.

Και οι δύο πλευρές είχαν πολλά να χάσουν. Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν ήθελε να αποδυναμώσει το ηγετικό του αφήγημα έναντι της Ευρώπης – το οποίο πέτυχε– ενώ από την πλευρά της η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν δεν ήθελε να αμφισβητηθεί ως επικεφαλής της Επιτροπής, διότι μια αποτυχία θα ενίσχυε τους ευρωσκεπτικιστές και τους υπερσυντηρητικούς που απαιτούν λιγότερη εξάρτηση από τις ΗΠΑ. Προς το παρόν, πέτυχε να αποφύγει μια βιομηχανική κατάρρευση σε ευαίσθητους τομείς και να μην υποχωρήσει σε μονομερείς πιέσεις που αποδυναμώνουν την ευρωπαϊκή εμπορική κυριαρχία. Από την πλευρά του, ο Ντόναλντ Τραμπ βγαίνει κερδισμένος, αφού με τη συμφωνία που επιτεύχθηκε θα καταφέρει να εξασφαλίσει δισεκατομμύρια έσοδα για την Ουάσινγκτον από ευρωπαϊκές πηγές. Επιπλέον, όπως έκανε κατά τη διάρκεια των πρόσφατων διαπραγματεύσεων με την Ιαπωνία, η στρατηγική του δικαιώνεται αφού δίνει στον Λευκό Οίκο περισσότερη δύναμη, ειδικά για να αλλάζει γνώμη όποτε θέλει.

Οι λεπτομέριες

Πρέπει να σημειωθεί ότι η συμφωνία που επιτεύχθηκε στη Σκωτία είναι μόνο η αρχή. Απομένουν οι λεπτομέρειες της τεχνικής εφαρμογής της και η εξειδίκευση των μέτρων που σε καμία περίπτωση δεν προεξοφλούν την αποδοχή της μίας ή της άλλης πλευράς σε επιμέρους τομείς.

Κυρίως από την πλευρά του Αμερικανού προέδρου, που μπορεί να διαβεβαιώνει ότι θα είναι «μια διαρκής συμφωνία». Αλλά αυτό θα είναι υπό αίρεση ανάλογα με τις πολιτικές ανάγκες του. Που σημαίνει ότι δεν αποκλείεται να θέλει να επαναδιαπραγματευτεί τη συμφωνία εάν οι εκλογικές προτεραιότητές του αλλάξουν.