Η ενεργειακή σύνοδος P-TEC την περασμένη εβδομάδα στο Ζάππειο, αν μη τι άλλο, ως κύριο μήνυμά της επιβεβαίωσε αυτό που αποτελεί τον μεγαλύτερο… φόβο αρκετών: ότι η Ελλάδα αποτελεί έναν στρατηγικό και αναβαθμισμένο σύμμαχο των ΗΠΑ στην ευρύτερη περιοχή της ΝΑ Μεσογείου, ανεξαρτήτως της αμερικανικής διοίκησης – ανεξαρτήτως δηλαδή του ποιος είναι ο ένοικος του Λευκού Οίκου.
Γράφει η Έρση Παπαδάκη
Το ίδιο και η άφιξη της Κίμπερλι Γκίλφοιλ στην Αθήνα, καθώς η καθυστέρηση στον ερχομό της για καθαρά διαδικαστικούς λόγους είχε από ορισμένους ερμηνευτεί ως διάρρηξη των σχέσεων της ελληνικής κυβέρνησης με τον Λευκό Οίκο.
Και όπως είναι λογικό, στη συγκεκριμένη περίπτωση και στη συγκεκριμένη συγκυρία αυτοί που εμφανίζονται περισσότερο απογοητευμένοι είναι οι εγχώριοι υποστηρικτές της Μόσχας και του καθεστώτος του Βλαντιμίρ Πούτιν. Είναι οι ίδιοι που υποστηρίζουν εδώ και τέσσερα χρόνια ότι η Ρωσία δεν εισέβαλε στην Ουκρανία και πως οι Ουκρανοί τάχα είναι ναζί και γι’ αυτό, με κάθε λόγο και με κάθε αφορμή, συντάσσονται με τους λόγους που βγάζει κατά της Ευρώπης και της Δύσης και τις ανιστόρητες τοποθετήσεις της η εκπρόσωπος του ρωσικού ΥΠΕΞ, Μαρία Ζαχάροβα.
Είναι όσοι οραματίζονταν πως η Ελλάδα θα μπορούσε ακόμη και σήμερα, εν έτει 2025, να απεξαρτηθεί τάχα από το ευρωπαϊκό άρμα και να βρεθεί δίπλα στη Μόσχα και τη Ρωσία, καθώς μας συνδέουν –σύμφωνα με το σκεπτικό τους– η ιστορία και η θρησκεία.
Δίπλα σε αυτούς βέβαια υπάρχουν και διάφοροι επιχειρηματικοί κύκλοι που πρεσβεύουν τις ίδιες απόψεις. Όχι διότι είναι αυτή η ιδεολογία τους ασφαλώς, αλλά διότι αυτό επιτάσσουν οι δουλειές τις οποίες κάνουν, αγνοώντας τις κυρώσεις της ΕΕ και της Δύσης σε βάρος της Μόσχας. Είναι γνωστή άλλωστε η ιστορία του ρωσικού πετρελαίου και του εμπάργκο, εξαιτίας του οποίου πολλές φορές έχουν υπάρξει συζητήσεις και στις Βρυξέλλες και έχει εκφραστεί προβληματισμός για την αποτελεσματικότητα των κυρώσεων που επιβάλλονται. Και είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι οι ίδιοι δεν κλείνουν την πόρτα στις ΗΠΑ – κάθε άλλο, αλλά επιλέγουν να το παίξουν «δίπορτο» κατά το κοινώς λεγόμενο.
Ένα ακόμη παράδοξο της όλης ιστορίας είναι πως οι συγκεκριμένοι κύκλοι δεν έχουν μία πολιτική καταγωγή και κατεύθυνση. Δεν είναι δηλαδή αριστεροί, όπως πολλοί θα περίμεναν. Αντιθέτως, είναι… αριστεροδεξιοί και μάλιστα σε κάποιες περιπτώσεις οι δεξιοί υποστηρικτές των δεσμών της Αθήνας με τη Μόσχα είναι πιο φανατικοί από τους αριστερούς που είναι απλώς νοσταλγοί της Οκτωβριανής Επανάστασης ή του Στάλιν. Η Ρωσία του σήμερα άλλωστε είναι από μόνη της ένα ξεχωριστό case study σε ό,τι αφορά την ιδεολογία της και τη στάση της απέναντι στον υπόλοιπο κόσμο, οπότε δεν προξενεί κάποια έκπληξη η αριστεροδεξιά εγχώρια σύμπλευση.
Δεδομένο είναι όμως ότι, όπως φάνηκε ξεκάθαρα από τη σύνοδο P-TEC, η Ελλάδα έχει πλέον αναβαθμισμένο ρόλο στον γεωπολιτικό χάρτη της ΝΑ Μεσογείου και αποτελεί ένα σταθερό και ισχυρό σύμμαχο των ΗΠΑ. Η προσπάθεια υποβάθμισης αυτής της πραγματικότητας από τους ρωσόφιλους αριστεροδεξιούς κύκλους στο εσωτερικό φαντάζει περισσότερο απελπισμένη κίνηση, παρά μια κίνηση ουσίας, διότι απλώς δεν έχει βάση.
Και αυτό που επισταμένα αποκρύπτουν όλοι αυτοί είναι ότι η θέση της Ελλάδας και τα κυριαρχικά της δικαιώματα στο Αιγαίο και στη ΝΑ Μεσόγειο ευρύτερα ενισχύονται μέσα από αυτή την αναβάθμισή της στον γεωπολιτικό χάρτη. Δεν είναι μόνη της και φυσικά δεν έχει καμία ανάγκη να λοξοκοιτάξει προς τη Μόσχα.
Η αλήθεια άλλωστε στο πρόσφατο παρελθόν είναι πικρή: όταν λοξοκοίταξε το 2015, την εποχή της «υπερήφανης διαπραγμάτευσης», το βλέμμα της Μόσχας ήταν στραμμένο αλλού και δεν γύρισε να κοιτάξει την Αθήνα και τους… συντρόφους που βρίσκονταν τότε στην εξουσία. Το έγραψε η ιστορία και είναι αδιάψευστος μάρτυρας!