Η ακρίβεια είναι πολυπαραγοντικό φαινόμενο, αλλά «μην ξεχνάμε τον τρόπο με τον οποίο μετάλλαξε την αγορά και την επιχειρηματικότητα η αδιανόητη επιλογή της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ να κλείσουν οι τράπεζες λόγω του δημοψηφίσματος», λέει στο «Μανιφέστο» ο Δημήτρης Μαρκόπουλος, βουλευτής Β’ Πειραιά με τη ΝΔ, και θεωρεί ότι το «επικίνδυνο με το ΠΑΣΟΚ είναι το έλλειμμα σαφούς προσανατολισμού κι όχι η συριζοποίησή του».

Μήπως πρέπει η κυβέρνηση να προχωρήσει σε πιο «γενναίες» παρεμβάσεις για την αντιμετώπιση της ακρίβειας;

Είναι σαφές πως το ζήτημα της ακρίβειας σε παγκόσμιο και πανευρωπαϊκό επίπεδο εξελίσσεται σε κάτι μεγαλύτερο από αυτό που όλοι μας πιστεύαμε στην αρχή. Το γεγονός πως το κοινωνικό αυτό φαινόμενο εξελίχθηκε σε δημοκρατικό πρόβλημα με την απώλεια της εξουσίας των Δημοκρατικών στις ΗΠΑ, με τη διάλυση της κυβέρνησης Μπαρνιέ στη Γαλλία ή με την πτώση της κυβέρνησης Σολτς στη Γερμανία, δεν αφήνει περιθώρια υποτίμησης. Αυτήν τη στιγμή τα πρώτα δείγματα από την άσκηση πολιτικών εκ μέρους της ελληνικής κυβέρνησης είναι συγκρατημένα αισιόδοξα. Υπάρχει μια αρχική κάμψη της πληθωριστικής πίεσης, στην υπόθεση της πάταξης των φαινομένων αισχροκέρδειας έχουν εμπλακεί περισσότερες ελεγκτικές δυνάμεις, βιομηχανία και λιανεμπόριο συναισθάνονται το πρόβλημα. Το ερώτημα που προκύπτει από όλα αυτά είναι αν αρκούν τα παραπάνω. Προσωπικά από τα τέλη Αυγούστου ξεκίνησα μια προσπάθεια ενημέρωσής μου από θεσμικούς εκπροσώπους της αγοράς για το φαινόμενο της ακρίβειας. Συναντήθηκα σε υψηλό επίπεδο με την ηγεσία του ΣΕΒ, του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Λιανικών Πωλήσεων Ελλάδος, με επιχειρηματίες των σουπερμάρκετ, με βιομηχάνους τροφίμων, με funds αλλά και με εκπροσώπους των πωλητών λαϊκών αγορών. Η εικόνα που αποκόμισα είναι πως η ακρίβεια αποτελεί ένα πολυπαραγοντικό φαινόμενο. Οσοι έχουμε ασχοληθεί με την αγορά (κι εγώ ως δημοσιογράφος υπήρξα εξειδικευμένος σε θέματα επιχειρήσεων και ακρίβειας) γνωρίζουμε από πρώτο χέρι πως ο πληθωρισμός εύκολα ανεβαίνει, δύσκολα όμως πέφτει. Η εύκολη δικαιολογία είναι να φωνάξουμε για την αισχροκέρδεια. Η δυσκολία όμως έρχεται αν αναλογιστούμε μια σειρά παθογενειών στην παραγωγική διαδικασία κι εν γένει το βιομηχανικό μοντέλο που ακολουθείται στη χώρα, αν κοιτάξουμε σε βάθος στα προβλήματα του εφοδιασμού, στο ελλιπές πλαίσιο ελέγχων από τις Ανεξάρτητες Αρχές της χώρας, στον τρόπο που οι πολυεθνικές επιχειρήσεις αντιλαμβάνονται την ελληνική αγορά και στη συχνή αλλαγή των φορολογικών δεδομένων. Σε αυτά θα πρέπει να προστεθεί το πρόβλημα της απώλειας «παικτών» από τον κλάδο της λιανικής όταν, κατά τη διάρκεια των μνημονίων, αποχώρησε από την Ελλάδα η γαλλική Carrefour, κατόπιν πουλήθηκε η Μαρινόπουλος λόγω της προηγούμενης πτωχευτικής της διαδικασίας, έφυγε από τη χώρα η Βερόπουλος με ταυτόχρονη πώλησή της, πτώχευσε η Ατλάντικ κ.ο.κ. Και, φυσικά, μην ξεχνάμε τον τρόπο με τον οποίο μετάλλαξε την αγορά και την επιχειρηματικότητα η αδιανόητη επιλογή της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ να κλείσουν οι τράπεζες λόγω του δημοψηφίσματος. Η κατάρρευση της εμπιστοσύνης στη χώρα και στο παραγωγικό-χρηματοοικονομικό της σύστημα επιβάρυνε για χρόνια το κλίμα στην Ελλάδα, με συνέπειες ορατές και σήμερα στην αγορά. Δυστυχώς, ουδέποτε υπήρξε μια ολιστική προσέγγιση κι όταν η κυβέρνηση της ΝΔ επιδίωξε να «τρέξει» αυτά τα θέματα, η κρίση είχε λάβει άλλες διαστάσεις.

Μετά τη συνάντηση του πρωθυπουργού σας με τον Νίκο Ανδρουλάκη θα συνεχίσετε να χαρακτηρίζετε το ΠΑΣΟΚ ως τον «πράσινο ΣΥΡΙΖΑ» στις δημόσιες παρεμβάσεις σας;

Πιστεύω πως το ΠΑΣΟΚ είναι περισσότερο ένα κόμμα χωρίς σαφή πυξίδα στη στρατηγική του που εδώ και τρία χρόνια «ψάχνεται», παρά ένας «πράσινος ΣΥΡΙΖΑ». Με το ΠΑΣΟΚ συγκυβερνήσαμε επιτυχημένα και σώσαμε τη χώρα. Ενσωματώσαμε πολιτικά ένα μεγάλο κομμάτι αυτής της παράταξης και μαζί πετύχαμε πολλά. Το ΠΑΣΟΚ αποτελεί έναν αστικό πολιτικό πυλώνα με διακριτές διαφορές ως προς τον εχθροπαθώς ριζοσπαστικό ΣΥΡΙΖΑ, αν και με ιδέες και απόψεις που δεν οδηγούν σε λύσεις, αλλά σε αδιέξοδα αυτήν τη στιγμή. Οντως, απόψεις στελεχών του συγκεκριμένου κόμματος μας μπερδεύουν και προβληματίζουν. Δεν μπορεί να ακούμε για αυξήσεις των άμεσων φόρων ή για προοπτική μείωσης του κατώτατου μισθού. Ούτε φυσικά οι εμμονές σε οικονομικές λύσεις που δοκιμάστηκαν σε άλλες χώρες και απέτυχαν, όπως η μείωση του ΦΠΑ, είναι σωστές. Περισσότερο θα έλεγα λοιπόν πως το επικίνδυνο με το ΠΑΣΟΚ σήμερα είναι το έλλειμμα σαφούς προσανατολισμού κι όχι η συριζοποίησή του.

Παρά την αναγνώριση του στεγαστικού προβλήματος φαίνεται δύσκολη η εξεύρεση κάποιας λύσης. Εκτιμάτε ότι υπάρχει τρόπος να αντιμετωπιστεί;

Το στεγαστικό πρόβλημα αποτελεί κι αυτό με τη σειρά του πανευρωπαϊκό ζήτημα, όπως η ακρίβεια. Και σε αυτή την περίπτωση οφείλουμε να απαντήσουμε με δράσεις κι όχι με διαπιστώσεις. Ηδη ο πρωθυπουργός έχει προδιαγράψει παρεμβάσεις της κυβέρνησης αλλά και με προσανατολισμό προς τις τράπεζες. Θα ακούσουμε αυτές τις σκέψεις και στον προϋπολογισμό. Να θυμίσω πως παράλληλα έχει υπάρξει παρέμβαση και για τα airbnb, ενώ πρώτη η κυβέρνηση άνοιξε τη συζήτηση για τη στεγαστική κρίση. Είναι βέβαιο πως μεγάλο μέρος αυτής της κρίσης πατάει στον χρηματοπιστωτικό τομέα που οφείλει να κινηθεί με μεγαλύτερη γενναιότητα και διαφορετική λογική.

Ποια είναι η προσωπική σας άποψη για την αλλαγή του εκλογικού νόμου;

Πάγια άποψή μου είναι πως οι αλλαγές στον εκλογικό νόμο οφείλουν να είναι από μικρές έως μηδενικές. Δεν πρέπει οι όροι του παιχνιδιού να αλλάζουν ούτε από εμάς ούτε από κανέναν άλλο. Η ΝΔ δεν έχει να φοβηθεί κάτι. Αποτελούμε πλειοψηφική επιλογή σταθερότητας και ανάπτυξης και θα εξακολουθήσουμε να αποτελούμε αυτή την επιλογή και το 2027 που θα γίνουν εκλογές. Πολύ σωστά ο πρωθυπουργός έκλεισε αυτή τη συζήτηση. Είχα στο παρελθόν εκφράσει την άποψη πως η πολυδιάσπαση του κομματικού συστήματος εντός του Κοινοβουλίου δεν βοηθά στην καθημερινή λειτουργία. Πως δημιουργούνται προβλήματα όταν δέκα Κοινοβουλευτικές Ομάδες με πλήθος ανεξάρτητων βουλευτών καλούμαστε να εργαζόμαστε από κοινού. Ισως το μέτρο της αύξησης του εκλογικού ορίου εισόδου στη Βουλή από το 3% στο 5% να βοηθούσε προς αυτή την κατεύθυνση. Ομως και ως προς αυτήν την αλλαγή παραμένω επιφυλακτικός.