Στη Ντόρα Κουτροκόη
Την βεβαιότητα πως Ελλάδα και Τουρκία «κάποια στιγμή, θα κληθούν να βρουν έναν τρόπο συνεννόησης, που θα έχει προϋπόθεση τον αμοιβαίο σεβασμό των συνόρων και της εθνικής κυριαρχίας» εκφράζει μιλώντας στο tomanifesto ο πρώην Ευρωπαίος Επίτροπος Δημήτρης Αβραμόπουλος. Δεν κρύβει ότι «είναι η πρώτη φορά που πράγματι ανησυχώ, γιατί έχει σημασία να μη μας ξεφύγει η κατάσταση με τις εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις στη γειτονική χώρα» ενώ καλεί σε συνεννόηση τις πολιτικές δυνάμεις της χώρας.
Πώς κρίνετε τη μέχρι τώρα στάση της Αθήνας απέναντι στην επιθετική ρητορική Ερντογάν και άλλων Τούρκων υψηλόβαθμων αξιωματούχων; Πρέπει η Ελλάδα να επιμείνει στη διατήρηση των ανοιχτών διαύλων επικοινωνίας με τους γείτονες;
Οι δίαυλοι είναι χρήσιμο, αν και αδρανείς σε αυτήν τη φάση, να μένουν ανοιχτοί. Και τούτο γιατί, όπως η εμπειρία μάς έχει δείξει, όλα αλλάζουν. Ωστόσο, την ευθύνη για τη διακοπή της επικοινωνίας φέρει η Τουρκία. Απέναντι στην προκλητική ρητορική ο πρωθυπουργός στέκεται με ψυχραιμία αλλά και αποφασιστικότητα.
Ζούμε, βεβαίως, μια ιδιαίτερα ανησυχητική εξέλιξη. Για πρώτη φορά, τον τελευταίο μήνα, αμφισβητείται ευθέως η εθνική κυριαρχία της Ελλάδος και η ελληνικότητα μεγάλου αριθμού νησιών. Απαράδεκτη πρόκληση, που όμως δείχνει ότι έχουμε περάσει σε ένα κεφάλαιο ιδιαίτερα κρίσιμο για τις σχέσεις ανάμεσα στις δύο χώρες.
Παρ’ όλα αυτά, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, όπως είπα, αντέδρασε με ψυχραιμία στην προκλητική στάση του κ. Ερντογάν, θυμίζοντας ότι η θέση της Ελλάδος παραμένει σταθερή για διάλογο, με γνώμονα τη διεθνή νομιμότητα, το διεθνές δίκαιο και την καλλιέργεια καλών σχέσεων γειτονίας. Παράλληλα επισημαίνει ότι η Ελλάδα, με αυτοπεποίθηση, ενισχύει και αναβαθμίζει το εθνικό αμυντικό σύστημά της, αποφασισμένη να υπερασπισθεί την εθνική της κυριαρχία και την ανεξαρτησία της. Και μην έχετε καμία αμφιβολία ότι μπορεί.
Παρά ταύτα, ο διάλογος θα μπορούσε να επανέλθει, αφού αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη στις σχέσεις ανάμεσα στις δύο χώρες και για ένα συγκεκριμένο πλαίσιο θεμάτων, που δεν είναι παρά η οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών.
Να συμπεράνω ότι ο πρωθυπουργός αντέδρασε σωστά;
Αναμφίβολα. Ο πρωθυπουργός δεν εμπλέκεται σε προσωπική αντιπαράθεση με την ηγεσία της Τουρκίας, ενώ συγχρόνως διεθνοποιεί το πρόβλημα, καθιστώντας τη Δύση συμμέτοχο στην αντιμετώπιση των προκλήσεων.
Σε μια, ούτως ή άλλως, ασταθή συγκυρία, η ένταση στην περιοχή μας πυροδοτεί προβλήματα, όχι για την Ελλάδα μόνο αλλά και για τη συμμαχία, της οποίας είναι αναπόσπαστο μέλος, ιδιαίτερα στην τόσο ευαίσθητη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ.
Και παρά την όξυνση των πνευμάτων τις τελευταίες ημέρες και τη ρητορική κλιμάκωση Τούρκων αξιωματούχων, που θα συνεχιστεί τουλάχιστον μέχρι τις επόμενες εκλογές στην Τουρκία, οι δύο χώρες, κάποια στιγμή, θα κληθούν να βρουν έναν τρόπο συνεννόησης, που θα έχει προϋπόθεση τον αμοιβαίο σεβασμό των συνόρων και της εθνικής κυριαρχίας, όπως αυτά έχουν καθοριστεί με τις διεθνείς συμβάσεις στη βάση των αρχών του διεθνούς δικαίου.
Ο πρωθυπουργός δήλωσε από το Νταβός ότι θα διεθνοποιεί τον τουρκικό αναθεωρητισμό σε κάθε ευκαιρία. Βλέποντας τη στάση ΗΠΑ και Κομισιόν τις τελευταίες ημέρες, είναι ορθό να νιώθουμε ότι δεν είμαστε μόνοι;
Οπως σημείωσα, η Ελλάδα, ως αναπόσπαστο μέλος των ευρωατλαντικών θεσμών, απολαμβάνει μιας ισχυρής ομπρέλας ασφάλειας. Για την ευρωατλαντική συμμαχία και για την Ευρωπαϊκή Ενωση, η Ελλάδα αναγνωρίζεται ως σταθερός πυλώνας ασφάλειας και ειρήνης στην ευρύτερη περιοχή και η Δύση έχει ισχυρούς λόγους να αποτρέψει την εμπλοκή της χώρας μας σε εντάσεις, που ‒σε τελευταία ανάλυση‒ αποδυναμώνουν τις γεωπολιτικές δυνατότητες του ΝΑΤΟ, αν λάβει κανείς υπόψη ότι μία ακόμη εστία αστάθειας, εν μέσω του πολέμου στην Ουκρανία, θα ήταν εξέλιξη που θα επέφερε ισχυρό χτύπημα στη δυτική ισχύ. Και αυτό το γνωρίζουν πολύ καλά και η Ευρώπη και το ΝΑΤΟ.
Η θερμή υποδοχή και στήριξη, από το αμερικανικό θεσμικό σύστημα, του πρωθυπουργού και των ελληνικών θέσεων ήταν ενδεικτική. Με άλλα λόγια, τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Ευρώπη είναι αποφασισμένες να μη δεχθούν αποδυνάμωση της νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ. Η Ελλάδα παραμένει προσηλωμένη στις ευρωπαϊκές αρχές της και τις ισχυρές συμμαχίες, που έχει χτίσει με σημαντικές χώρες της Ευρώπης, ενισχύοντας ακόμη περισσότερο τον νέο ευρωπαϊκό ρόλο της στην Ανατολική Μεσόγειο και βέβαια με μία σταθερή στρατηγική σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής.
Είστε από τους λίγους Ελληνες πολιτικούς που γνωρίζετε προσωπικά τον πρόεδρο Ερντογάν. Μήπως η τόσο έντονη αντίδρασή του και η προσωπική επίθεση στον Κυριάκο Μητσοτάκη, μετά το ταξίδι στις ΗΠΑ, ήταν για εσωτερική κατανάλωση εν όψει των τουρκικών εκλογών τον Μάρτιο; Επίσης, φοβάστε μήπως ξαναζήσουμε ένα «θερμό» καλοκαίρι, ανάλογο με εκείνο του 2020;
Είναι γεγονός ότι ο κ. Ερντογάν τον τελευταίο καιρό έχει πολιτικά αποδυναμωθεί στο εσωτερικό, με αποτέλεσμα να προβαίνει σε παραχωρήσεις προς την ακροδεξιά αντιπολίτευση του, εν όψει μάλιστα και των εκλογών. Επανειλημμένα δε, το τελευταίο διάστημα, κατά παράβαση των διεθνών συνθηκών, τόσο ο ίδιος όσο και ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας, επίσημα πλέον, θέτουν σε αμφισβήτηση την εθνική κυριαρχία της Ελλάδος στα Δωδεκάνησα. Αυτό δεν γινόταν στο παρελθόν, τώρα όμως αποτελεί μια καταρχήν ρητορική παραχώρηση προς τους εταίρους του στην κυβέρνηση και προς την αντιπολίτευση, αφυπνίζοντας συγχρόνως ‒και αυτό είναι ιδιαίτερα επικίνδυνο‒ το πάντα ελλοχεύον βαθύ κράτος της χώρας, το οποίο, τον τελευταίο καιρό, ξεπερνάει και τον κ. Ερντογάν.
Σίγουρα έχει το βλέμμα στραμμένο στις εκλογές.
Ωστόσο, θεωρώ ότι, αν εξαιρέσει κανείς κάποιο ανεξέλεγκτο και ατυχές συμβάν, δεν θα οδηγηθούμε σε περαιτέρω κλιμάκωση και ενδεχομένως σε μείζονα κρίση. Πολύ ορθά, όμως, είμαστε προετοιμασμένοι να αντιμετωπίσουμε κάθε ενδεχόμενο.
Η κατάσταση όπως εξελίσσεται είναι πιο επικίνδυνη τώρα;
Εν όψει των εκλογών στην Τουρκία υπάρχει πάντα αυτό το ενδεχόμενο. Ωστόσο, αυτός ο κύκλος θέλω να πιστεύω ότι θα κλείσει μετά τις εκλογές. Απομένει όμως να δούμε ποια θα είναι τα αποτελέσματα αυτής της εκλογικής αναμέτρησης και ποιες δυνάμεις θα κυριαρχήσουν. Δυστυχώς, η ακραία ρητορική διατρέχει οριζόντια το μεγαλύτερο μέρος του τουρκικού πολιτικού φάσματος.
Οπως είπατε η Ελλάδα διεθνοποιεί το θέμα και πλέον συμμετέχουν και οι σύμμαχοί μας, ή τουλάχιστον οι πιο σημαντικοί, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, η Ευρωπαϊκή Ενωση, η Γερμανία και η Γαλλία, με σειρά δηλώσεων. Πιστεύετε ότι αυτή η στήριξη θα πάει μέχρι τέλους;
Θέλω να πιστεύω πως ναι. Να γνωρίζουμε, όμως, ότι πάντα σε όλες τις χώρες κυριαρχούν τα εθνικά τους συμφέροντα, στρατηγικά, γεωπολιτικά και οικονομικά. Η συνεχής εγρήγορση της ελληνικής διπλωματίας και, το σημαντικότερο, το προσωπικό κύρος του πρωθυπουργού, θα εξασφαλίζουν συνεχή στήριξη, μέχρι να ξεπεραστεί αυτή η κρίσιμη περίοδος.
Να σημειωθεί, ωστόσο, ότι η Ελλάδα, ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης, θα χαίρει πάντοτε της υποστήριξής της και η ισχυρή θέση της μέσα στην Ευρώπη λειτουργεί αποτρεπτικά, σε όποιους σχεδιασμούς μπορεί να εκπονεί το βαθύ σύστημα της γειτονικής χώρας. Μία άμεση απειλή κατά της Ελλάδος θα επιφέρει, εκ των πραγμάτων, μεγάλης κλίμακας ανατροπές και στον στρατηγικό προσανατολισμό της Τουρκίας, η οποία, για κοντά έναν αιώνα τώρα, προσβλέπει και κοιτάζει προς τη Δύση. Και αυτό το γνωρίζουν πολύ καλά οι γείτονές μας.
Κύριε Αβραμόπουλε, τελικά υπάρχει άμεσος κίνδυνος;
Εκτιμώ ότι δεν θα φτάσουμε ποτέ στα άκρα, εκτός, όπως είπα, εάν ξεφύγει ο έλεγχος από ένα απρόβλεπτο επεισόδιο. Παρ’ όλα αυτά, θέλω να πιστεύω ότι στο τέλος θα κυριαρχήσει η ευθύνη, η λογική και η σύνεση. Η ειρήνη και η σταθερότητα στην περιοχή είναι προς το συμφέρον όλων.
Ανησυχείτε, κ. Αβραμόπουλε;
Είναι η πρώτη φορά που πράγματι ανησυχώ, γιατί, όπως είπα πρωτύτερα, έχει σημασία να μη μας ξεφύγει η κατάσταση με τις εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις στη γειτονική χώρα. Αλλά και κάτι επιπλέον: ενώ η κυβέρνηση και προσωπικά ο πρωθυπουργός κρατάει την ψυχραιμία του και προβαίνει σε συγκεκριμένες στρατηγικές κινήσεις, θα περίμενα έναν υψηλότερο βαθμό συνεννόησης ανάμεσα στις πολιτικές δυνάμεις. Εχουμε κοινές απειλές, κοινά προβλήματα, κοινές προκλήσεις και αυτό επιβάλλει έναν μίνιμουμ βαθμό συνεννόησης. Αυτό σημαίνει έναν ανώτερο βαθμό δημοκρατικού πολιτισμού και εθνικής ευθύνης.
Η ομιλία του Ελληνα πρωθυπουργού στο Κογκρέσο όμως άνοιξε και ένα ακόμη μέτωπο. Πυροδότησε μία ευθεία επίθεση της εκπροσώπου του ρωσικού ΥΠΕΞ Μ. Ζαχάροβα. Ορθώς η Ελλάδα έχει πάρει μία τόσο ξεκάθαρη θέση στο θέμα της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία ή θα έπρεπε να έχει μια πιο ισορροπιστική στάση;
Ο πόλεμος μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας δεν είναι απλώς ένας πόλεμος μεταξύ δύο κρατών. Πρόκειται για μια σύγκρουση δύο αντιμαχόμενων κόσμων. Μία σύγκρουση μεταξύ του δικαίου και της ισχύος των όπλων. Μεταξύ της δημοκρατίας και του αυταρχισμού. Η Ελλάδα έχει στρατηγικά επιλέξει να ανήκει στον κόσμο του δικαίου και της δημοκρατίας. Και οφείλει να υπερασπιστεί την επιλογή της αυτήν στην πράξη. Οταν απειλείται η διεθνής δημοκρατική νομιμότητα, απειλούμαστε κι εμείς και εδώ ασκείται από τον πρωθυπουργό μια πολύ έντιμη διπλωματία.
Η Ελλάδα αντιτάσσεται στα σχέδια αναθεώρησης των σφαιρών επιρροής, όπου δικτάτορες και επίδοξοι ηγεμόνες θα προσπαθούν να δημιουργούν όλο και μεγαλύτερο ζωτικό χώρο, σε βάρος μικρότερων χωρών. Τετελεσμένα παραβίασης συνόρων και εθνικής κυριαρχίας δυναμιτίζουν την αρχιτεκτονική ασφάλειας των τελευταίων πενήντα χρόνων και, κατ’ επέκταση, την ειρήνη και τη σταθερότητα στον κόσμο.
Και η Ελλάδα, εξαρχής, συντάχθηκε με τις χώρες που προστατεύουν τη διεθνή ασφάλεια και νομιμότητα απέναντι στη ρωσική εισβολή.
Εχετε περάσει από πολλά και σημαντικά αξιώματα. Τι ρόλο θα επιθυμούσατε να διαδραματίσετε το επόμενο διάστημα;
Υστερα από πέντε χρόνια ευθύνης, εξ ονόματος της Ευρώπης, σ’ ένα από τα κρισιμότερα χαρτοφυλάκια της Ευρωπαϊκής Ενωσης, όπου βοήθησα με όλες μου τις δυνάμεις την πατρίδα μου, είμαι πλέον πίσω στην Ελλάδα, ενεργός στην πολιτική σκηνή της χώρας μου. Ετοιμος και παρών στο πλευρό του πρωθυπουργού και της παράταξής μου.
Από την έντυπη έκδοση της εφημερίδας “Τo Μanifesto”