Η οργή θα έπρεπε να κατευθύνεται προς τους δισεκατομμυριούχους. Κατευθύνεται όμως από αυτούς. Αντιμέτωπος με την ανισότητα και τον αποκλεισμό, τους χαμηλούς μισθούς και την εργασιακή ανασφάλεια, ο κόσμος έχει πειστεί από τις εφημερίδες των δισεκατομμυριούχων και από τα κόμματα που αυτοί οι δισεκατομμυριούχοι χρηματοδοτούν να ξεσπούν την οργή τους στους μετανάστες, τους μουσουλμάνους, την ΕΕ και άλλα «ξένα κέντρα».

του George Monbiot*

Από τον Λευκό Οίκο, από τον πύργο του στο Μανχάταν ή από το θέρετρό του στη Φλόριντα, ο Ντόναλντ Τραμπ τουιτάρει γεμάτος θυμό εναντίον των «ελίτ».

Ο Ντόμινικ Κάμινγκς κάνει την ίδια δουλειά από το αρχοντικό του στο Ισλινγκτον ή από το οικογενειακό του αγρόκτημα στο Ντάραμ. Ασφαλώς ούτε ο ένας ούτε ο άλλος εννοούν τις πολιτικές και τις οικονομικές ελίτ.

Εννοούν τους διανοουμένους: τους φοιτητές, τους δασκάλους, τους καθηγητές και κάθε ανεξάρτητη φωνή που αντιτίθεται στις πολιτικές τους. Ο αντιδιανοουμενισμός είναι αναδυόμενη δύναμη στην πολιτική.

Η οργή των προνομιούχων χύνεται από τις σελίδες των εφημερίδων. Στις στήλες της «Telegraph» και του «Spectator» διαβάζεις ανθρώπους με ισχύ να γράφουν πως κινδυνεύουν από τη μαφία που ξύπνησε, από την άνοδο του κινήματος Black Lives Matter ή από οτιδήποτε άλλοι. Από εφημερίδες πανεθνικής εμβέλειας ή ακόμη και το ίδιο το BBC οι άνθρωποι αυτοί αστράφτουν και βροντούν πως φιμώνονται. Την ίδια ώρα, οι μύθοι για το εθνικό μεγαλείο του παρελθόντος και τη σημερινή παρακμή περισσεύουν. Αυτό που υπόσχονται λοιπόν είναι μια ένδοξη επιστροφή σε μια φανταστική χρυσή εποχή.

Τόσο οι Συντηρητικοί στη Βρετανία όσο και οι Ρεπουμπλικανοί στις ΗΠΑ επενδύουν στους μύθους της οικογενειακής ζωής και των πατριαρχικών αξιών. Δεν είναι φασισμός αυτό, είναι κάτι άλλο, κάτι που δεν του έχουμε δώσει ακόμη όνομα. Αλλά θα πρέπει να το φοβόμαστε και να του αντισταθούμε. όπως θα φοβόμασταν και θα αντιστεκόμασταν στον φασισμό.


Από τον Guardian και Τα Νέα