Το 2025 φεύγει με τη Νέα Δημοκρατία και τον Κυριάκο Μητσοτάκη να καταγράφουν συνεχείς δημοσκοπικές πρωτιές.
Σε δύο μήνες περίπου συμπληρώνονται 10 χρόνια από την περίοδο που η ΝΔ περνούσε μπροστά στις δημοσκοπήσεις και ο Κυριάκος Μητσοτάκης, νεοεκλεγείς πρόεδρος του κόμματος, καταγραφόταν στις μετρήσεις ως καταλληλότερος για πρωθυπουργός. Έκτοτε δεν υπήρξε δημοσκοπική μέτρηση που να καταγράφει κάτι διαφορετικό. Με τις ανοδικές και τις καθοδικές τάσεις του κυβερνώντος κόμματος, που κατέγραψε στο ενδιάμεσο τρεις εκλογικές νίκες σε ισάριθμες εκλογικές μάχες.
Το 2025 κλείνει με τις δημοσκοπήσεις να αποτυπώνουν την ίδια εικόνα ως προς την κυριαρχία του Κυριάκου Μητσοτάκη στο πολιτικό σκηνικό, την πρωτοκαθεδρία της Νέας Δημοκρατίας και την αντιπολίτευση να αναζητεί… πυξίδα μέσα σε έναν πολιτικό πολτό και ένα διαρκές βέρτιγκο που καταλήγει στις εύκολες λύσεις του λαϊκισμού και της καταστροφολογίας.
Μόνο την Τετάρτη τρεις δημοσκοπήσεις κατέγραψαν αυτήν ακριβώς την εικόνα με την κυβερνώσα παράταξη να προηγείται του δεύτερου κόμματος, του ΠΑΣΟΚ δηλαδή, κατά μέσο όρο 16 ποσοστιαίες μονάδες που μάλιστα ξεπερνούν το λεγόμενο double score.
Η αποτύπωση αυτής της εικόνας, τη στιγμή που η κυβέρνηση έχει μπει στο δεύτερο μισό της δεύτερης θητείας της, με την όποια φθορά μπορεί να προκαλέσει και μόνο αυτό το γεγονός, αλλά και με τον λαϊκισμό, τις θεωρίες συνωμοσίας, τα fake news και την ποινικοποίηση της πολιτικής ζωής –που μεθοδευμένα καλλιεργείται– πέραν του ότι αποτελεί ένα case study, δεν δείχνει μόνο την αδυναμία της αντιπολίτευσης να καταθέσει προτάσεις και εναλλακτικές λύσεις.
Αναδεικνύει την κυβερνητική θέση συνολικότερα ως πρόταση για την πορεία της χώρας και τη δημιουργία συνθηκών προοπτικής για τους πολίτες καθώς και την πολιτική και οικονομική σταθερότητα. Ουσιαστικά οι δημοσκοπήσεις έρχονται να επιβεβαιώσουν ότι το κυβερνητικό σχέδιο έχει αντίκρισμα καθώς και οι μεταρρυθμίσεις συνολικά, όπως οι αποφάσεις που έχουν οδηγήσει στην ανάταξη της οικονομίας –που πλέον μπορεί και επιστρέφει μέρισμα στους πολίτες κυρίως μέσω φοροαπαλλαγών–, τη θωράκιση της χώρας και των συνόρων, τη μετατροπή της σε ενεργειακό κόμβο και σε πυλώνα σταθερότητας στην ευρύτερη περιοχή.
Αντιπολιτευτικός πολτός
Οι ίδιες δημοσκοπήσεις καταγράφουν στην αντίπερα όχθη έναν αντιπολιτευτικό πολτό. Μια διαρκή αναζήτηση ενός προσώπου που θα ενώσει τα αυτοπροσδιοριζόμενα ως προοδευτικά κόμματα προκειμένου να νικήσουν τον Κυριάκο Μητσοτάκη και όχι μια αναζήτηση ενός προγράμματος ή προγραμμάτων που θα μπορέσουν να οδηγήσουν τη χώρα στην επόμενη ημέρα.
Η (κεντρο)Αριστερά, μαζί με εξωγενείς παράγοντες, μπορεί να αναζητεί τον… μεσσία που δεν έρχεται, όμως δεν αλλάζει τακτική. Ακόμη και το ΠΑΣΟΚ έχει επενδύσει στην καταστροφολογία και την ποινικοποίηση της πολιτικής ζωής προβάλλοντας ως αντεπιχείρημα μια… εντιμότητα και ένα ήθος ανάλογο με αυτό του δήθεν ηθικού πλεονεκτήματος της Αριστεράς.
Το ΠΑΣΟΚ, για παράδειγμα, καταγράφει στην εκτίμηση ψήφου ένα ποσοστό της τάξεως του 13,5% με τη βελόνα να δείχνει ότι δεν κινείται προς τα πάνω. Η μεγάλη πλειοψηφία διαφωνεί με την αντιπολιτευτική τακτική που ακολουθεί, όπως άλλωστε συνολικά με την τακτική των κομμάτων της αντιπολίτευσης.
Κερδισμένοι από τους υψηλούς τόνους και τις ακραίες αντιδράσεις στην παρούσα φάση καταγράφονται η Ζωή Κωνσταντοπούλου –που επιστρέφει μετά από τις πτωτικές τάσεις των τελευταίων μηνών– και ο Κυριάκος Βελόπουλος. Αυτό σημαίνει ότι η αντιπολίτευση με στόχο την οργή και την αρνητική ψήφο δεν εξυπηρετεί τα κόμματα εξουσίας· σίγουρα δεν προσφέρει ψήφους και ποσοστά σε κόμματα που θέλουν να κερδίσουν τις εκλογές έστω και με μία ψήφο.
Σε κάθε περίπτωση το «να χάσει ο Μητσοτάκης και βλέπουμε» δεν κόβει εισιτήρια αφού οι πολίτες, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, επιλέγουν την προοπτική, τη σταθερότητα και τη σιγουριά για το παρόν και το μέλλον τους.
Σταθερά καταλληλότερος
Αυτό που επίσης προκύπτει από τις δημοσκοπήσεις είναι η εμπιστοσύνη στο πρόσωπο του Κυριάκου Μητσοτάκη, όπως καταγράφεται στην καταλληλότητα για πρωθυπουργός. Η διαφορά με τον δεύτερο φτάνει ή ξεπερνά τις 20 ποσοστιαίες μονάδες, ενώ και οι διάφοροι… μεσσίες δεν δείχνουν ικανοί να πλησιάσουν τα ποσοστά του.
Η αντιμετώπιση και η διαχείριση κρίσεων, με τα όποια λάθη, φέρνουν τον πρωθυπουργό στην πρώτη θέση από το 2019 που ανέλαβε τη διακυβέρνηση, χωρίς να παραγνωρίζεται το γεγονός ότι βρίσκεται σε αυτή από τον Φεβρουάριο του 2016. Οι πολίτες κατανοούν πως διαθέτει πρόγραμμα και ότι βάζει συγκεκριμένους στόχους αφήνοντας σε άλλους την πολιτική της μιζέριας.
*Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην έντυπη του «Μανιφέστο».


