Με το νέο δικαστικό έτος ξεκίνησε η εφαρμογή του Δικαστικού Χάρτη, ένα συνεκτικό νομοθέτημα που θέτει τρεις βασικές κατευθυντήριες αρχές για την οργάνωση και λειτουργία της Δικαιοσύνης

1. Την ενοποίηση του πρώτου βαθμού με την κατάργηση των Ειρηνοδικείων, μετά από έναν και πλέον αιώνα από τότε που άρχισε η σχετική προσπάθεια, 

2. την ορθολογική κατανομή των δικαστικών σχηματισμών στην Επικράτεια, που ανέρχονται πλέον σε 113, με ειδικές πρόνοιες για τις νησιωτικές και παραμεθόριες περιοχές, 

3. την αποδέσμευση των δικαστών από διαχειριστικά καθήκοντα, που αφορούν προμήθειες, επισκευές κτηρίων κ.λπ., που περιέρχονται στο ΤΑΧ.ΔΙΚ, η λειτουργία και ο σκοπός του οποίου αναμορφώνονται πλήρως, ώστε οι δικαστικοί λειτουργοί να ασχολούνται με το αμιγώς δικαιοδοτικό τους έργο. 

H αναδιάρθρωση των πρωτοβάθμιων δικαστηρίων με τον νέο Δικαστικό Χάρτη αποτελεί ένα κρίσιμο βήμα προς τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας της πολιτικής και ποινικής δικαιοσύνης, αφήνοντας πίσω ένα σύστημα περίπου δύο αιώνων από την εποχή του Ελευθερίου Βενιζέλου. 

H αποτελεσματικότητα, ωστόσο, εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όπως είναι, μεταξύ άλλων: η ταχύτητα επίλυσης των υποθέσεων και η εκτέλεση των αποφάσεων, η εύκολη πρόσβαση στη δικαιοσύνη, η ισονομία και η διαφάνεια, η ψηφιοποίηση όλων των δικαστικών συστημάτων και η εφαρμογή νέων τεχνολογιών και καινοτομιών στις διαδικασίες διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού, ο υψηλός επαγγελματισμός όλων των εμπλεκομένων φορέων και η αξιολόγηση της απόδοσης και, φυσικά, η επιτάχυνση των διαδικασιών πρόσληψης και ανάληψης καθηκόντων νέων δικαστικών υπαλλήλων. 

Ο δικαστικός χάρτης είναι η μεγάλη και εμβληματική μεταρρύθμιση της ελληνικής δικαιοσύνης, στη λογική και αρχιτεκτονική δομή του οποίου προσαρμόζονται οι υπόλοιπες, όπως οι ανάγκες για νέες θέσεις δικαστών και δικαστικών υπαλλήλων, οι θεσμικές αλλαγές στους Κώδικες, η ψηφιοποίηση της Δικαιοσύνης με βάση τα νέα δεδομένα του Χάρτη, η οποία προβλέπεται να ολοκληρωθεί εντός του 2026, η μεταφορά δικαστικής ύλης στους δικηγόρους και η κατασκευή νέων κτηρίων εκεί όπου λειτουργούν πλέον δικαστήρια. 

Σε κάθε περίπτωση, απαιτείται χρόνος πάντοτε στη Δικαιοσύνη για να απορροφηθούν, να εμπεδωθούν και να αποδώσουν οι αλλαγές, τόσο αυτές που βρίσκονται σε τροχιά υλοποίησης, όσο και αυτές που απαιτείται να ακολουθήσουν (η αναμόρφωση του δικαστικού συστήματος στη χώρα, οι θεσμικές αλλαγές στους Κώδικες, το Ολοκληρωμένο Σύστημα Διαχείρισης Δικαστικών Υποθέσεων για την Πολιτική, Ποινική και Διοικητική Δικαιοσύνη, η αναμόρφωση του Εθνικού Ποινικού Μητρώου και το Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα του Ελεγκτικού Συνεδρίου, η ολοκλήρωση της Ψηφιακής Δικαιοσύνης, η μεταφορά δικαστηριακής ύλης, η αναβάθμιση και εμπέδωση θεσμών όπως η διαμεσολάβηση, η ενίσχυση και ανανέωση των κτηριακών και υλικοτεχνικών υποδομών, η ενίσχυση και αναβάθμιση του προσωπικού των δικαστικών υπαλλήλων, η επιμόρφωση δικαστών και δικαστικών υπαλλήλων, η ίδρυση και λειτουργία της Δικαστικής Αστυνομίας κ.λπ.). Μόνο έτσι μπορεί να διαμορφωθεί μια νέα δικαιική πραγματικότητα. Μικρά βήματα, μεγάλες αλλαγές.

Ο εκσυγχρονισμός και η επιτάχυνση της απονομής της Δικαιοσύνης είναι ένας εθνικός στόχος, που απαιτεί συναινέσεις, συνεργασίες, και κυρίως ισχυρή πολιτική βούληση και αποφασιστικότητα. Ηρθε η ώρα ως κοινωνία και νομικός κόσμος να κάνουμε το μεγάλο και καθοριστικό βήμα της ελληνικής δικαιοσύνης προς τη νέα εποχή.

Ο δρ. Χρήστος Μπαξεβάνης είναι επικεφαλής του Ομίλου Προβληματισμού για τον Εκσυγχρονισμό της Δικαιοσύνης – ΟΠΕΔ