Δεν είναι τραγούδι. Είναι ύβρις. Είναι ένας ηχητικός βόθρος που συσκευάστηκε σε beat και κυκλοφόρησε με τη σφραγίδα της μουσικής βιομηχανίας. Το Polo του τράπερ Light δεν είναι απλώς ένα κακόγουστο προϊόν. Είναι ένα μανιφέστο μίσους, ένας ύμνος στον εξευτελισμό. Και δεν μπορούμε να κάνουμε ότι δεν το ακούσαμε.

" "

Δεν μιλώ ως απλός παρατηρητής. Μιλώ ως αδερφή και δικαστική συμπαραστάτρια ενός ανθρώπου με βαριά νοητική αναπηρία εκ γενετής. Ενός ανθρώπου που δεν έχει τη δυνατότητα να υπερασπιστεί τον εαυτό του, που δεν μπορεί να φωνάξει «με προσβάλλεις», «με πληγώνεις». Είμαι η φωνή της. Και αυτή η φωνή δεν θα σιωπήσει.

Αυτό που ακούσαμε είναι η επιτομή του μισαναπηρισμού. Η λέξη «καθυστέρηση» μετατρέπεται σε χυδαίο όπλο, το «ειδικό σχολείο» γίνεται αντικείμενο χλευασμού. Το «έργο» αυτό φτάνει στο απόλυτο ναδίρ όταν αναφέρεται σε άτομο από «ειδικό σχολείο» που «τρώει το *** σαν καθυστερημένη» και μετά «την πάει στο Παρίσι και τη δέρνει». Η κλιμάκωση της βίας — από τη σεξουαλική εκμετάλλευση στη σωματική κακοποίηση ενός ατόμου με νοητική στέρηση — δεν είναι τέχνη. Είναι εγχειρίδιο κακοποίησης με ρυθμό.

Αν ο συγκεκριμένος «καλλιτέχνης» και όσοι εργάστηκαν σκληρά για να παραχθεί αυτό το τερατούργημα νιώθουν περήφανοι για το "έργο" τους, ας έρθουν όλοι μαζί σε ένα ειδικό σχολείο.
Ο ίδιος, οι παραγωγοί, οι στιχουργοί, οι υπεύθυνοι marketing και τα στελέχη της δισκογραφικής που υπέγραψαν την κυκλοφορία του. Όλοι όσοι έδωσαν το «ΟΚ» για να ακουστεί δημόσια αυτό το κήρυγμα μίσους.

Ας σταθούν μπροστά στα παιδιά που τόσο χυδαία εξευτελίζουν. Ας τολμήσουν να πουν, κατά πρόσωπο, ότι είναι «καθυστερημένα», «εύκολα θύματα», ότι τους αξίζει η κακοποίηση. Εκεί δεν θα έχει autotune, δεν θα έχει applauze και viral stories.

Εκεί θα φανεί η γύμνια τους. Εκεί θα καταλάβουν ποιος είναι ο πραγματικά «στερημένος» και ποιος ο βαθιά «απεγνωσμένος».

Γιατί αυτές τις ψευτομαγκιές τις πουλούν όταν νομίζουν ότι δεν θα τους απαντήσει κανείς. Μα η σιωπή τελείωσε. Και η κοινωνία που σέβεται τα πιο ευάλωτα μέλη της, δεν τους χαρίζεται άλλο.

Το Polo είναι ένα απύθμενο πηγάδι βίας. Με στίχους όπως «διψάω για φόνο» και «κάνε την προσευχή σου», δεν πρόκειται για καλλιτεχνική έκφραση. Είναι η αποθέωση της βαρβαρότητας σε στίχους. Ένα κοινωνικό καρκίνωμα που μεταμφιέζεται σε μουσική.

Και όμως, το συγκεκριμένο «άσμα», αυτό το κοινωνικό απόστημα, τη στιγμή που γράφεται το παρόν άρθρο, προβάλλεται παντού. Ναι, κυρίως αρνητικά, αλλά προβάλλεται. Και αυτό με εξοργίζει ακόμη περισσότερο, γιατί — θέλοντας και μη — συμμετέχω κι εγώ στη διάδοσή του. Μα δεν μπορώ να σιωπήσω. Δεν γίνεται.

Κι αρχίζω να αναρωτιέμαι: μήπως αυτό ακριβώς ήταν το σχέδιο; Μήπως η πρόκληση, η χυδαιότητα, ο κοινωνικός σάλος, ήταν το marketing plan; Να συζητηθεί, να ανέβουν τα streams, να χτιστεί «προσωπικότητα», να φτάσει στα ακουστικά χιλιάδων παιδιών; Και μετά, να βγει ο Light «σαν καλό παιδί» να ζητήσει συγγνώμη — ότι «δεν κατάλαβε», ότι «δεν το εννοούσε έτσι».

Το αποτέλεσμα; Χιλιάδες έφηβοι να ακούν αυτό το «τραγούδι» αφιλτράριστα. Και αύριο, θα δούμε πάλι δελτία ειδήσεων να μιλούν για «αύξηση της παραβατικότητας στους νέους». Υποκρισία.

Και φυσικά, όλες οι μεγάλες πλατφόρμες – από το Spotify μέχρι το YouTube – το φιλοξενούν χωρίς καμία προειδοποίηση ή φίλτρο.

Όχι γιατί τους ξέφυγε. Όχι γιατί διέρρευσε από κάποιο προφίλ ή έγινε viral.

Αλλά γιατί κυκλοφόρησε κανονικά, επισήμως, από δισκογραφική εταιρεία. Με πλήρη παραγωγή, διανομή και εμπορική στήριξη.

Αυτό δεν είναι παράβλεψη. Είναι συνέργεια.

Και σαν να μην έφτανε το ίδιο το περιεχόμενο, ήρθε και η απολογία του καλλιτέχνη για να συμπληρώσει την εικόνα.

Δήλωσε ότι έκανε ένα «ειλικρινές λάθος», ότι «δεν ήξερε καλύτερα», ότι θα «αλλάξει τους στίχους», προσπαθώντας να εμφανίσει το όλο ζήτημα ως λεκτικό ατόπημα ή παρεξήγηση.

Όμως δεν πρόκειται για στιγμιαία παραφορά. Δεν ήταν μια άτυχη φράση που ειπώθηκε αυθόρμητα. Ήταν ένα τραγούδι που πέρασε από πολλά στάδια παραγωγής, εγκρίθηκε, διαφημίστηκε, προωθήθηκε και κυκλοφόρησε επισήμως. Και αυτό δεν είναι απλό λάθος – είναι βιομηχανικό προϊόν με υπογραφές και ευθύνες.

Η λύση δεν βρίσκεται στην αντιστροφή του μίσους. Δεν βρίσκεται σε ευχές για θανάτους, σε προσωπικές προσβολές και απαντήσεις με την ίδια γλώσσα. Αυτές οι αντιδράσεις, όσο κατανοητές κι αν είναι, απλώς αναπαράγουν τον φαύλο κύκλο της βίας που οφείλουμε να σπάσουμε.

Αλλά ούτε και η «συγγνώμη» μπορεί να λειτουργήσει ως ασπίδα από την ουσιαστική κριτική. Δεν μπορεί να ξεπλύνει την προσβολή, ούτε να αθωώσει τη βιομηχανία που την εξέθρεψε.

Το πρόβλημα δεν είναι μόνο ο ένας καλλιτέχνης. Είναι η κουλτούρα που αντιμετωπίζει την αναπηρία ως αντικείμενο χλευασμού και εργαλείο για viral περιεχόμενο. Η λύση δεν είναι ατομική. Είναι συστημική.

Ακόμη και ο Υπουργός Επικρατείας Άκης Σκέρτσος αναγκάστηκε να παρέμβει, τονίζοντας την ανάγκη άμεσης απόσυρσης του προσβλητικού περιεχομένου από όλες τις πλατφόρμες.

Αυτό το τερατούργημα δεν είναι απλώς ένα κακό τραγούδι — είναι σύμπτωμα μιας βαθιάς κοινωνικής παθογένειας. Είναι η απόδειξη ότι έχουμε αποτύχει ως κοινωνία, όταν ο χλευασμός των πιο ευάλωτων βαφτίζεται «τέχνη» και η κακοποίηση γίνεται «διασκέδαση».

Δεν θα σταματήσω να το φωνάζω: Αυτό δεν είναι ελευθερία έκφρασης – είναι έγκλημα κατά της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Και θα το πολεμήσω με κάθε μέσο.

👉 Καλώ κάθε πολίτη, κάθε φορέα, κάθε δημιουργό που δεν ανέχεται τη βία και τη χυδαιότητα, να μιλήσει. Να μην αφήσουμε να κανονικοποιηθεί η ντροπή. Η σιωπή μας είναι συνενοχή. Ας επιλέξουμε, επιτέλους, την αξιοπρέπεια.


*Η Χριστίνα Τσιλιγκίρη είναι οικονομολόγος MSc, πρόεδρος ΣΕΦ, πρόεδρος EMCA, πολιτευτής της Β' Πειραιά με τη ΝΔ, διευθύντρια Αθλητισμού και ΑμεΑ της UNESCO Πειραιώς και Νήσων.