Η Ελλάδα είναι ένας από τους κύριους μοχλούς ανάπτυξης της οικονομίας της ευρωζώνης, επισημαίνει το πρακτορείο Bloomberg το οποίο πλέκει το εγκώμιο του ευρωπαϊκού νότου που πριν από μερικά χρόνια ήταν το «μαύρο πρόβατο» της οικονομίας.
Η Ελλάδα, η οποία επανέκτησε την επενδυτική της βαθμίδα στα τέλη του περασμένου έτους, τονίζει το Bloomberg, είδε τον τουρισμό να φτάνει σε επίπεδα ρεκόρ κάθε χρόνο μετά την πανδημία. Ο τομέας αντιπροσωπεύει περίπου το 25% της οικονομίας και απέφερε 15,7% περισσότερα έσοδα το 2023. Οι κατασκευές αποτελούν επίσης μεγάλο μοχλό ανάπτυξης, με αύξηση σχεδόν 56% του αριθμού των οικοδομικών αδειών σε σύγκριση με το 2019.
Σε μια άλλη ένδειξη ότι η Ελλάδα έχει αφήσει πίσω της τα προβλήματα χρέους της, είναι η πώληση του 30% του μεριδίου του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών.
Το Bloomberg γράφει ότι οι οικονομίες της Νότιας Ευρώπης, οι οποίες επί μακρόν περιφρονούνταν από τους πλουσιότερους βόρειους γείτονές τους, έχουν αντιστρέψει τα δεδομένα, καθώς εδραιώνουν τον ρόλο τους ως μοχλού ανάπτυξης στην «παραπαίουσα» ευρωζώνη. Οι έρευνες της S&P Global που δημοσιεύθηκαν αυτή την εβδομάδα έδειξαν ότι η Ισπανία και η Ιταλία ξεπέρασαν τις προσδοκίες των οικονομολόγων με ταχύτερη ανάπτυξη τον Μάρτιο.
«Η Ισπανία και η Ιταλία έδωσαν τη μεγαλύτερη ώθηση, με τους ρυθμούς ανάπτυξής τους να αποτελούν τους ισχυρότερους εδώ και σχεδόν ένα χρόνο», δήλωσε η Εμπορική Τράπεζα του Αμβούργου. Αυτό συνέβαλε στην αντιστάθμιση των συνεχιζόμενων συρρικνώσεων της παραγωγής στη Γερμανία και τη Γαλλία που ξεκίνησαν στα μέσα του 2023.
Η άνοδος του τουρισμού μετά την πανδημία, η άνθηση των εξαγωγών και οι χαμηλότερες τιμές ενέργειας χάρη στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και την περιορισμένη εξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο, έχουν δώσει στις αποκαλούμενες περιφερειακές χώρες της Μεσογείου το προβάδισμα στη ζώνη του ευρώ.
Φέτος, η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Ελλάδα αναμένεται να είναι μεταξύ των οικονομιών με τις καλύτερες επιδόσεις στο μπλοκ των 20 χωρών, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Αντίθετα, η γαλλική κυβέρνηση μόλις μείωσε την πρόβλεψή της για την ανάπτυξη το 2024 και ανέφερε έλλειμμα του προϋπολογισμού που υπερβαίνει κατά πολύ την εκτίμησή της για το 2023, γεγονός που την ώθησε να επιδιώξει περικοπές δαπανών ύψους δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ. Η Γερμανία βρίσκεται πιθανότατα στο τέλος μιας ρηχής ύφεσης, που επιβαρύνεται από τους διστακτικούς καταναλωτές, την αδύναμη εξωτερική ζήτηση και το υψηλό κόστος δανεισμού.