Ο ομογενής Φώτης Ντούλος, ο οποίος κατηγορούνταν ότι είχε δολοφονήσει την εν διαστάσει σύζυγό του, Τζένιφερ Ντούλου, που αγνοείται από τον περασμένο Μάιο, φέρεται να είναι νεκρός, σύμφωνα με την «New York Times», η οποία προσθέτει πως ο γεννημένος στην Ελλάδα άντρας αυτοκτόνησε.

Λίγο αργότερα, υπήρξε η ανατροπή καθώς τα ΜΜΕ των ΗΠΑ μεταδίδουν πως οι αναφορές λένε πως ο ομογενής άνδρας βρίσκεται στην εντατική με πολύ αδύναμο σφυγμό, ενώ και ο δικηγόρος του διέψευσε πως είναι νεκρός.

Τοπικά Μέσα δείχνουν πλάνα με ασθενοφόρα έξω από το σπίτι του στο Φάρμινγκτον του Κονέκτικατ, την ώρα που ο Φώτης Ντούλος αναμενόταν σήμερα, Τρίτη (28/1), να παραστεί σε δικαστήριο για τη διαπραγμάτευση της εγγύησης για την αποφυλάκισή του, η οποία είχε οριστεί στα 6 εκατ. δολάρια

Ο μεγαλωμένος στην Ελλάδα Φώτης Ντούλος είχε συλληφθεί στις αρχές Ιανουαρίου, με τις κατηγορίες της ανθρωποκτονίας, της κακουργηματικής ανθρωποκτονίας και της απαγωγής.

https://twitter.com/DailyMail/status/1222216532513710080

Στο μεταξύ, όπως γράφει η εφημερίδα «New York Times», από την πρώτη σχεδόν στιγμή της εξαφάνισης της Τζένιφερ Ντούλου από το σπίτι της σε ένα εύπορο προάστιο του Κονέκτικατ στις 24 Μαΐου, οι αστυνομικοί είχαν εστιάσει στον εν διαστάσει σύζυγό της με τον οποίο είχε εμπλακεί σε μια επώδυνη αντιπαράθεση διαζυγίου.

Όπως αναφέρει ο «Εθνικός Κήρυκας», στους επτά μήνες από τότε που ξεκίνησαν οι έρευνες ο Φώτης Ντούλος συνελήφθη δύο φορές για την υπόθεση, ουδέποτε όμως κατηγορήθηκε από την Αστυνομία για επίθεση κατά της Τζένιφερ Ντούλου. Και ξαφνικά την Τρίτη εισήλθε στο σπίτι του η Αστυνομία, του έβαλε χειροπέδες και τον κατηγόρησε για τη δολοφονία της συζύγου του.

Οι Αρχές δεν έχουν ακόμη ανακαλύψει την σορό της Ντούλου. Στο ένταλμα σύλληψης του Φώτη Ντούλου αναφερόταν ότι «μέχρι σήμερα, δεν είναι γνωστή η τύχη της Τζένιφερ Ντούλου». Δεν δίνουν λεπτομέρειες για το πώς σκοτώθηκε ή για το αν χρησιμοποιήθηκε κάποιο όπλο.

Η Αστυνομία πιστεύει ότι της επιτέθηκε στο σπίτι της στη Νιου Καναάν και την είχε δέσει με πλαστικά σχοινιά όσο ήταν ζωντανή. Η Αστυνομία φαίνεται να πιστεύει ότι το κίνητρό του ήταν οικονομικό καθώς, όπως αναφέρουν στο ένταλμα, χρωστούσε επτά εκατ. την εποχή της δολοφονίας της και πως τα παιδιά του είχαν αποταμιευτικούς λογαριασμούς πάνω από δύο εκατ. δολάρια το καθένα.

Ο Ντούλος θα είχε πρόσβαση στους λογαριασμούς εάν εξαφανιζόταν η Τζένιφερ και κέρδιζε αυτός την επιμέλεια των παιδιών, σύμφωνα με το ένταλμα σύλληψής του, στο οποίο προστίθεται ότι ο Ντούλος πρέπει να τα γνωρίζει αυτά.

Ο δικηγόρος του ομογενή, Νορμ Πάτις (Norm Patis) ανέφερε ότι ο πελάτης του «κατηγορηματικά» αρνήθηκε κάθε εμπλοκή στην εξαφάνιση της Ντούλου. Επίσης επέκρινε τις κατηγορίες, κάνοντας λόγο για ετερόκλητες θεωρίες σχετικά με το θάνατο της Ντούλου.

Η Ντούλου, 50 χρόνων, εθεάθη τελευταία φορά στις 24 Μαΐου. Εκείνο το πρωινό οι αστυνομικοί είπαν ότι είχε οδηγήσει τα παιδιά της σε ιδιωτικό σχολείο στη Νιου Καναάν, το εύπορο προάστιο 45 μίλια βόρεια από το Midtown Μανχάταν.

Γύρισε σπίτι γύρω στις 8 το πρωί. Μετά για ώρες δεν απαντούσε στα μηνύματα ή στα τηλεφωνήματα και δεν εμφανίστηκε σε σοβαρά ραντεβού στη Νέα Υόρκη, σύμφωνα πάντα με το ένταλμα κατά του Ντούλου. Στις 4:40 μ.μ. η γιαγιά της, Λόρεν Αλμέιντα, έμαθε ότι δεν εμφανίστηκε στο ραντεβού των παιδιών της με τον ορθοδοντικό. «Η πρώτη μου σκέψη ήταν ότι ο Φώτης κάτι έκανε» είπε στην Αστυνομία.

Οι αστυνομικοί πήγαν στο αξίας 3,5 εκατ. δολαρίων σπίτι της Ντούλου το ίδιο βράδυ. Βρήκαν ίχνη αίματος που τους οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι είχε δεχθεί επίθεση ενώ βρήκαν αναμεμειγμένο αίμα της ίδιας με DNA του Ντούλου σε μία βρύση καθώς και αποδείξεις ότι είχε γίνει προσπάθεια καθαρισμού της σκηνής του εγκλήματος.

Σε παλαιότερο άρθρο της «ΝΥΤ» αναφερόταν ότι κατά τις διαδικασίες για το διαζύγιο που κράτησαν δύο χρόνια περίπου, μετά από σχεδόν 13 χρόνια γάμου, η Τζένιφερ Ντούλου είπε πως ανησυχεί για την «παράλογη, επικίνδυνη, εκφοβιστική, απειλητική και ελεγκτική συμπεριφορά» του συζύγου της. Η ίδια επεσήμανε ότι αυτός απειλούσε να απαγάγει τα παιδιά τους και να τα πάρει μακριά. Αυτή απείλησε να βάλει τη μαφία να του σπάσει τα πόδια, απάντησε αυτός.

«Τα δικαστικά έγγραφα δείχνουν ότι η διαφωνία ήταν ακόμη μεγαλύτερη, από ό,τι είχε αποκαλυφθεί πριν και απεικονίζουν ένα γάμο που όχι μόνο δεν προχώρησε, αλλά έγινε τοξικός» σημείωσε η «ΝΥΤ», υπογραμμίζοντας πως όσο προχωρούσε η διαδικασία διαζυγίου, τόσο η ένταση μεγάλωνε.