Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Νίκος Ανδρουλάκης, αναφέρθηκε σε μέτρα που θα λάβει και τα οποία ξεπερνούν σε κόστος τα 4 δισ. ευρώ, σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις του υπουργείου Οικονομικών. Οι διευκρινίσεις που δόθηκαν από τον ίδιο αλλά και από στελέχη του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης έχουν ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον αφού, όπως υποστηρίζουν, τα μέτρα που υπόσχονται δεν αφορούν το πλεόνασμα που βγήκε τώρα.

Το είπε και ο ίδιος ο Νίκος Ανδρουλάκης κάνοντας λόγο για έναν άλλο... δημοσιονομικό χώρο που θα δημιουργηθεί όταν αναλάβει πρωθυπουργός. Με απλά λόγια, σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ και τα στελέχη του κόμματος, με την ανάληψη της εξουσίας θα δημιουργήσουν μεγαλύτερο πλεόνασμα. Το ερώτημα είναι πώς θα το κάνουν αυτό;

Αν σήμερα –όπως υποστηρίζουν– η χώρα είναι στο χείλος του γκρεμού και έχει καταστραφεί, με τους Έλληνες να πεινούν, πώς ακριβώς, αν αναλάβει το ΠΑΣΟΚ τη διακυβέρνηση, θα βρει τον χώρο για να μοιράσει 4 δισ. ευρώ και παραπάνω με βάση τα όσα ανακοίνωσε, μειώνοντας παράλληλα έμμεσους φόρους και τα έσοδα του κράτους;

Με την ανάπτυξη που υπόσχεται; Με κάποιο μαγικό τρόπο ίσως; Θα διευρυνθεί ο δημοσιονομικός χώρος με έναν τρόπο που θα υπερβεί και τους όρους που θέτει η Ευρωπαϊκή Ένωση; Διότι αυτές οι... διευκρινίσεις παραπέμπουν σε άλλες εποχές που συνθήματα όπως το «λεφτά υπάρχουν» κυριάρχησαν οδηγώντας σε μνημόνια και σε περιόδους που κάποιοι έσκιζαν τα μνημόνια και χτυπούσαν τα νταούλια για να χορεύουν οι αγορές.

Οι θιασώτες αυτής της λογικής οφείλουν να διευκρινίσουν πώς θα βρεθούν τα χρήματα. Και κυρίως πώς θα καταστεί εφικτό να ισχύουν σε μόνιμη βάση τα μέτρα που ανακοινώνουν. Βάζοντας μπροστά την καταστροφολογία και κάνοντας σημαία έναν άλλο... δημοσιονομικό χώρο, οφείλουν να πουν στους πολίτες τι και πώς θα συμβεί. Πώς, για παράδειγμα, το σπιράλ της οικονομίας και της ανάπτυξης θα εκτιναχθεί και από τη σημερινή κατάσταση –όπως την περιγράφουν οι ίδιοι– θα φτάσει να μοιράζει δισεκατομμύρια ευρώ.

Επί της ουσίας, το γεγονός ότι υποστηρίζουν πως θα υπάρχει μια άλλη πολιτική που θα γεννά πλεονάσματα πρέπει να στηριχθεί σε συγκεκριμένες βάσεις και όχι σε υποσχέσεις για ανάπτυξη με τρόπους που ξεπερνούν ακόμη και αυτά που έλεγε ο ΣΥΡΙΖΑ πριν γίνει κυβέρνηση. Εκτός και αν τελικά όλο αυτό θα στηριχθεί σε νέους φόρους.

Τα έσοδα του κράτους έχουν συγκεκριμένες πηγές. Η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη κατάφερε το 2024 να μπουν τα θεμέλια της αντιμετώπισης της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής εισπράττοντας εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ, που αποτελούν μέρος του πλεονάσματος και του μερίσματος που επιστρέφεται στους πολίτες. Το ίδιο αναμένεται να γίνει και το 2025.

Τα περί εσόδων από φορολόγηση των υπερκερδών στην ενέργεια και στις τράπεζες ακούγεται ωραίο. Μόνο που, όπως όλοι καταλαβαίνουν, δεν γίνεται να αποτελεί τη βάση για την υποστήριξη μιας δημοσιονομικής πολιτικής όπως αυτή που παρουσιάζουν τα κόμματα της αντιπολίτευσης γενικά.

Σε κάθε περίπτωση, το πού και πώς θα βρεθούν τα λεφτά είναι το ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί εκτός αυτού που αφορά το ύψος των υποσχέσεων.

* Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην έντυπη έκδοση του «Μανιφέστο»