Βιώνουμε αυτήν την περίοδο την έξαρση της πανδημίας του κορωνοϊού και είναι εύλογο να αγωνιούμε και να ανησυχούμε προσβλέποντας στην ανακάλυψη και παρασκευή του εμβολίου και βέβαια του φαρμάκου.

Ειδικού Επιστημονικού Συνεργάτη
Φαίνεται ωστόσο ότι λησμονούμε, τι συνέβη έντεκα χρόνια πριν, στα τέλη Απριλίου του 2009, όταν ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας κήρυξε συναγερμό για ενδεχόμενη Πανδημία της Γρίπης Η1Ν1. Δύο μήνες αργότερα, στις 11 Ιουνίου, ανακοινώθηκε πάλι από τον Π.Ο.Υ. ότι είμαστε στην αρχή Πανδημίας Γρίπης. Και τότε επήλθε παγκόσμιος πανικός, αντίστοιχος με αυτό που βιώνουμε σήμερα. Όλες οι κυβερνήσεις έδιναν αγώνα για την εξασφάλιση και την επαρκή διασφάλιση εμβολίων.

Αναφορικά με την Ελλάδα, οι αποφάσεις της Κυβέρνησης είχαν ως σκοπό να εμβολιασθεί απέναντι στην Πανδημία το σύνολο του πληθυσμού. Και τότε ανακοινώθηκαν μέτρα, έκλεισαν σχολεία, ενημερώθηκαν οι πολίτες και κινητοποιήθηκε ο κρατικός μηχανισμός με την κατεύθυνση Ειδικής Επιστημονικής Επιτροπής για την Γρίπη και με φορείς υλοποίησης το Εθνικό Κέντρο Επιχειρήσεων Υγείας για θέματα οργάνωσης και επικοινωνίας, ο ΕΟΦ για τις επαφές με τις φαρμακοβιομηχανίες και το ΚΕΕΛΠΝΟ για το γενικό συντονισμό λόγω αρμοδιότητας.

Σε έκτακτη Κυβερνητική Επιτροπή, που συνήλθε αμέσως, και αφού ο Π.Ο.Υ. ζήτησε τον εμβολιασμό του συνόλου των πληθυσμών των κρατών και κάτω από σφοδρότατη καταγγελία του τότε Αρχηγού της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης Παπανδρέου, που κατηγορούσε την Κυβέρνηση για ολιγωρία, αποφασίζεται πάντα σύμφωνα με την απόφαση του ΠΟΥ η κάλυψη όλου του πληθυσμού, δηλαδή 8 εκατομμυρίων κατοίκων επί δύο υποχρεωτικών δόσεων για τον καθένα.

Μετά όμως από απόφαση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκου που ακύρωνε την προηγούμενη του Π.Ο.Υ. κρίθηκε ότι μία δόση κατ΄ άτομο είναι επαρκής. Το Υπουργείο Υγείας με απόφασή του ακύρωσε τη δεύτερη παραγγελία και επανέφερε την αρχική πρόβλεψη κάλυψης 4 εκατομμυρίων κατοίκων (του μισού πληθυσμού).

Και έτσι εξελίχθηκαν τα πράγματα.

Η κρίσιμη αυτή περίοδος τότε διήρκησε μόνον λίγους μήνες γιατί ανακαλύφθηκε, παρασκευάσθηκε και διατέθηκε το εμβόλιο και βέβαια υπήρχαν και τα αντιϊκά φάρμακα που θεράπευαν τους ασθενείς.

Παρόλα αυτά, το 2009-2010 πέθαναν 210.000 άνθρωποι σε όλο τον κόσμο από την πανδημία Η1Ν1.

Πέραν όμως των ομοιοτήτων των δύο εποχών υπάρχουν και διαφορές.

Πρώτη διαφορά είναι ότι ειδικά για την Ελλάδα ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης πήρε στους ώμους του την όλη ευθύνη συντονίζοντας τις κρατικές υπηρεσίες, δίνοντας οδηγίες, ενημερώνοντας τους πολίτες αναδεικνύοντας χαρακτηριστικά ηγετικότητας.

Η Ελλάδα αυτόν τον καιρό έχει ηγεσία. Ο Μητσοτάκης δεν κρύφτηκε, δεν φοβήθηκε. Και γι΄ αυτό κέρδισε επάξια την εμπιστοσύνη των Ελλήνων πολιτών. Γιατί ακριβώς στις κρίσεις και στους πολέμους είναι που αναδεικνύονται οι πραγματικοί ηγέτες.
Αλλά και το 2009, ο κρατικός μηχανισμός και η επιστημονική κοινότητα αντιμετώπισαν την τότε Πανδημία διασφαλίζοντας την υγεία των Ελλήνων πολιτών και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας τέλος του 2009 να δίνει εύσημα στην Ελλάδα για τους χειρισμούς της και την έγκαιρη θωράκιση του πληθυσμού.

Τότε όμως ο πρωθυπουργός, Κώστας Καραμανλής, μεταβίβασε εμπιστευόμενος την ευθύνη στην ηγεσία του Υπουργείου Υγείας, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν είχε αντιληφθεί την κρισιμότητα της κατάστασης, έχοντας συγκαλέσει την Κυβερνητική Επιτροπή, δίνοντας οδηγίες και παίρνοντας αποφάσεις αλλά πάντα με βάση την δική του αντίληψη διακυβέρνησης.
Αυτό που τώρα κάνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης, τότε το έκανε ο Δημήτρης Αβραμόπουλος. Μόνο που ο δεύτερος δεν ήταν Πρωθυπουργός.

Αλλά υπάρχει και άλλη μία ακόμη διαφορά. Την εποχή εκείνη Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης ήταν ο Γιώργος Παπανδρέου, ο οποίος καιροσκοπώντας στη συγκυρία και αποβλέποντας σε κομματικά οφέλη, δεν στήριξε την Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, βάλλοντας ευθέως κατά του τότε Πρωθυπουργού.

Αντιθέτως σήμερα, όσο και εάν ο ΣΥΡΙΖΑ, ως το κόμμα της Αξιωματικής αντιπολίτευσης μέσω των Οργάνων του δεν δείχνει να έχει την πολιτική εντιμότητα να αναγνωρίσει το έργο της Κυβέρνησης Μητσοτάκη, κάπου διασώζεται από τη θετική συμπεριφορά και στάση του Αρχηγού του Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος δεν ακολουθεί το δρόμο του Γιώργου Παπανδρέου.

Το συμπέρασμα είναι ότι οι εποχές μοιάζουν αλλά όχι αυτοί που τις εκπροσωπούν.

Οι δε κρίσεις είναι και οι μεγάλες ευκαιρίες που δίνονται στις πολιτικές ηγεσίες για να αποδείξουν, εφόσον τις διαθέτουν, ηγετικές ικανότητες, ηγετικό μυαλό και ηγετικό θάρρος.