Με αφορμή την (επαν)εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ άρχισαν πάλι τα δημοσιεύματα και οι προσεγγίσεις περί αναγκαίας στροφής της κυβέρνησης και του Κυριάκου Μητσοτάκη προς τα δεξιά. Λυπάμαι που προφανώς και θα στενοχωρήσω κάποιους, αλλά μάλλον δεν κατάλαβαν γιατί έχασαν κυρίως οι Δημοκρατικοί στις ΗΠΑ. Κατά την προσωπική μου άποψη, όση σημασία έχει, ο κύριος και ουσιαστικός λόγος ήταν η καθημερινότητα και η οικονομία. Δηλαδή πόσο τα μέτρα που έπαιρνε η κυβέρνηση Μπάιντεν περνούσαν στην κοινωνία και έκαναν τη ζωή του μέσου πολίτη καλύτερη. Εκεί κρίθηκε και εκεί απέτυχε η Κάμαλα Χάρις. 

Και φέρνοντας τα πράγματα στα καθ’ ημάς, από αυτό θα κριθεί στο τέλος της ημέρας και η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Τα άλλα πρόσημα είναι είτε για να χαϊδέψουμε αυτιά είτε για να επιστρέψουμε σε διλήμματα που απασχολούσαν τις κοινωνίες του χθες. 

Ο μέσος πολίτης δεν αναζητά πλέον έναν δεξιό ή έναν αριστερό πρωθυπουργό. Ζητά έναν ηγέτη που θα μπορεί να του λύνει τα προβλήματα του σήμερα και να δημιουργεί ένα αύριο καλύτερο για τον ίδιο και τα παιδιά του. Από αυτά τα δυο θα κριθεί και ο Κυριάκος Μητσοτάκης, όταν στηθούν οι κάλπες. Και από τη χθεσινή του εμφάνιση στη Βουλή φαίνεται ότι, αν κάτι έχει λάβει ως μήνυμα, είναι ακριβώς αυτό. 

Η ανακοίνωσή του για την έναρξη των δωρεάν χειρουργείων, τα νέα φορολογικά μέτρα είναι χειροπιαστές απαντήσεις στις βολές που δέχεται και απαξιώνουν στην πράξη με συγκεκριμένες κινήσεις τους ισχυρισμούς της αντιπολίτευσης.

Θα το πούμε άλλη μία φορά, ότι οι πολίτες δεν είναι ούτε με το αριστερόμετρο ούτε με το δεξιόμετρο στο χέρι. Αυτό που μετράνε είναι οι ζωές τους και πώς θα γίνουν καλύτερες…