Η υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Απασχόλησης, Άννα Ευθυμίου, αναλύει στο «Μ» τις νομοθετικές παρεμβάσεις για τον εκσυγχρονισμό της αγοράς εργασίας και πώς προστατεύουν τους εργαζόμενους, μιλά για τον διάλογο που γίνεται για την αύξηση των κλαδικών συμβάσεων και εξηγεί πώς η Ψηφιακή Κάρτα Εργασίας θωρακίζει τη νόμιμη απασχόληση.

Υπενθυμίζει ότι ο στόχος για κατώτατο μισθό στα 950 ευρώ έως το 2027 παραμένει ακέραιος για την κυβέρνηση και περιγράφει το σχέδιο που θα εξασφαλίζει τη μακροπρόθεσμη σταθερότητα του ΕΦΚΑ, την πρόοδο που έχει επιτευχθεί στον τομέα της απονομής συντάξεων, αλλά και τη διεύρυνση των δικαιούχων για το επίδομα κυοφορίας-λοχείας.

Κυρία υπουργέ, μετά τις πρόσφατες νομοθετικές παρεμβάσεις για τον εκσυγχρονισμό της αγοράς εργασίας, υπάρχει έντονη δημόσια συζήτηση για το αν ενισχύεται η ευελιξία σε βάρος της προστασίας των εργαζομένων. Πώς απαντάτε σε όσους υποστηρίζουν ότι οι νέες ρυθμίσεις οδηγούν σε απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων;

Οι πρόσφατες παρεμβάσεις μας έχουν έναν ξεκάθαρο στόχο: να προσαρμόσουν την ελληνική αγορά εργασίας στις πραγματικές ανάγκες της οικονομίας και των εργαζομένων, χωρίς σε καμία περίπτωση να υπονομεύουν τα θεμελιώδη εργασιακά δικαιώματα. Η έννοια της «ευελιξίας» συχνά παρουσιάζεται ως αντίθετη προς την προστασία του εργαζομένου. Για εμάς, όμως, ευελιξία σημαίνει περισσότερες επιλογές, περισσότερη κινητικότητα και δυνατότητα προσαρμογής των επιχειρήσεων αλλά και των εργαζομένων σε ένα μεταβαλλόμενο περιβάλλον, πάντα με σαφείς κανόνες και ισχυρούς μηχανισμούς ελέγχου.

Στην κατεύθυνση αυτήν, ενισχύουμε την επιθεώρηση εργασίας, θωρακίζουμε το πλαίσιο για την αδήλωτη και υποδηλωμένη εργασία και διασφαλίζουμε ότι κάθε νέα μορφή απασχόλησης συνοδεύεται από αντίστοιχες εγγυήσεις. Στόχος μας είναι μια αγορά εργασίας που δεν αφήνει κανέναν απροστάτευτο, αλλά ταυτόχρονα επιτρέπει σε επιχειρήσεις και εργαζόμενους να αναπτυχθούν με ευελιξία, ασφάλεια και διαφάνεια.

Οι συλλογικές συμβάσεις βρίσκονται ξανά στο επίκεντρο των συζητήσεων. Ποιο είναι το σχέδιο του υπουργείου για την ενίσχυση της συλλογικής διαπραγμάτευσης και την εφαρμογή των συμφωνιών στον ιδιωτικό τομέα;

Η ενίσχυση της συλλογικής διαπραγμάτευσης αποτελεί στρατηγική προτεραιότητα του υπουργείου, ιδιαίτερα υπό το πρίσμα της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2022/2041, η οποία θέτει ως στόχο την κάλυψη του 80% των εργαζομένων από συλλογικές συμβάσεις και ήδη τον προηγούμενο Δεκέμβριο έγινε νόμος του κράτους. Για να πετύχουμε τον ευρωπαϊκό στόχο –και ταυτόχρονα να προσεγγίσουμε έναν μέσο μισθό της τάξης των 1.500 ευρώ έως το 2027– χρειάζεται ένας ουσιαστικός επανασχεδιασμός του πλαισίου.

Η υπουργός, η κυρία Κεραμέως, είχε συναντήσεις με τους εθνικούς κοινωνικούς εταίρους, αναμένουμε τις προτάσεις τους και ως το τέλος του έτους θα καταρτιστεί το Μονοετές Σχέδιο Δράσης για την ενίσχυση των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας με ποσοστό κάλυψης μέχρι και 80%.

Η ατζέντα του διαλόγου στοχεύει ακριβώς σε αυτό: στην αύξηση των κλαδικών συμβάσεων και στην επέκτασή τους σε περισσότερους εργαζόμενους, ώστε η συλλογική διαπραγμάτευση να αποτελέσει πραγματικό μοχλό βελτίωσης των αμοιβών και ενίσχυσης της κοινωνικής συνοχής.

Οι εργοδοτικοί έλεγχοι παραμένουν κρίσιμο ζήτημα. Ποια είναι τα αποτελέσματα μέχρι σήμερα στην καταπολέμηση της αδήλωτης ή υποδηλωμένης εργασίας;

Η Ψηφιακή Κάρτα Εργασίας αποτελεί μία από τις σημαντικότερες μεταρρυθμίσεις για τη θωράκιση της νόμιμης απασχόλησης. Υπενθυμίζεται ότι από την 3η Νοεμβρίου του 2025 επεκτάθηκε σε κρίσιμους τομείς, όπως η ενέργεια, το εμπόριο, οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, ο τουρισμός και η εστίαση, διασφαλίζοντας ότι ο πραγματικός χρόνος εργασίας καταγράφεται σε πραγματικό χρόνο μέσω του Εργάνη. Παράλληλα, παρακολουθούμε στενά την ορθή εφαρμογή των εξαιρέσεων, ώστε να αποτρέπεται κάθε καταχρηστική πρακτική.

Η Ψηφιακή Κάρτα Εργασίας αποτελεί ένα σημαντικό εργαλείο, το οποίο διασφαλίζει ότι οι εργαζόμενοι αμείβονται για τον πραγματικό χρόνο εργασίας τους. Η εφαρμογή της συμβάλλει στην καταπολέμηση της υποδηλωμένης και αδήλωτης εργασίας, ενώ προστατεύονται οι εργαζόμενοι αλλά και οι υγιείς επιχειρήσεις από τον αθέμιτο ανταγωνισμό. Η αποτελεσματικότητα του μέτρου επιβεβαιώνεται και από τα τελευταία επίσημα στοιχεία του πληροφοριακού συστήματος Εργάνη, καθώς καταγράφεται αύξηση στις καταγεγραμμένες υπερωρίες στους κλάδους εφαρμογής της κατά 3,5 εκατομμύρια και πλέον ώρες σε σχέση με τα έτη πριν από την εφαρμογή του μέτρου.

Με το συγκεκριμένο μέτρο προστατεύονται ήδη 1.850.000 εργαζόμενοι, οι οποίοι απασχολούνται σε τράπεζες, σουπερμάρκετ, ασφαλιστικές εταιρείες, εταιρείες security, ΔΕΚΟ, βιομηχανία, λιανεμπόριο, τουρισμό και εστίαση. Η εφαρμογή της, απ’ αυτόν τον μήνα, επεκτάθηκε και στο χονδρεμπόριο, στην ενέργεια, στις χρηματοπιστωτικές εταιρείες και τις διοικητικές και υποστηρικτικές δραστηριότητες στον τουρισμό. Παράλληλα, ο συνολικός αριθμός των ενταγμένων επιχειρήσεων ξεπερνάει τις 280.000 επιχειρήσεις περίπου.

Με το κύμα ακρίβειας να πιέζει τα νοικοκυριά, αρκετοί ζητούν νέα αύξηση του κατώτατου μισθού. Υπάρχει περιθώριο για άμεση αναπροσαρμογή του;

Η διαδικασία αναπροσαρμογής του κατώτατου μισθού αποτελεί μια διαδικασία θεσμοθετημένη ως ακολούθως: οι κοινωνικοί φορείς καταθέτουν τις θέσεις τους, η ειδική επιστημονική επιτροπή τις αξιολογεί και στη συνέχεια η υπουργός Εργασίας εισηγείται στο Υπουργικό Συμβούλιο, που λαμβάνει την τελική απόφαση. Ξεκινά στην αρχή κάθε έτους με κυβερνητική απόφαση και με πολύ συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα και ολοκληρώνεται τέλη Μαρτίου με τους υπουργούς Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, μετά τη σύμφωνη γνώμη του Υπουργικού Συμβουλίου, να εκδίδουν κοινή απόφαση καθορισμού του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και του νομοθετημένου κατώτατου ημερομισθίου.

Σήμερα ο κατώτατος μισθός βρίσκεται στα 880 ευρώ, έχοντας αυξηθεί κατά 230 ευρώ από το 2019 – μια άνοδος 35,4%, που έχει ανεβάσει τη χώρα μας στη 11η θέση στην ΕΕ μεταξύ των χωρών με νομοθετημένο κατώτατο μισθό. Ο στόχος των 950 ευρώ έως το 2027 παραμένει ακέραιος. O κατώτατος μισθός, για την ώρα, αποφασίζεται σε επίπεδο Υπουργικού Συμβουλίου. Με βάση τον νέο νόμο που ψηφίσαμε, όμως, από το 2027 ο μαθηματικός τύπος με τον οποίο θα προκύπτει ο κατώτατος μισθός έχει δύο βασικούς συντελεστές. Ο πρώτος είναι ο πληθωρισμός, ειδικά για τα νοικοκυριά στο χαμηλότερο 20% της εισοδηματικής κλίμακας, και ο δεύτερος η αύξηση της παραγωγικότητας της οικονομίας.

Για την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας είναι αυτονόητο ότι κάθε φορά που οι δημοσιονομικές δυνατότητες μας το επιτρέπουν, προτεραιότητά μας είναι να επιστρέφει αυτό το όφελος στους πολίτες – με τρόπο δίκαιο, στοχευμένο και με σεβασμό στις ανάγκες της κοινωνίας.

Η βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος παραμένει ένα από τα πιο κρίσιμα ζητήματα. Υπάρχει σχεδιασμός για νέα μεταρρύθμιση που να διασφαλίζει τη μακροπρόθεσμη σταθερότητα του ΕΦΚΑ και τη δίκαιη αναπροσαρμογή των συντάξεων;

Η βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος αποτελεί σταθερή προτεραιότητα της κυβέρνησης. Το ζήτημα αυτό το παρακολουθώ στενά με την ανάληψη των καθηκόντων μου στην πολύ υπεύθυνη αυτή θέση. Ήδη έχουν γίνει σημαντικά βήματα: ο ΕΦΚΑ έχει καταγράψει πλεόνασμα, οι ληξιπρόθεσμες συντάξεις έχουν μειωθεί δραστικά και η ψηφιακή λειτουργία του φορέα ενισχύεται συνεχώς. Παράλληλα, η ετήσια αναπροσαρμογή των συντάξεων, που εφαρμόζεται πλέον με έναν διαφανή και αντικειμενικό μηχανισμό, διασφαλίζει ότι οι συνταξιούχοι συμμετέχουν δίκαια στην αναπτυξιακή πορεία της οικονομίας.

Σε αυτό το πλαίσιο εξετάζουμε στοχευμένες παρεμβάσεις που ενισχύουν τη μακροπρόθεσμη σταθερότητα του συστήματος, όπως η περαιτέρω ψηφιοποίηση διαδικασιών, η βελτίωση της εισπραξιμότητας, η περαιτέρω αντιμετώπιση της αδήλωτης ή υποδηλωμένης εργασίας και η ενίσχυση των κινήτρων για σταθερή, πλήρη απασχόληση.

Στην κατεύθυνση αυτήν, η ενίσχυση των κεφαλαιοποιητικών συστημάτων, όπως το ΤΕΚΑ και τα Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης, αποτελεί δομική μεταρρύθμιση για τη συμπληρωματική ασφάλιση. Και αυτό γιατί συμβάλλουν στη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού, μειώνοντας τις δημογραφικές πιέσεις και διασφαλίζοντας σταθερότητα στο μέλλον των συντάξεων. Σε πολιτικό επίπεδο, συνθέτουν ένα σύγχρονο και αξιόπιστο μοντέλο κοινωνικής προστασίας, που συνδυάζει τον διανεμητικό χαρακτήρα του βασικού πυλώνα με την αποταμιευτική λογική ενός δεύτερου πυλώνα, προσφέροντας μεγαλύτερη ασφάλεια και προοπτική στις επόμενες γενιές.

Πόσες είναι οι εκκρεμείς κύριες και επικουρικές συντάξεις και ποια η πρόοδος που έχει επιτευχθεί από το 2019 μέχρι σήμερα; Πώς θα επιταχυνθεί ο ρυθμός απονομής τους;

Η μείωση των εκκρεμών συντάξεων αποτελεί κεντρική προτεραιότητα για τον e-ΕΦΚΑ και την κυβέρνηση. Σήμερα, οι ληξιπρόθεσμες κύριες συντάξεις ανέρχονται περίπου σε 15.000, οι επικουρικές σε 31.000 και οι εκκρεμείς εφάπαξ παροχές σε περίπου 7.000. Σε σχέση με το 2019, έχει επιτευχθεί σημαντική πρόοδος. Από τις 500 ημέρες που έκανε να εκδοθεί η κύρια σύνταξη το 2019, πλέον εκδίδεται σε λιγότερες από 50 ημέρες.

Όσον αφορά τις επικουρικές συντάξεις, υπάρχει ένα πρόβλημα που εντοπίζεται κυρίως στον πολυκερματισμό των επικουρικών ταμείων. Παλαιότερα, για παράδειγμα, το πρ. Ταμείο Εμποροϋπαλλήλων εξέδιδε επικουρική σύνταξη ύστερα από πέντε χρόνια· τώρα δεν υπάρχουν αυτοί οι χρόνοι. Η διαδικασία απονομής των συντάξεων έχει βελτιωθεί αισθητά χάρη στις ψηφιοποιημένες διαδικασίες, που πλέον περιλαμβάνουν πάνω από 130 ψηφιακές λειτουργίες, και στη μεγάλη προσπάθεια που γίνεται από τον ΕΦΚΑ για την ουσιαστική ενοποίησή του.

Υπενθυμίζω επίσης ότι το 90% των συντάξεων του Δημοσίου απονέμεται πλέον αυτοματοποιημένα από τη Γενική Διεύθυνση Απονομής Συντάξεων του Δημοσίου, γεγονός που απελευθερώνει ανθρώπινους πόρους και επιταχύνει την έκδοση των συντάξεων σε πιο σύνθετες περιπτώσεις.

Κεντρικοί άξονες του σχεδιασμού του ΕΦΚΑ για την περαιτέρω επιτάχυνση της έκδοσης των συντάξεων αποτελούν η ψηφιοποίηση 53 εκατομμυρίων σελίδων φυσικών εγγράφων από 28 πρώην φορείς κοινωνικής ασφάλισης, οι οποίοι ενοποιήθηκαν το 2016 υπό την ομπρέλα του e-ΕΦΚΑ, καθώς και η ανάπτυξη ενός νέου Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος, η παραγωγική λειτουργία του οποίου αναμένεται εντός του 2026.

Αυτήν τη στιγμή βρισκόμαστε στο τελικό στάδιο της ψηφιοποίησης του χαρτώου αρχείου, δηλαδή ολόκληρου του ασφαλιστικού βίου κάθε ασφαλισμένου, με περίπου 80% του συνόλου να έχει ήδη ψηφιοποιηθεί. Ο στόχος μας είναι έως το καλοκαίρι του 2026 η διαδικασία να ολοκληρωθεί πλήρως μαζί με τον μετασχηματισμό των δεδομένων, ώστε οι ψηφιοποιημένες πληροφορίες να χρησιμοποιούνται για ταχύτερη έκδοση συντάξεων.

Ποιους περιλαμβάνει η νέα διεύρυνση των δικαιούχων του επιδόματος κυοφορίας-λοχείας;

Με τη νέα ρύθμιση για το επίδομα κυοφορίας-λοχείας επιτυγχάνεται σημαντική ενοποίηση και διεύρυνση των δικαιούχων. Μέχρι σήμερα, απαιτούνταν 200 ημέρες ασφάλισης τα τελευταία δύο έτη πριν από την εικαζόμενη ημερομηνία τοκετού και η κάθε μισθωτή μητέρα έπρεπε να ανατρέξει ξεχωριστά στις καταστατικές διατάξεις του εκάστοτε πρώην ταμείου.

Πλέον, ο χρόνος ασφάλισης ενιαιοποιείται: οι ημέρες σε διαφορετικά πρώην ταμεία αθροίζονται και μετρούν ως σύνολο, ενώ η καταβολή του επιδόματος γίνεται ανεξαρτήτως αριθμού πρώην φορέων ή εργοδοτών. Η αλλαγή αυτή διευρύνει σημαντικά τους δικαιούχους, εντάσσοντας περισσότερες εποχικά εργαζόμενες μητέρες.

Η ρύθμιση αποτελεί μεταβατικό βήμα προς τον Ενιαίο Κανονισμό Παροχών σε Χρήμα του ΕΦΚΑ και εντάσσεται σε ένα συνολικό σχέδιο στήριξης της μητρότητας. Η κυβέρνηση έχει ήδη επεκτείνει την ειδική άδεια μητρότητας από 6 σε 9 μήνες σε όλες τις εργαζόμενες μητέρες. Η νέα διάταξη για το επίδομα κυοφορίας-λοχείας ενισχύει περαιτέρω τη δίκαιη και συνεκτική πολιτική για τη στήριξη της μητρότητας.