Το έργο του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Αναστασίου για την ανασύσταση της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Αλβανίας ήταν τιτάνιο. Αν αναλογιστεί κάποιος ότι το κομμουνιστικό καθεστώς του Εμβέρ Χότζα στις 4 Απριλίου 1967 εξέδωσε διάταγμα με το οποίο η χώρα ανακηρύχθηκε επίσημα ως αθεϊστικό κράτος, απαγορεύθηκε κάθε θρησκευτική έκφραση, καταστράφηκαν 1.608 εκκλησίες, ενώ οι κληρικοί αποσχηματίσθηκαν, πολλοί δε απ’ αυτούς οδηγήθηκαν στη φυλακή ή στην εξορία και αρκετοί βρήκαν μαρτυρικό θάνατο, καταλαβαίνει ότι ο Αναστάσιος ξεκίνησε να χτίσει την Εκκλησία κυριολεκτικά από το μηδέν.

Η πορεία του μεγάλου ιεράρχη στην Αλβανία ξεκίνησε στις αρχές του 1991, όταν στη χώρα κυβερνούσε με αυταρχικό τρόπο ο διάδοχος του Εμβέρ Χότζα, ο Ραμίζ Αλία. Είναι χαρακτηριστικό ότι παρά το γεγονός ότι ο Αναστάσιος (επίσκοπος Ανδρούσης τότε και καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών) ορίστηκε ως Πατριαρχικός Έξαρχος του τότε Οικουμενικού Πατριάρχη Δημητρίου, τον Ιανουάριο του 1991, λόγω της αντίδρασης του αλβανικού καθεστώτος μπόρεσε να φθάσει στα Τίρανα επτά μήνες μετά, στις 17 Ιουνίου!

Και μετά την άφιξή του, όμως, τα προβλήματα για τον Αναστάσιο συνεχίστηκαν. Το 1992 Οικουμενικός Πατριάρχης ήταν πλέον ο Βαρθολομαίος. Με πρωτοβουλία του, η Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου εξέλεξε παμψηφεί ως Αρχιεπίσκοπο Αλβανίας τον Αναστάσιο και ως μητροπολίτες στην Κορυτσά τον Χριστόδουλο Μουστάκα, στο Αργυροκάστρο τον Αλέξανδρο Καλπακίδη και στη μητρόπολη Βερατίου, Αυλώνος και Κανίνης τον Ιγνάτιο Τριάντη.

Η τότε αλβανική κυβέρνηση αντέδρασε έντονα στην εκλογή αυτή διότι τη θεώρησε «ως έξωθεν επιβολή ελληνικής ηγεσίας» σε μία από τις τρεις μεγάλες θρησκευτικές κοινότητες της χώρας. Μάλιστα, ο Σαλί Μπερίσα, που είχε διαδεχθεί τον Ραμίζ Αλία, εξέφρασε τη δυσαρέσκειά του στην αντιπροσωπεία του Οικουμενικού Πατριαρχείου, η οποία τον επισκέφθηκε στις 4 Ιουνίου 1992.

Τελικά, ο Μπερίσα υπαναχώρησε και δήλωσε ότι δέχεται την εγκατάσταση του Αναστασίου, με την προϋπόθεση να μην είναι ελληνικής καταγωγής όλοι οι μητροπολίτες της Αλβανίας.

Ενόχληση ακραίων

Παρ’ όλα αυτά, τα προβλήματα για τον Αναστάσιο συνεχίστηκαν. Ακραίοι εθνικιστικοί κύκλοι επιδίωκαν την εκδίωξή του λόγω της ελληνικής του καταγωγής.

Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του σχεδίου του συντάγματος, το φθινόπωρο του 1994, με το οποίο προσπάθησαν να πετύχουν την οριστική απομάκρυνσή του. Και αυτή όμως η προσπάθεια έπεσε στο κενό, καθώς η ρύθμιση καταψηφίσθηκε στο δημοψήφισμα του Νοεμβρίου του 1994.

Όμως «αγκάθι» στις σχέσεις Τιράνων και Φαναρίου παρέμενε το θέμα της χειροτονίας των τριών νέων μητροπολιτών, που είχαν εκλεγεί το 1992. Τον Ιούλιο του 1996, χωρίς συνεννόηση με την αλβανική κυβέρνηση, έγιναν στην Κωνσταντινούπολη οι χειροτονίες τους. Τα Τίρανα αντέδρασαν έντονα, αρνούμενα κατηγορηματικά την είσοδο και την εγκατάστασή τους στην Αλβανία.

Τελικά, μετά από μαραθώνιες διαπραγματεύσεις, τον Ιούλιο του 1998, το θέμα διευθετήθηκε με τη λύση η Ιερά Σύνοδος της χώρας να αποτελείται από δύο αρχιερείς ελληνικής καταγωγής και δύο αλβανικής.

Σήμερα, στην Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Αλβανίας, εκτός από τον Αρχιεπίσκοπο, μετέχουν και οι μητροπολίτες Βερατίου Ιγνάτιος, Κορυτσάς Ιωάννης, Αργυροκάστρου Δημήτριος, Απολλωνίας και Φίερι Νικόλαος, Ελμπασάν Αντώνιος, Αμαντίας Ναθαναήλ, Βύλιδος Αστιος και ο αρχιγραμματέας Πρωτοπρεσβύτερος Ιωάννης Τρεμπίτσκα. Ένας από τους παραπάνω μητροπολίτες θα είναι ο διάδοχος του Αναστασίου…

Πλούσιο έργο

Παρά το γεγονός ότι ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος είχε απέναντί του όχι μόνο ένα σκληρό εχθρικό καθεστώς, αλλά και τη δράση επικίνδυνων εθνικιστικών κύκλων, οι οποίοι απείλησαν ακόμα και τη ζωή του, η Εκκλησία ανασυγκροτήθηκε από το μηδέν και αναπτύχθηκε με ταχύτατους ρυθμούς.

Ανεγέρθηκαν 150 νέοι ναοί, αναστηλώθηκαν 70 ναοί-μνημεία, ενώ επισκευάστηκαν 160. Περισσότερα από 70 μεγάλα οικοδομήματα ανοικοδομήθηκαν ή αγοράστηκαν και ανακατασκευάστηκαν, για να στεγάσουν μητροπολιτικά οικήματα, σχολές, νηπιαγωγεία, ξενώνες, εργαστήρια, κλινικές, κέντρα νεότητος κ.λπ. Όλα αυτά τα κτήρια ανέρχονται σε 450!

Για την ανάδειξη γηγενών στελεχών δημιουργήθηκε η Θεολογική-Ιερατική Σχολή η «Ανάστασις» στο Δυρράχιο. Ιδρύθηκαν τα Εκκλησιαστικά Λύκεια «Τίμιος Σταυρός» στο Αργυρόκαστρο, στο Σουκθ και στο Δυρράχιο, καθώς και η Σχολή Βυζαντινής Μουσικής στα Τίρανα. Χειροτονήθηκαν, δε, 165 νέοι κληρικοί.

Στον τομέα εκπαιδεύσεως, εκτός των παραπάνω ιδρυμάτων, ιδρύθηκαν: 17 νηπιαγωγεία, 3 εννιατάξια σχολεία, 1 Ινστιτούτο Επαγγελματικής Κατάρτισης και 1 Πανεπιστήμιο στα Τίρανα, με την ονομασία «Logos».

Το έργο του Αναστασίου επεκτάθηκε και στον τομέα της υγείας. Δημιουργήθηκε το διαγνωστικό κέντρο «Ευαγγελισμός» στα Τίρανα και πολυϊατρεία σε Καβάγια, Λούσνια, Κορυτσά, Γεωργουτσάτες, καθώς και κινητή οδοντιατρική μονάδα.

Μεγάλο ήταν και το κοινωνικό του έργο, με διανομές χιλιάδων τόνων τροφίμων, ρουχισμού, φαρμάκων για την ανακούφιση πτωχών οικογενειών και Κοσοβάρων προσφύγων, καθώς και με προσφορά νοσοκομειακού υλικού σε πόλεις, χωριά και κοινωφελή ιδρύματα.

Τέλος, η Εκκλησία της Αλβανίας διαθέτει δικό της τυπογραφείο και ραδιοφωνικό σταθμό. Εκδίδονται, δε, μια μηνιαία εφημερίδα, ένα παιδικό περιοδικό, ένα φοιτητικό δελτίο, ένα αγγλικό ενημερωτικό φυλλάδιο, καθώς επίσης εκκλησιαστικά και επιστημονικά βιβλία.

Και τώρα, τι;

Η επόμενη ημέρα στη μετά Αναστάσιο Εκκλησία της Αλβανίας σίγουρα θα είναι διαφορετική... Προς το καλύτερο ή προς το χειρότερο, μένει να κριθεί...

Και βασικά έχει να κάνει με τον διάδοχο του χαρισματικού αυτού ιεράρχη. Βέβαια, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι όλοι οι Αρχιερείς της Αλβανικής Εκκλησίας, από τους οποίους θα εκλεγεί ο διάδοχος του Αναστασίου, είναι πνευματικά παιδιά του!

Πρόβλημα θα υπάρξει αν η διαδοχή περάσει από την κρησάρα του Εντι Ράμα... Μια τέτοια παρέμβαση στα ταραγμένα –και από θρησκευτική άποψη– Βαλκάνια μόνο για καλό δεν θα είναι όσον αφορά το μέλλον της Αλβανικής Εκκλησίας!