Από τις υψωμένες γροθιές μπροστά στη Βουλή κατά τη διάρκεια της συγκέντρωσης για το δημοψήφισμα του 2015 μέχρι τις υψωμένες γροθιές στο Κοινοβούλιο επί της ανώτατης θεσμικά διαδικασίας στην Ολομέλεια μια… Ζωή δρόμος.
Η πρόεδρος της Πλεύσης Ελευθερίας εμφανίζεται –όπως λένε οι πολιτικοί της αντίπαλοι– ξανά ως ανακριτής, εισαγγελέας και δικαστής της πολιτικής ζωής, εκδίδοντας… καταδικαστικές αποφάσεις εναντίον του Κυριάκου Μητσοτάκη, της Νέας Δημοκρατίας, του Κωνσταντίνου Τασούλα και –γιατί όχι;– εναντίον της ίδιας της Δικαιοσύνης, την οποία κατηγορεί ως ελεγχόμενη.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στη χθεσινή της τοποθέτηση, τόσο στο Περιστύλιο της Βουλής όσο και στην επιστολή που απέστειλε στον Νικήτα Κακλαμάνη, μιλά για μια «επισπευδόμενη εκλογή» του κ. Τασούλα με «160 μόνο βουλευτές», στους οποίους, όπως σημειώνει, περιλαμβάνονται οι 50 βουλευτές-bonus της Νέας Δημοκρατίας, που δεν θα είχαν εκλεγεί αν το κόμμα δεν είχε βγει πρώτο.
Η αρχηγός της Πλεύσης Ελευθερίας κατήγγειλε δε ότι η διαδικασία αυτή αποτελεί «αναβαθμισμένη ενέργεια συγκάλυψης» του εγκλήματος των Τεμπών, το οποίο χαρακτηρίζει «το μεγαλύτερο κρατικό κακούργημα της Μεταπολίτευσης».
Σύμφωνα με την ίδια, η εκλογή Τασούλα δεν είναι παρά ένα θεσμικό τέχνασμα, μέσω του οποίου η κυβέρνηση επιχειρεί να ελέγξει και τον ανώτατο πολιτειακό θεσμό, ώστε να μπορεί να «απονέμει και χάρη σε καταδικασμένους και καταδικασμένους υπουργούς για το έγκλημα των Τεμπών».
Επιπλέον, ισχυρίζεται ότι ο κ. Τασούλας έχει ήδη επιδείξει στάση συγκάλυψης, καθώς «έχει αφήσει κλειστές περισσότερες από μία ποινικές δικογραφίες» που αφορούν την πολύνεκρη τραγωδία.
Χρίζει... πλειοψηφίες
Με άλλα λόγια, σε ένα ακόμα γνώριμο επικοινωνιακό σχήμα, η Ζωή Κωνσταντοπούλου παρουσιάζει τη Νέα Δημοκρατία ως «κυβέρνηση μειοψηφίας», παρά το γεγονός ότι διαθέτει ισχυρή αυτοδυναμία, ενώ την ίδια στιγμή η Πλεύση Ελευθερίας των πέντε βουλευτών αυτοπροβάλλεται ως δήθεν η φωνή της πραγματικής λαϊκής βούλησης.
Την ίδια ώρα, σύμφωνα πάντα με την κ. Κωνσταντοπούλου, η εκλογή Τασούλα είναι «άλλη μία παρέμβαση της Νέας Δημοκρατίας και του πρωθυπουργού στην ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης», μια απόπειρα «ελέγχου θεσμών που κατά το Σύνταγμα προορίζονται να είναι ανεξάρτητοι».
Αναφέρεται, επίσης, στη χθεσινή δημόσια παρέμβαση της προέδρου του Αρείου Πάγου, η οποία, σύμφωνα με την ίδια, «μάλωσε την κυρία Καρυστιανού, μητέρα θύματος», επειδή ζητούσε απαντήσεις και δικαιοσύνη. Αυτό αποτελεί, όπως λέει, την «πιο περίτρανη απόδειξη» ότι πλέον έχουμε «ελεγχόμενα δικαστικά και συγγενικά πρόσωπα στις πιο υψηλές θέσεις».
Για την ίδια, τα «χειροκροτήματα» υπέρ του Τασούλα θα προστεθούν στις σκηνές με τα «χειροκροτήματα στον Κώστα Καραμανλή», αλλά και στον Κυριάκο Μητσοτάκη, που θα μείνουν, όπως δηλώνει, «στην ιστορία ως επεισόδια του οδοιπορικού της Νέας Δημοκρατίας προς την πτώση».
Επικοινωνιακά σόου
Όλα αυτά θα μπορούσαν να έχουν μεγαλύτερη βαρύτητα αν δεν προέρχονταν από το ίδιο πρόσωπο που το 2015 είχε οδηγήσει το Ελληνικό Κοινοβούλιο σε θεσμικές και επικοινωνιακές ακρότητες. Τότε, ως πρόεδρος της Βουλής, είχε μετατρέψει το θεσμικό όργανο σε αρένα προσωπικών συγκρούσεων, ενώ πολλές φορές ερχόταν σε αντιπαράθεση ακόμα και με την τότε κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, της οποίας τυπικά ανήκε.
Δεν ξεχνιούνται οι πολύωρες συνεδριάσεις υπό την προεδρία της, οι συνεχείς κόντρες με βουλευτές και οι διαρκείς συγκρούσεις με όλους. Είτε ως πρόεδρος της Βουλής είτε ως επικεφαλής της Πλεύσης Ελευθερίας, η ίδια θέλει να παρουσιαστεί ως η μόνη φωνή δικαιοσύνης, η μοναδική που υπηρετεί το σύνταγμα και τους θεσμούς, ακόμα κι όταν η ίδια –σύμφωνα με τους πολιτικούς της αντιπάλους– υπερβαίνει τα θεσμικά όρια.
Χαρακτηριστική είναι δε μια παλαιότερη αναφορά του Αδωνι Γεωργιάδη στη Βουλή: «Εσείς θέλετε να γίνεται γενικός εισαγγελέας. Δεν έχετε διοριστεί δικαστής. [...] Αν θέλετε να το παίξετε Ροβεσπιέρος, πρέπει να είστε μαζεμένη όταν συμβαίνουν ανθρώπινες τραγωδίες. Ποια νομίζετε ότι είστε; Πρέπει να ντρέπεστε. Κοιμάστε και ξυπνάτε και φαντασιώνεστε ότι είστε ο Ροβεσπιέρος».